TrelosTwnFm-News
Σας ανακοινώνω οτι το forum θα είναι ''ανενεργό'' σε θέματα.
Και πλέον την σκυτάλη στην ενημέρωση θα την ''πάρει'' το blog.
Καλή συνέχεια να έχουμε.

http://trelostwnfmnews.blogspot.gr/
TrelosTwnFm-News
Σας ανακοινώνω οτι το forum θα είναι ''ανενεργό'' σε θέματα.
Και πλέον την σκυτάλη στην ενημέρωση θα την ''πάρει'' το blog.
Καλή συνέχεια να έχουμε.

http://trelostwnfmnews.blogspot.gr/

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

2 απαντήσεις

Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από ΜΗΔΕΙΑ Τετ 22 Αυγ - 17:36

ΣΑΛΜΑΝ ΡΟΥΣΝΤΙ (SALMAN RUSHDIE 1947)


ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Salman_Rushdie


Άγγλος συγγραφέας, ινδικής καταγωγής, γνωστός στο ευρύ κοινό από την περιπέτειά του με τους φανατικούς ισλαμιστές. Γεννήθηκε στη Βομβάη στις 19 Ιουνίου 1947 στους κόλπους μιας μεσοαστικής μουσουλμανικής οικογένειας. Ο παππούς του ήταν ποιητής και ο πατέρας του επιχειρηματίας με σπουδές στο Κέμπριτζ.

Σε ηλικία 14 ετών, ο Αχμέτ Σαλμάν Ρουσντί (Ahmed Salman Rushdie), όπως είναι το πλήρες όνομά του, μεταβαίνει στην Αγγλία για να συνεχίσει τις σπουδές του. Το 1964 η οικογένειά του, παρά τη θέλησή της, μετακομίζει στο Πακιστάν, λόγω του θρησκευτικού της πιστεύω. Ο Σαλμάν παραμένει στην Αγγλία και σπουδάζει ιστορία στο Κέιμπριτζ. Μετά την αποφοίτησή του εργάζεται για ένα διάστημα στην τηλεόραση του Πακιστάν, στη συνέχεια ως ηθοποιός στην Αγγλία και από το 1971 ως το 1981 είναι κειμενογράφος στη μεγάλη διαφημιστική εταιρεία Ogilvy & Mather.

Το 1975 εκδίδει το πρώτο του βιβλίο με τίτλο «Grimus», ένα μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας, που πέρασε απαρατήρητο. Έξι χρόνια αργότερα, ο Ρούσντι γράφει το δεύτερο βιβλίο του με τίτλο «Τα παιδιά του μεσονυκτίου», που του χαρίζει διεθνή φήμη κι ένα βραβείο «Μπούκερ». Πρόκειται για μια κωμική αλληγορία σχετικά με την ιστορία της Ινδικής Χερσονήσου και πολλοί το θεωρούν ως το καλύτερο βιβλίο του. Ο Ρούσντι στο έργο του μπλέκει τη φαντασία και τον μύθο με την πραγματική ζωή και εντάσσεται στο λογοτεχνικό ρεύμα που ονομάζεται μαγικός ρεαλισμός.

Το Σεπτέμβριο του 1988 κυκλοφορεί το τέταρτο βιβλίο του «Σατανικοί Στίχοι», ένα μυθιστόρημα με πολλές θρησκευτικές αναφορές για τον Προφήτη και το Κοράνι. Ούτε που το φανταζόταν ότι η έκδοση του βιβλίου αυτού θα του άλλαζε τόσο δραματικά τη ζωή. Όταν, όμως, πρόκειται για το Ισλάμ, όλα μπορούν να συμβούν... Η έκδοση των «Σατανικών Στίχων» προκαλεί σάλο στις τάξεις των μουσουλμάνων, επειδή θεωρούν το βιβλίο βλάσφημο για τον Μωάμεθ. Αμέσως απαγορεύεται σε όλες τις μουσουλμανικές χώρες, ενώ αντίτυπα του καίγονται στην Αγγλία και τις ΗΠΑ.

Στις 14 Φεβρουαρίου 1989 ο θρησκευτικός ηγέτης του Ιράν, Αγιατολάχ Χομεϊνί, εκδίδει «φετφά», δηλαδή ένα δεσμευτικό διάταγμα, με το οποίο κάθε καλός μουσουλμάνος έχει το ιερό καθήκον να σκοτώσει όχι μόνο τον βλάσφημο Ρούσντι, αλλά και όποιον ενεπλάκη στην έκδοση των «Σατανικών Στίχων». Η θανατική διαταγή συνοδεύεται και από επικήρυξη 3 εκατομμυρίων δολαρίων, που προσέφερε ένας ιρανός επιχειρηματίας.

Από εκείνη τη στιγμή, ο Ράσντι ζει με το φάσμα του θανάτου. Εξαφανίζεται από προσώπου γης για να αποφύγει τους διώκτες του, που σκοτώνουν, εν τω μεταξύ, τον ιάπωνα μεταφραστή του Χιτόσι Ιγκαράσι και τραυματίζουν σοβαρά τον νορβηγό εκδότη του Γουίλιαμ Νάιγκααρντ και τον ιταλό μεταφραστή του Έτορε Καπριόλο. Ο αιγύπτιος νομπελίστας Ναγκίμπ Μαχφούζ τον υπερασπίζεται κατηγορώντας τον Χομεϊνί για «διανοητική τρομοκρατία». Όμως, αργότερα, θα αλλάξει γνώμη και θα πει ότι «ο Ρούσντι δεν έχει το δικαίωμα να προσβάλλει τα ιερά και τα όσια του Ισλάμ».

Ο κυπριακής καταγωγής άγγλος τραγουδοποιός Κατ Στίβενς, που έχει ασπασθεί τη μουσουλμανική θρησκεία με το όνομα Γιουσέφ Ισλάμ, δηλώνει ότι «αν δει με τα μάτια του τον Ρούσντι θα πάρει τηλέφωνο τον Αγιατολάχ Χομεϊνί για να τον κανονίσει». Στις 2 Ιουνίου 1993, 27 άτομα σκοτώνονται στη Σεβάστεια της Τουρκίας, όταν φανατικοί ισλαμιστές βάζουν φωτιά σ' ένα ξενοδοχείο, όπου βρίσκεται ο μεταφραστής των «Σατανικών Στίχων» στα τουρκικά, γνωστός συγγραφέας και στη χώρα μας και υπερασπιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, Αζίζ Νεσίν.

Από το 1998 ο Ρούσντι αποκαθιστά εν μέρει τους ρυθμούς της ζωής του, όταν η ιρανική κυβέρνηση απευθύνει έκκληση για τη μη εφαρμογή του φετφά, κατόπιν διεθνών πιέσεων. Όμως, δεν μπορεί να τον καταργήσει. Ο μοναδικός άνθρωπος που μπορεί να το πράξει, ο Αγιατολάχ Χομεϊνί, δεν βρίσκεται πια στη ζωή.

Παρά τη δραματική αλλαγή στη ζωή του, ο Ρούσντι συνεχίζει να γράφει και να μας δίνει σπουδαία μυθιστορήματα και δοκίμια. Σήμερα ζει στη Νέα Υόρκη με την τέταρτη σύζυγό του, την κατά πολύ νεώτερή του Πάντμα Λαξμί, μοντέλο και ηθοποιό από την Ινδία.

Στα ελληνικά κυκλοφορούν τα παρακάτω έργα του Σαλμάν Ρούσντι, όλα από τις εκδόσεις «Ψυχογιός»:

«Τα παιδιά του μεσονυκτίου» (1981)
«Σατανικοί στίχοι» (1988)
«Ο Χαρούν και η θάλασσα των παραμυθιών» (1990)
«Ανατολή - Δύση» (δοκίμιο, 1994)
«Ο τελευταίος στεναγμός του Μαυριτανού» (1995)
«Ο κόσμος κάτω απ' τα πόδια της» (1999)
«Παραφορά» (2001)
«Σαλιμάρ, ο κλόουν» (2005)


Διαβάστε περισσότερα: http://www.sansimera.gr/biographies/170#ixzz24Hlw9r8Z





Έχει επεξεργασθεί από τον/την ΜΗΔΕΙΑ στις Πεμ 28 Μαρ - 18:32, 3 φορές συνολικά
ΜΗΔΕΙΑ
ΜΗΔΕΙΑ
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Θηλυκό
Τόπος Τόπος : Θεσσαλονίκη
Ηλικία Ηλικία : 49
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 2153
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 64
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 41610

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty Απ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από gio Πεμ 23 Αυγ - 17:39

Márquez, Gabriel García 1928

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 11976

Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες γεννήθηκε το 1928 στην Αρακατάκα, ένα παραλιακό χωριό της Κολομβίας, όπου μεγάλωσε κοντά στους παππούδες του από τη μεριά της μητέρας του. Το 1947 άρχισε στο Πανεπιστήμιο της Μπογκοτά τις σπουδές του στα νομικά και τις πολιτικές επιστήμες και τον ίδιο χρόνο η εφημερίδα Ελ Εσπεκταδόρ δημοσίευσε το πρώτο διήγημά του με τίτλο "Η τρίτη παραίτηση". Το 1948 μετακόμισε στην Καρταχένα των Δυτικών Ινδιών κι εκεί άρχισε να εργάζεται ως δημοσιογράφος στην εφημερίδα "Ελ Ουνιβερσάλ". Στη συνέχεια συνεργάστηκε με πολλά περιοδικά και εφημερίδες στην Αμερική και την Ευρώπη.
Το πρώτο μυθιστόρημά του, "Τα νεκρά φύλλα", εκδόθηκε το 1955 και ακολούθησαν τα έργα "Κακιά ώρα", "Ο Συνταγματάρχης δεν έχει κανέναν να του γράψει" και "Η κηδεία της μεγάλης μάμα". Το 1967 κυκλοφόρησε το έργο "Εκατό χρόνια μοναξιά", μυθιστόρημα που αποκόμισε αμέσως τις θετικότερες κριτικές και κέρδισε το αναγνωστικό κοινό, καθιερώνοντας έτσι τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες ως έναν από τους μεγαλύτερους συγγραφείς της εποχής μας.
Στο τεράστιο έργο του, που το 1982 του χάρισε το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, συμπεριλαμβάνονται και τα μυθιστορήματα: "Το φθινόπωρο του Πατριάρχη", "Χρονικόν ενός προαναγγελθέντος θανάτου", "Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας", "Δώδεκα διηγήματα περιπλανώμενα" και "Περί έρωτος και άλλων δαιμονίων". Επίσης, έχει γράψει άρθρα σε περιοδικά, βιβλία με διηγήματα και κινηματογραφικά σενάρια.

Βιβλιογραφία

(2010) Συλλογή Gabriel Garcia Marquez, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
(2007) Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας, Εφημερίδα "Ελεύθερος Τύπος"
(2007) Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας, Εφημερίδα "Ελεύθερος Τύπος"
(2004) Οι θλιμμένες πουτάνες της ζωής μου, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
(2003) Ζω για να τη διηγούμαι, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
(2000) Το ευτυχισμένο καλοκαίρι της κυρίας Φορμπς, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
(2000) Το φως είναι σαν το νερό, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
(1996) Η είδηση μιας απαγωγής, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
(1994) Περί έρωτος και άλλων δαιμονίων, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
(1993) Δώδεκα διηγήματα περιπλανώμενα, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
(1990) Ο στρατηγός μες στο λαβύρινθό του, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
(1989) Η περιπέτεια του Μιγκέλ Λιττίν, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
(1988) Η έφοδος, Σύγχρονη Εποχή
(1986) Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
(1984) Το φθινόπωρο του πατριάρχη, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
(1983) Ανεμοσκορπίσματα, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
(1983) Εκατό χρόνια μοναξιά, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
(1983) Η απίστευτη και θλιβερή ιστορία της αθώας Ερέντιρα και της άσπλαχνης γιαγιάς της, Γράμματα
(1983) Η αφήγηση ενός ναυαγού, Νεφέλη
(1983) Η κακιά ώρα, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
(1983) Θάνατος σταθερός πέρα από τον έρωτα, Νεφέλη
(1983) Μάτια γαλάζιου σκύλου, Νεφέλη
(1983) Ο συνταγματάρχης δεν έχει κανέναν να του γράψει, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
(1982) Η κηδεία της Μεγάλης Μάμα, Νεφέλη
(1982) Χρονικόν ενός προαναγγελθέντος θανάτου, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
(1982) Χρονικόν ενός προαναγγελθέντος θανάτου, Πλέθρον

Συμμετοχή σε συλλογικά έργα

(2010) Ανάμεσα σε ερωτιδείς και αγγέλους, Απόπειρα
(2010) Η τέχνη της γραφής, Τόπος
(2005) Λέγοντας ιστορίες, Εκδόσεις Καστανιώτη

biblionet.gr
gio
gio
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Άντρας
Όνομα : Γιώργος
Τόπος Τόπος : Τιτάνειο-Καρδίτσας
Ηλικία Ηλικία : 47
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 303
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 81
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 21810

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty Απ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από ΜΗΔΕΙΑ Παρ 24 Αυγ - 17:42

ΚΑΡΟΛΟΣ ΝΤΙΚΕΝΣ (CHARLES DICKENS 1812 – 1870)


ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Charles_Dickens


Άγγλος δημοσιογράφος και συγγραφέας, ο κορυφαίος μυθιστοριογράφος, που ανέδειξε η βικτωριανή Αγγλία κι ένας από τους σπουδαιότερους σε παγκόσμιο επίπεδο. Υπήρξε από τους σφοδρότερους επικριτές τόσο των ταξικών διαιρέσεων της αγγλικής κοινωνίας του 19ου αιώνα, όσο και της τεράστιας φτώχειας, την οποία σήμανε για μεγάλα τμήματα του πληθυσμού η Βιομηχανική Επανάσταση. Ο Ντίκενς είναι ο συγγραφέας των φτωχών, των ανήμπορων και των ξεγυμνωμένων.

Ο Τσαρλς Τζον Χάφαμ Ντίκενς (Charles John Huffam Dickens) γεννήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1812 στο νησί Πόρτσι, που περιβάλλεται από την πόλη Πόρτσμουθ της Νότιας Αγγλίας. Ήταν το δεύτερο από τα οκτώ παιδιά του Τζον και της Ελίζαμπεθ Ντίκενς. Ο πατέρας του ήταν υπάλληλος στην Υπηρεσία Μισθοδοσίας του Ναυτικού. Αμειβόταν ικανοποιητικά, αλλά οι σπατάλες και η άσωτη ζωή του οδήγησαν πολλές φορές την οικογένεια σε οικονομικό αδιέξοδο ή και στην καταστροφή, με αποκορύφωμα το 1824, όταν ο Τζον Ντίκενς φυλακίστηκε για χρέη.

Το 1817 η οικογένειά του μετακόμισε στο Τσάταμ του Κεντ, όπου ο νεαρός Κάρολος πέρασε πέντε ευτυχισμένα χρόνια. Πήγαινε σε ιδιωτικό σχολείο, έπαιζε πολύ και διάβαζε μανιωδώς τις νουβέλες των Χένρι Φίλντινγκ και Τομπάιας Σμόλετ. Το 1822 η οικογένειά του αναγκάσθηκε να μετακομίσει στο Λονδίνο, λόγω των χρεών του πατέρα του.

Μετά τη φυλάκιση του πατέρα του για χρέη το 1824 έζησε στο σπίτι της γηραιάς κυρίας Ελίζαμπεθ Ρόιλανς, που ήταν φίλη της οικογένειας. Για να πληρώνει τη διαμονή και διατροφή του αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σχολείο και να δουλεύει καθημερινά επί δεκάωρο σ’ ένα εργοστάσιο βερνικιών. Οι συνθήκες εργασίας ήταν απάνθρωπες, αλλά διαμόρφωσαν τον κατοπινό συγγραφικό του χαρακτήρα. Τη δική του οικτρή οικονομική κατάσταση και τις συνθήκες ζωής της εργατικής τάξης αποτέλεσαν το θέμα του πιο αγαπημένου του έργου, του αυτοβιογραφικού Δαβίδ Κόπερφιλντ (1849-1850).

Μία απρόσμενη κληρονομιά βοήθησε τον πατέρα του να βγει από τη φυλακή και να διευθετήσει τα χρέη με τους πιστωτές του. Όμως, η σχέση με τον γιο του Κάρολο είχε διαρραγεί οριστικά. Τη διετία 1827-1828 ο νεαρός Ντίκενς δούλεψε ως βοηθός σε δικηγορικό γραφείο και στη συνέχεια ως στενογράφος στα δικαστήρια του Λονδίνου. Οι δύο αυτές ενασχολήσεις τού άφησαν μία βαθειά απέχθεια γιο το αγγλικό δικαστικό σύστημα, που πίστευε ότι ήταν κομμένο και ραμμένο στα μέτρα των πλουσίων.

Το 1830 ο Ντίκενς συνάντησε τον πρώτο έρωτα της ζωής του, στο πρόσωπο της Μαρίας Μπίντνελ, που αποτέλεσε το μοντέλο για τον χαρακτήρα της Ντόρα Σπένλοου στον Δαβίδ Κόπερφιλντ. Οι γονείς της νεαρής κοπέλας εναντιώθηκαν στη σχέση και την έστειλαν να σπουδάσει στο Παρίσι.

Από το 1833 και μετά η επαγγελματική του ζωή εναλλασσόταν μεταξύ δημοσιογραφίας και λογοτεχνίας. Διετέλεσε πολιτικός και κοινοβουλευτικός συντάκτης σε διάφορα έντυπα φιλελευθέρων αποχρώσεων. Γνωρίζοντας την πολιτική ζωή από τα μέσα, έχασε σιγά -σιγά την εμπιστοσύνη του στο πολιτικό σύστημα, που εξέθρεφε «τη φτώχεια, την πείνα και την αμάθεια», όπως έλεγε, ενώ ήταν ιδιαίτερα επικριτικός για την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, που «αποδεικνύεται τέλεια αποτυχία». Δεν είχε όμως και κάποια άξια λόγου εναλλακτική λύση να προτείνει.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1830 άρχισε να δημοσιεύει τα πρώτα του λογοτεχνικά έργα με τη μορφή επιφυλλιδογραφικών μυθιστορημάτων, δηλαδή σε συνέχειες σε περιοδικά και εφημερίδες. Ήταν σαν να λέγαμε τα τηλεοπτικά σήριαλ της εποχής, εξ ου και η ικανότητα του Ντίκενς να διατηρεί αμείωτη την προσοχή του αναγνώστη από ενότητα σε ενότητα και από κεφάλαιο σε κεφάλαιο, εξασφαλίζοντας ένα γεμάτο εντάσεις μύθο, που συνδυάζεται με τη συναρπαστική δράση.



Ο Κάρολος Ντίκενς σε νεαρή ηλικία

Το πρώτο μυθιστόρημα αυτής της κατηγορίας είναι Τα Χαρτιά του Πίκγουικ, που εξέδωσε το 1836 και αμέσως έκανε γνωστό το όνομά του. Στο έργο αυτό παρουσιάζονται σε εμβρυακή κατάσταση, πολλά από τα χαρακτηριστικά, που υπάρχουν στο μεταγενέστερο μυθοπλαστικό του σύμπαν: σατιρικές ή καταγγελτικές επιθέσεις εναντίον των κοινωνικών κακών και των ανεπαρκών θεσμών, παρεμβάσεις σε κοινωνικά ζητήματα της εποχής, γνώση του Λονδίνου (του χώρου που κυριαρχεί πάντα στα έργα του), ένα διάχυτο πνεύμα συμπόνιας και μια στάση εγκαρδιότητας απέναντι στους ανθρώπους, καθώς και μια ανεξάντλητη δυνατότητα στο πλάσιμο των χαρακτήρων.

Στις 2 Απριλίου 1836 ο Κάρολος Ντίκενς παντρεύεται την Κάθριν Χόγκαρθ, κόρη του ευυπόληπτου σκωτσέζου δημοσιογράφου Τζορτζ Χόγκαρθ, με την οποία θα αποκτήσει δέκα παιδιά. Θα χωρίσουν 22 χρόνια αργότερα, λόγω των εξωσυζυγικών περιπετειών του.

Η φήμη του εκτοξεύεται με τα δύο επόμενα μυθιστορήματα του, Όλιβερ Τουίστ (1837-1838) και Νίκολας Νίκλεμπι (1838-1838), τα οποία αποκαλύπτουν με τα μελανότερα χρώματα τη μαύρη καθημερινότητα του Λονδίνου και του Γιορκσάιρ, με ένα σύμπαν βυθισμένο στην εκμετάλλευση, στο έγκλημα και την πορνεία.

Το 1842 πραγματοποιεί το πρώτο του ταξίδι στις ΗΠΑ, όπου θα παραμείνει επί πεντάμηνο. Παντού γίνεται δεκτός με άκρατο ενθουσιασμό και απολαμβάνει βασιλικών τιμών. Δεν διστάζει, όμως, να θίξει το φιλότιμο των αμερικανών, υποστηρίζοντας την κατάργηση της δουλείας και διαμαρτυρόμενος για την έλλειψη προστασίας των πνευματικών δικαιωμάτων των συγγραφέων της χώρας. Αυτός που ασκούσε δριμύτατη κριτική κατά των βρετανικών θεσμών, περίμενε περισσότερα «από τη δημοκρατία των ονείρων του», όπως έλεγε.

Το 1844 γράφει το πιο δημοφιλές έργο του, τη Χριστουγεννιάτικη Ιστορία, που είναι ο μοναδικός χριστουγεννιάτικος μύθος της σύγχρονης λογοτεχνίας και μέσα από τον οποίο ξεπροβάλλει η φιλοσοφία του για τη ζωή, που δεν είναι άλλη από το πνεύμα των Χριστουγέννων, που θα έπρεπε να κυριαρχεί στις σχέσεις των ανθρώπων καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Το 1849 αρχίζει να δημοσιεύει σε συνέχειες το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα Δαβίδ Κόπερφιλντ, που αποκαλύπτει το στυγνό πρόσωπο της εργοδοσίας. Δύο άλλα σπουδαία μυθιστορήματά του, ο Ζοφερός Οίκος (1852-1853) και Μικρή Ντόριτ (1855-1857), θα αποτελέσουν ανάθεμα για τους βικτωριανούς θεσμούς και τη βικτωριανή οικονομία (άδικο δικαστικό σύστημα, με σωρεία φυλακίσεων για χρέη, αποχαλινωμένη εργασιακή αγορά, απουσία της οποιασδήποτε προστασίας για τον πολύωρο και προκλητικά απλήρωτο μόχθο).

Το 1855 η πρώτη του αγάπη, η Μαρία Μπίντνελ, επανακάμπτει για λίγο στη ζωή του και αμέσως μετά ερωτεύεται την 27χρονη ηθοποιό Έλεν Τέρναν. Ο γάμος του κλονίζεται και το 1858 ο Ντίκενς χωρίζει από τη σύζυγό του Ελίζαμπεθ. Το σκάνδαλο που θα ξεσπάσει στη συντηρητική βικτωριανή Αγγλία δεν θα επηρεάσει την απήχησή του στο ευρύ κοινό, αλλά θα του στερήσει κάποιες σπουδαίες φιλίες.

Τα επόμενα χρόνια δημοσιεύει δύο από τα πιο γνωστά μυθιστορήματά του, την επική Ιστορία των δύο Πόλεων (1859), που εκτυλίσσεται στο Λονδίνο και το Παρίσι κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης (θεωρείται ένα από τα λογοτεχνικά μπεστ σέλερ, με πωλήσεις άνω των 200 εκατομμυρίων αντιτύπων) και τις Μεγάλες Προσδοκίες (1860-1861), με ήρωα ένα ορφανό, τον Πιπ. Ένα έργο που παρουσιάζει ομοιότητες με τον Δαβίδ Κόπερφιλντ, ως αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο και από την άποψη ότι δίνουν το περίγραμμα κάποιων πλευρών της προσωπικότητας και των προσωπικών εμπειριών του Ντίκενς.

Το φιλάνθρωπο πνεύμα, που είναι διάχυτο στο έργο του Ντίκενς, βρίσκει συχνά πρακτική έκφραση σε δημόσιες ομιλίες, οργάνωση εράνων και ιδιωτικές φιλανθρωπικές πρωτοβουλίες. Μία από αυτές είναι η διοργάνωση δημοσίων συγκεντρώσεων με εισιτήριο, στις οποίες διαβάζει αποσπάσματα από τα έργα του. Η δραστηριότητά του εντάθηκε κι έγινε επικερδής για τον Ντίκενς μετά τον χωρισμό του από τη σύζυγό του. Αποκαλυπτική είναι η παρατήρηση της καθηγήτριας Κάθλιν Τίλοτσον (1906-2001), ειδικής στο έργο του συγγραφέα, ότι «ο ισόβιος ερωτά του Ντίκενς με το αναγνωστικό του κοινό, ήταν σε τελευταία ανάλυση ο σημαντικότερος έρωτας της ζωής του».



Ο Κάρολος Ντίκενς επί σκηνής

Συνολικά πραγματοποίησε από σκηνής 471 παρουσιάσεις των λογοτεχνικών έργων του. Ήταν ένας λαμπρός ηθοποιός και κατά τη διάρκεια των παραστάσεων αποκαλύφθηκαν σπουδαία στοιχεία της τέχνης του (απαγγελία, δραματική μίμηση). Κανένας άλλος σπουδαίος συγγραφέας από την εποχή του Ομήρου δεν είχε αφιερώσει τόσο χρόνο και τόσες δυνάμεις σε μια τέτοια δραστηριότητα.

Στις 9 Ιουνίου 1865, επιστρέφοντας από το Παρίσι με την ερωμένη του Έλεν Τέρναν και τη μητέρα της, ενεπλάκη σε σιδηροδρομικό δυστύχημα στο Στέιπλχαρστ του Κεντ. Τα βαγόνια της πρώτης θέσης του συρμού εκτροχιάστηκαν πάνω σε μία προσφάτως ανακαινισμένη γέφυρα και έπεσαν στα νερά του ποταμού Μπελτ. Μόνο το βαγόνι στο οποίο επέβαινε η συντροφιά του Ντίκενς παρέμεινε στις ράγες. Ο διάσημος συγγραφέας δεν έπαθε το παραμικρό και βοήθησε τους τραυματίες μέχρις ότου φθάσουν τα σωστικά συνεργεία. Τον επόμενο χρόνο περιέγραψε την εμπειρία του στο διήγημα The Signal-Man. Στο σιδηροδρομικό αυτό δυστύχημα, που έμεινε στην ιστορία για τον διάσημο επιβάτη του, έχασαν τη ζωή τους δέκα άνθρωποι, ενώ οι τραυματίες ξεπέρασαν τους σαράντα.

Τον Νοέμβριο του 1967 ο Ντίκενς πραγματοποίησε τη δεύτερη αμερικάνικη περιοδεία του με ακόμη μεγαλύτερη επιτυχία, παραμένοντας στον Νέο Κόσμο επί τετράμηνο. Η φήμη του παρέμενε αμείωτη, παρά το γεγονός ότι η στάση της κριτικής ήταν διαρκώς περισσότερο εχθρική απέναντί του. Ο συγγραφέας Χένρι Λονγκφέλοου, επισημαίνοντας τον απίστευτο ενθουσιασμό που προκαλούσε ο Ντίκενς, παρατηρεί: «Δύσκολα μπορεί να συλλάβει στην ολότητά της αυτή την αλήθεια και να συνειδητοποιήσει την παγκοσμιότητα της φήμης του». Ο φιλόσοφος Ραλφ Γουόλντο Έμερσον, παρακολουθώντας μία δημόσια ανάγνωση του Ντίκενς στη Βοστώνη, θα γράψει: «Φοβούμαι ότι έχει πάρα πολύ ταλέντο για τη μεγαλοφυΐα του. Πρόκειται για μια φοβερή ατμομηχανή, στην οποία είναι δεμένος και δεν μπορεί ούτε να ελευθερωθεί από αυτήν, ούτε να ηρεμήσει… Με τρομάζει! Δεν μπορώ να το εξηγήσω, δεν έχω το κλειδί».

Την επόμενη διετία ο Ντίκενς πραγματοποίησε περιοδείες με αναγνώσεις έργων του εντός της Μεγάλης Βρετανίας. Στις 22 Απριλίου 1869 έπαθε το πρώτο του εγκεφαλικό. Γρήγορα το ξεπέρασε και επιδόθηκε στις συνήθεις δραστηριότητες τους με τους γνωστούς φρενήρεις ρυθμούς του. Στις 8 Ιουνίου 1870 έπαθε ένα ακόμη εγκεφαλικό στην αγροικία του στο Γκαντ’ς Χιλ του Τσάταμ, που απέβη μοιραίο. Την επόμενη μέρα άφησε την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 58 ετών, ακριβώς πέντε χρόνια μετά το σιδηροδρομικό δυστύχημα του Στέιπλχαρστ, αφήνοντας ημιτελές το μυθιστόρημά του Το μυστήριο του Έντουιν Ντρουντ, το οποίο πολλοί επιχείρησαν να ολοκληρώσουν από τότε.

Ο Κάρολος Ντίκενς υπήρξε ένας μεγάλος δημιουργός στον χώρο τόσο της ψυχαγωγίας όσο και της τέχνης. Το έργο του συγκέντρωνε τέτοιες αρετές, ώστε να βρίσκει απήχηση τόσο στον απλό άνθρωπο, όσο και στον καλλιεργημένο. Επαινέθηκε από ομοτέχνους του, όπως ο Λέων Τολστόι και κατακρίθηκε από συγγραφείς όπως ο Χένρι Τζέιμς και η Βιρτζίνια Γουλφ, που τον κατηγόρησαν για συναισθηματισμό, μελοδραματισμό κι έλλειψη αληθοφάνειας. Τα έργα του έχουν γίνει γνωστά στα πέρατα της οικουμένης και με τη βοήθεια των σύγχρονων μέσων, του κινηματογράφου, της τηλεόρασης και του κόμικς.

Στην Ελλάδα το πρώτο λογοτεχνικό έργο του Ντίκενς -το μυθιστόρημα Τα δύσκολα χρόνια- εκδόθηκε το 1887 από το περιοδικό Εβδομάς, χωρίς να αναφέρεται το όνομα του μεταφραστή. Προηγουμένως είχε δημοσιευτεί στο εν λόγω περιοδικό σε συνέχειες. Εικάζεται ότι είναι ο κεφαλλονίτης λόγιος Παναγιώτης Πανάς (ένα από τα σημαντικότερα πρόσωπα του ελληνικού ριζοσπαστισμού κατά τον 19ο αιώνα), ο οποίος ένα χρόνο αργότερα μετέφρασε το διήγημα Άσμα των Χριστουγέννων (A Christmas Carol, Χριστουγεννιάτικη Ιστορία, όπως είναι γνωστό σήμερα). Έκτοτε, τα σημαντικότερα έργα του Ντίκενς έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά, όχι μία, αλλά πολλές φορές. Οι μεταπολεμικές γενιές γνώρισαν τον Ντίκενς και μέσα από τα Κλασσικά Εικονογραφημένα.



Διαβάστε περισσότερα: http://www.sansimera.gr/biographies/436#ixzz24TU0jpbt





Έχει επεξεργασθεί από τον/την ΜΗΔΕΙΑ στις Σαβ 27 Οκτ - 21:46, 1 φορά
ΜΗΔΕΙΑ
ΜΗΔΕΙΑ
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Θηλυκό
Τόπος Τόπος : Θεσσαλονίκη
Ηλικία Ηλικία : 49
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 2153
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 64
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 41610

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty Απ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από ΜΗΔΕΙΑ Παρ 24 Αυγ - 17:57

ΑΓΚΑΘΑ ΚΡΙΣΤΙ (AGATHA CHRISTIE 1890 - 1976)


ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Christie-agatha01


Μεταξύ των πολλών αινιγμάτων στον κόσμο της Αγκάθα Κρίστι, είναι ο λόγος, για τον οποίο η Βρετανίδα λογοτέχνις έγινε η δημοφιλέστερη συγγραφέας όλων των εποχών με δύο δισεκατομμύρια αντίτυπα διεθνώς. Σε πρόσφατη έρευνα διαπιστώθηκε πως το απλό, υπνωτιστικό λογοτεχνικό της ύφος είναι ο βασικός ύποπτος για τη λύση του αινίγματος. Ο Ρόλαντ Κάπφερερ, ο οποίος ήταν επικεφαλής του σχεδίου, πρωτοβουλία ειδικών από τα Πανεπιστήμια του Λονδίνου, του Μπέρμιγχαμ και του Ουόργουικ, ανέφερε ότι το συναρπαστικό συγγραφικό της στυλ είναι αυτό που δεν επιτρέπει στους αναγνώστες να παρατήσουν στη μέση οποιοδήποτε βιβλίο της. «Είναι εντυπωσιακό πόσο διαχρονικά και δημοφιλή παραμένουν τα βιβλία της Αγκάθα Κρίστι», ανέφερε ο Κάπφερερ. Η Κρίστι, η οποία μεταξύ άλλων έχει γράψει το «Έγκλημα στον Νείλο» και τον «Φόνο στο Ριάντ Εξπρές» ήταν εξαρχής επιτυχημένη, όταν πρωτοεμφανίστηκαν τα μυθιστορήματά της στη δεκαετία του '20. Συνολικά έγραψε 80 μυθιστορήματα και συλλογές διηγημάτων, καθώς και 19 θεατρικά έργα. Το έργο της έχει μεταφραστεί σε εβδομήντα και πλέον γλώσσες και μόνο η Βίβλος και ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ έχουν πουλήσει παραπάνω αντίτυπα από την Αγκάθα Κρίστι.

Στα πρώτα χρόνια της σταδιοδρομίας της, η Κρίστι σπάνια απουσίαζε από τις λίστες των μπεστ σέλερ με τους Βρετανούς εκδότες της να προωθούν κάθε χρόνο την κυκλοφορία μίας «Κρίστι για τα Χριστούγεννα», όπου οι συνήθεις ήρωες της, η Μις Μαρμπλ και ο Ηρακλής Πουαρό εμφανίζονταν σε περιοχές, τις οποίες επισκεπτόταν η συγγραφέας. Σύμφωνα με το Βιβλίο Γκίνες, η Κρίστι είναι η συγγραφέας με τις περισσότερες πωλήσεις όλων των εποχών. Η δημοτικότητα των μυθιστορημάτων της υπερβαίνει γλωσσικά και πολιτισμικά σύνορα.

H Ποντικοπαγίδα των ρεκόρ!

Η μακροβιότερη θεατρική παράσταση του κόσμου, η Ποντικοπαγίδα της Αγκάθα Κρίστι, συμπληρώνει πενήντα πέντε ολόκληρα χρόνια ζωής.
Την Ποντικοπαγίδα έχουν παρακολουθήσει περισσότεροι από 10 εκατ. άνθρωποι. Το έργο της Αγκάθα Κρίστι έχει παρουσιαστεί σε περισσότερες από 40 χώρες και έχει μεταφραστεί σε περισσότερες από 20 γλώσσες. Έχει γίνει πια ένα από τα αξιοθέατα του Λονδίνου!
Το έργο γράφτηκε από τη μεγάλη Βρετανίδα συγγραφέα ιστοριών μυστηρίου το 1947 για τα γενέθλια της βασίλισσας. Το 1958 έγινε η μακροβιότερη παράσταση της Βρετανίας και στα μέσα της δεκαετίας του '70 έγινε η μακροβιότερη παράσταση του κόσμου.

Στο θέατρο Σεν Μάρτιν του Ουέστ Εντ η Ποντικοπαγίδα μεταφέρθηκε το 1974. Στη διάρκεια των 50 χρόνων στο καστ έχουν περιληφθεί περίπου 300 ηθοποιοί. Ο Ντέιβιντ Ράβεν, μάλιστα, μπήκε στο βιβλίο ρεκόρ Γκίνες υποδυόμενος τον αστυνόμο Μέιτζορ για 4.575 παραστάσεις.

Η Βασίλισσα του Εγκλήματος

Η 'Αγκάθα Κρίστι, εκτός από την αστυνομική λογοτεχνία (έγινε κυρίως γνωστή για τα 80 αστυνομικά της μυθιστορήματα που την έκαναν έναν από τους πιο σημαντικούς συγγραφείς στην εξέλιξη του λογοτεχνικού αυτού ρεύματος, στα οποία πρωταγωνιστούν οι ντετέκτιβ Ηρακλής Πουαρό και Μις Τζέιν Μαρπλ, και πήρε τον τίτλο της «Βασίλισσας του Εγκλήματος»), ασχολήθηκε κατά διαστήματα και με άλλα λογοτεχνικά είδη. Πιο συγκεκριμένα έγραψε:
Με το όνομα 'Αγκάθα Κρίστι Μαλόουν το Come, Tell me how you Live (Αναμνήσεις από την αρχαιολογική αποστολή στη Συρία), το 1946, και το Star Over Bethlehem (ποιήματα και παιδικές ιστορίες), το 1965.

Με το όνομα επίσης Μαίρη Γουέσμεϊκοτ, μια σειρά από ρομαντικές ιστορίες: Giant's Bread (1930), Unfinished Portait (1934), Absent in the Spring (1944), The Rose and the New Tree (1947), A Daughter's a Daughter (1952), The Burden (1956). Τέλος μια σειρά ποιημάτων με τον τίτλο The Road of Dreams (1924), καθώς και ένα θεατρικό έργο, το Akhnaton, που η δράση του τοποθετείται στην αρχαία Αίγυπτο και το οποίο, ενώ γράφτηκε το 1937, εκδόθηκε μόλις το 1973. Εκτιμάται ότι τα βιβλία της έχουν πουλήσει 1 δισεκατομμύριο αντίτυπα στα αγγλικά, και ένα ακόμη δισεκατομμύριο σε 103 άλλες γλώσσες.Τα περισσότερα από αυτά έχουν μεταφερθεί στον κινηματογράφο με μεγάλη επιτυχία, καθώς και έχουν γίνει τηλεοπτικές σειρές κυρίως από το BBC, το οποίο τις προβάλει από το 1984 μέχρι σήμερα!

Λονδίνο - Βαγδάτη σε οκτώ ημέρες

Φθινόπωρο 1928. Στην ηλικία των 38 ετών, με έναν αποτυχημένο γάμο - που της χάρισε μια κόρη, τη Ρόζαλιντ - και ένα επιτυχημένο βιβλίο The Murder of Roger Ackroyd, 1926 (Ο φόνος του Ρότζερ Ακρόιντ, εκδόσεις Άγρα) - που της χάρισε τη διεθνή αναγνώριση - πίσω της, η Αγκάθα Κρίστι αποφάσισε να επισκεφθεί τη Συρία. Προορισμός της ήταν οι ανασκαφές του διακεκριμένου αρχαιολόγου Λέοναρντ Γούλεϊ στην Ουρ και το μεταφορικό μέσο που επέλεξε ήταν το Οριάν Εξπρές.
Η εποχή του Μεσοπολέμου ήταν η χρυσή εποχή των σιδηροδρόμων και αυτό ήταν το πιο πολυτελές, αποκλειστικό και μυθικό διαμάντι της Compagnie Internationale des Wagons-Lits. Στο αυτοβιογραφικό Come Tell me How you Live, 1946 (Σελίδες αυτοβιογραφίας, εκδόσεις Λιβάνη), έγραψε για το αγαπημένο της τρένο: «Μου αρέσει το τέμπο του, που ξεκινάει allegro con fuoco και όσο κινούμαστε ανατολικά όλο και επιβραδύνεται, για να καταλήξει πλέον εντελώς legato». Για μια ρομαντική ταξιδιώτισσα τίποτε δεν μπορεί να ήταν πιο ρομαντικό από τη διαδρομή Λονδίνο - Βαγδάτη σε οκτώ ημέρες.
Ο Μεσοπόλεμος ήταν επίσης η χρυσή εποχή του άγγλου ταξιδιώτη στην Ανατολή. Της Αγκάθα είχε προηγηθεί η φοβερή Γερτρούδη Μπελ, η οποία περιπλανήθηκε χρόνια ολόκληρα ανάμεσα στις φυλές της Συρίας ταξιδεύοντας έφιππη χωρίς ανδρική συνοδεία. Ανήκε στη γενιά αυτή των Άγγλων που βίωναν την παραμονή τους στην έρημο ως την υπέρτατη υπαρξιακή περιπέτεια και την επαφή τους με τους Άραβες ως ένα είδος μυστικιστικής «αποστολής», όπως περιέγραψε η ίδια η Μπελ στο Daughter of the Desert, καθώς και ο Τ.Ε. Λόρενς στο The Seven Pillars of Wisdom (Επτά στύλοι της σοφίας, εκδόσεις Εστία).

Η Αγκάθα βεβαίως τις ακραίες περιπέτειες προτιμούσε να τις ζει με τη φαντασία της, αλλά οι επιλογές ζωής που έκανε μετά την Ουρ ήταν αντισυμβατικά τολμηρές. Στην ανασκαφή την ξενάγησε ο κατά 15 χρόνια νεότερός της, ανερχόμενος αρχαιολόγος Μαξ Μάλοουαν. Την τρίτη ημέρα ξενάγησης, όταν το αυτοκίνητό τους ξεψύχησε στην έρημο αναγκάζοντάς τους να διανυκτερεύσουν σε ένα αστυνομικό τμήμα-καλύβα στη μέση τού πουθενά, η Αγκάθα δεν έχασε ούτε στιγμή το χιούμορ της και ο Μαξ αποφάσισε ότι είχε γνωρίσει τη γυναίκα της ζωής του.
Την άνοιξη του 1930 της ζήτησε να παντρευτούν. «Σε πειράζει που το επάγγελμά μου είναι να βγάζω πεθαμένους από το χώμα;» τη ρώτησε. Και εκείνη του απάντησε: «Καθόλου, αγάπη μου. Όπως ξέρεις, λατρεύω τα πτώματα».
Έτσι ξεκίνησε το ταξίδι - κυριολεκτικά - ενός γάμου που διέσχισε επί 46 ολόκληρα χρόνια δεκάδες ερήμους, έζησε έναν παγκόσμιο πόλεμο, εγκαταστάθηκε σε έξι από τις σημαντικότερες αρχαιολογικές τοποθεσίες της Συρίας και του Ιράκ (Ουρ, Νινευή, Νιμρούντ, Τελ-Μπρακ, Αρπατσίγια, Τσαγκάρ Μπαζάαρ) και παρήγαγε, αντί απογόνων, έναν θησαυρό ευρημάτων, τόσο αρχαιολογικών - από την πλευρά του Μαξ - όσο και μυθιστορηματικών - από την πλευρά της Αγκάθα.



Ο αρχαιολόγος Ηρακλής Πουαρό

Το 1931, επιστρέφοντας στην Αγγλία, το Οριάν Εξπρές κόλλησε στα χιόνια της Γιουγκοσλαβίας. Άραγε οι τουρίστες, οι τυχοδιώκτες, οι επιχειρηματίες, οι πολιτικοί, οι προδότες, οι αριστοκράτες, οι καλλιτέχνες, οι κατάσκοποι που υπομονετικά περίμεναν να τους απεγκλωβίσουν, φαντάστηκαν ποτέ ότι η καλοσυνάτη εγγλέζα κυρία που έπινε το τσάι της στωικά ανάμεσά τους ήδη τους μετέτρεπε σε λογοτεχνικούς χαρακτήρες; Και όμως το Murder on the Orient Express (Έγκλημα στο Οριέντ Εξπρές, εκδόσεις Καλοκάθη) γράφτηκε το 1934 και έγινε μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της Αγκάθα Κρίστι.
Απίστευτα παραγωγική συγγραφέας, έγραφε περίπου ένα αστυνομικό μυθιστόρημα ανά ανασκαφική σεζόν, δουλεύοντας πάντα μόνο τα πρωινά. Από τα 100 έργα της που εκδόθηκαν μεταξύ 1930 και 1976, άλλα γράφτηκαν στην Ανατολή, άλλα τα εμπνεύστηκε από την Ανατολή, άλλα διαδραματίζονται στην Ανατολή, όλα όμως άμεσα ή έμμεσα έχουν να κάνουν με τα βιώματά της ή μάλλον με το τρομερό της χάρισμα να περιγράφει με χειρουργική - ή αρχαιολογική - ακρίβεια αυτά τα βιώματα.

Το Murder in Mesopotamia, 1936 (Θάνατος στη Μεσοποταμία, εκδόσεις Ερμείας) βασίστηκε στην ασφυκτικά κλειστή, μικρή κοινωνία των αρχαιολόγων της Ουρ. Από το ταξίδι της με ατμόπλοιο στον Νείλο εμπνεύστηκε το Death on the Nile, 1937 (Έγκλημα στον Νείλο, εκδόσεις Μίνωας). Μετά την επίσκεψή της στην Πέτρα της Ιορδανίας έγραψε το Appointment with Death, 1938 (Ραντεβού με τον θάνατο, εκδόσεις Ερμείας), και το They Came to Baghdad, 1951(Ραντεβού στη Βαγδάτη, εκδόσεις Λυχνάρι), γράφτηκε κατά τη διάρκεια μακρόχρονης παραμονής της στη Βαγδάτη.
Σε κάποιο από αυτά τα έργα ένας χαρακτήρας λέει στον Ηρακλή Πουαρό: «Θα ήσασταν καλός αρχαιολόγος, κύριε Πουαρό - έχετε το χάρισμα να αναβιώνετε το παρελθόν». Όντως η πληγωμένη (από ναυτίες, θερμοπληξίες και άλλα συναφή) ματαιοδοξία του ταξιδιώτη-Πουαρό πάντα αποκαθίσταται στο τέλος από τους θριάμβους του ντετέκτιβ-Πουαρό που, ως καλός αρχαιολόγος, ερευνά αίτια, ανασυνθέτει καταστάσεις, δεν αφήνει καμία λεπτομέρεια να του ξεφύγει, και γνωρίζει ότι τα φαινόμενα απατούν. Μια αρχαιολογική αυτοψία δεν διαφέρει πολύ από μια εγκληματολογική αυτοψία, και η προσέγγιση ενός φόνου διά της «ανασκαφικής» μεθόδου ενέπνευσε πριν από την Αγκάθα σημαντικούς βικτωριανούς συγγραφείς όπως ο Εμίλ Γκαμποριό, ο Γουίλκι Κόλινς και, φυσικά, ο δημιουργός του Σέρλοκ Χολμς Σερ Άρθουρ Κινάν Ντόιλ.
Βεβαίως είναι λιγάκι δύσκολο να φαντασθεί κανείς τον μικρόσωμο, χοντρούλη, ψυχαναγκαστικό Βέλγο ως άλλον Ιντιάνα Τζόουνς - ειδικά αν συγκρίνει τη μορφή του Πίτερ Ουστίνοφ με αυτήν του Χάρισον Φορντ. Όπως είναι δύσκολο να πιστέψει ότι τα εξωτικά παραμύθια της Αγκάθα Κρίστι-Μάλοουαν, με τα οποία έχουν ταξιδέψει εκατομμύρια άνθρωποι σε όλον τον κόσμο, δεν είναι ακριβώς παραμύθια.


Παρέα με την... Queen Mary

«Η λάμψη ενός αρχαίου χρυσού στιλέτου καθώς αυτό ξεπρόβαλλε αργά μέσα από την άμμο ήταν για μένα το πιο ρομαντικό θέαμα» - όπως όλοι οι μεγάλοι έρωτες, η αρχαιολογία ανέτρεψε τον κόσμο της Αγκάθα Κρίστι ολοκληρωτικά, αλλά και ταυτοχρόνως με την πιο απόλυτη φυσικότητα.
Περνούσε τους περισσότερους μήνες του χρόνου στις ανασκαφές του συζύγου της, διαμένοντας, ακόμη και στα 68 της, είτε σε σκηνές είτε στα λιτά και άβολα κτίσματα της κάθε αποστολής. Όλοι όσοι την έζησαν θυμούνται σήμερα το έμφυτο χάρισμά της για καλοπέραση με τα ελάχιστα μέσα - και μιαν αγγλοσαξονική εμμονή στη διατήρηση των τύπων κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες: εκείνη και ο Μαξ φορούσαν πάντα βραδινό ένδυμα για το δείπνο, ακόμη και όταν το δείπνο ήταν κάτι που έμοιαζε με σουφλέ σερβιρισμένο μέσα σε τενεκεδάκια από έναν μάγειρο που δεν είχε ποτέ του ξαναμαγειρέψει. Η Αγκάθα στη Νιμρούντ του Ιράκ, όπως ακριβώς στο Ντέβον της Αγγλίας, φορούσε τουίντ, κασμίρι και μετάξι, ενώ ποτέ δεν αποχωριζόταν το μαντίλι στα μαλλιά και το τσαντάκι στο χέρι. Καθάριζε τα αρχαία ευρήματα με ένα πανάκι βουτηγμένο σε γαλάκτωμα καθαρισμού Innoxa για το πρόσωπο και παρελάμβανε τους «Times» όπου κι αν βρισκόταν. Οι μετακινήσεις της γίνονταν με ένα τετρακύλινδρο Φορντ που δεν είχε καθόλου καλή σχέση με την άμμο της ερήμου και το οποίο βάφτισε «Queen Mary» λόγω του μεγαλόπρεπου παρουσιαστικού του.
Παρ' όλο που η Μις Μαρπλ ήταν βασισμένη σε μια αγαπημένη γριά θεία, δεν μπορεί κανείς να μην τη φαντάζεται ως ένα alter ego της ίδιας της Αγκάθα: δημιουργός και ηρωίδα ενσάρκωναν την απόλυτη αντίθεση μεταξύ του φαίνεσθε και του είναι.
Οι αντοχές της στην αφόρητη ζέστη, στη σκόνη και στις λοιμώξεις ήταν αξιοθαύμαστες. Διασκέδαζε τους Άραβες διοργανώνοντας αγώνες δρόμου με έπαθλα κοτόπουλα και χαλβά και τους Άγγλους συνθέτοντας χιουμοριστικά ποιηματάκια σε στυλ αρχαίας ωδής ή βιβλικών ψαλμών, όπως ο «Ψαλμός στον Τότο», δηλαδή σε ένα τσοπανόσκυλο. Γνώριζε πολύ καλά την ασσυριακή αρχαιολογία και οι επιδόσεις της στη φωτογραφία ήταν επαγγελματικού επιπέδου. Ως εξαιρετικά ντροπαλός και κατ' εξοχήν παρατηρητικός άνθρωπος, ένιωθε ασφαλέστερη πίσω από την κάμερα. Εμφάνιζε η ίδια τα αμέτρητα φιλμ που τραβούσε με την πολυαγαπημένη της Leica DRP ΙΙΙ και ήδη από το 1938 γυρνούσε έγχρωμα φιλμάκια 16 mm με μια Kodak 237 FK. Το σίγουρο είναι ότι με αυτά τα φιλμ άφησε πίσω της ένα μοναδικό ιστορικό ντοκουμέντο μιας εποχής όπου η αρμονική συνύπαρξη φυλών, εθνοτήτων και θρησκειών στο Ιράκ και στη Συρία ήταν ακόμη δυνατή, ένα αρχαιολογικό ντοκουμέντο ανασκαφών και ευρημάτων και ένα πολύ προσωπικό και τρυφερά αποστασιοποιημένο ντοκουμέντο ζωής.

Την άνοιξη του 1944, εγκατεστημένη στην Αγγλία και μέσα στην αβεβαιότητα του πολέμου, έγραψε για τη Συρία: «Αγαπώ αυτή την απαλή, γόνιμη γη και τους απλούς ανθρώπους της που ξέρουν να γελούν και να ευχαριστιούνται τη ζωή. Μακάρι, Ινσαλάχ, να ξαναπάω εκεί και να δω πως όλα αυτά που αγαπώ υπάρχουν ακόμη και δεν έχουν χαθεί για πάντα». Από τότε πήγε ακόμη αμέτρητες φορές...


ΠΗΓH: http://www.os3.gr/arhive_afieromata/gr_afieromata_agatha_christie.html




Έχει επεξεργασθεί από τον/την ΜΗΔΕΙΑ στις Σαβ 27 Οκτ - 21:47, 1 φορά
ΜΗΔΕΙΑ
ΜΗΔΕΙΑ
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Θηλυκό
Τόπος Τόπος : Θεσσαλονίκη
Ηλικία Ηλικία : 49
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 2153
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 64
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 41610

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty Απ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από ΜΗΔΕΙΑ Δευ 8 Οκτ - 18:36

ΟΣΚΑΡ ΟΥΑΙΛΝΤ (OSCAR WILDE 1854 - 1900)


ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 200px-Oscar_Wilde


Ο Όσκαρ Ουάιλντ (πλήρες όνομα Όσκαρ Φίνγκαλ Ο'Φλάχερτι Γουίλ Ουάιλντ), 16 Οκτωβρίου 1854 - 30 Νοεμβρίου 1900) ήταν Ιρλανδός μυθιστοριογράφος, ποιητής, θεατρικός συγγραφέας και κριτικός που έζησε στο τέλος της Βικτωριανής Εποχής. Ανάμεσα στα πιο γνωστά έργα του συγκαταλέγονται το μυθιστόρημα Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκραίη και το τελευταίο του έργο-επιστολή De Profundis.

Νεανικά χρόνια

Ο Όσκαρ Ουάιλντ γεννήθηκε στο Δουβλίνο και ανατράφηκε στους κόλπους μιας Προτεσταντικής οικογένειας. Η μητέρα του, Τζέην Φραντσέσκα Έλτζι (Jane Francesca Elgee), ήταν επιτυχημένη συγγραφέας (γνωστή και με το ψευδώνυμο Speranza) ενώ ο πατέρας του, Σερ Ουίλλιαμ Ουάιλντ, ήταν επιτυχημένος ιατρός και χειρουργός. Μέχρι την ηλικία των εννέα ετών, λάμβανε μαθήματα κατ' οίκον ενώ την περίοδο 1864-1871 φοίτησε στο Portora Royal School, 160 χιλιόμετρα έξω από την πόλη του Δουβλίνου. Μετά την αποφοίτησή του, σπούδασε στο Trinity College μέχρι το 1874, όπου διακρίθηκε ως εξαιρετικός φοιτητής, κερδίζοντας για τις επιδόσεις του, το Χρυσό Μετάλιο Μπέρκλεϊ, το οποίο αποτελούσε την μεγαλύτερη τιμητική διάκριση για φοιτητή του κολεγίου. Του χορηγήθηκε επιπλέον υποτροφία για το Magdalen College της Οξφόρδης, όπου και συνέχισε τις σπουδές του μέχρι το 1878, λαμβάνοντας το βραβείο Newdigate για την ποιητική του σύνθεση με τίτλο Ραβέννα (Ravenna) και αποφοιτώντας με άριστα. Την ίδια περίοδο πρέπει να επηρεάστηκε από το ρεύμα του αισθητισμού και τις θεωρίες των John Ruskin και Walter Pater, οι οποίοι δίδασκαν στην Οξφόρδη κατά τη διάρκεια των σπουδών του Ουάιλντ.

Μετά την αποφοίτησή του από το κολέγιο, ο Ουάιλντ εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο μαζί με τον φίλο του Φρανκ Μάιλς, γνωστό ζωγράφο της εποχής. Νωρίτερα είχε γνωρίσει στο Δουβλίνο την Florence Balcome, την οποία και ερωτεύτηκε. Εκείνη συνδέθηκε τελικά με τον συγγραφέα Μπραμ Στόκερ, γεγονός που φαίνεται πως αποτέλεσε τον λόγο για τον οποίο ο Ουάιλντ εγκατέλειψε την Ιρλανδία. Το 1881 δημοσίευσε την πρώτη του ποιητική συλλογή (Poems), η οποία έλαβε και θετικές κριτικές, ενώ το Δεκέμβριο του ίδιου έτους ταξίδεψε στη Νέα Υόρκη για μία σειρά θεωρητικών διαλέξεων που έδωσε για το αισθητικό κίνημα στη Βρετανία. Ο Ουάιλντ είχε προγραμματίσει αρχικά να παραδώσει πενήντα διαλέξεις σε διάστημα τεσσάρων μηνών, ωστόσο τελικά η παραμονή του στις Ηνωμένες Πολιτείες διήρκεσε περίπου ένα χρόνο δίνοντας στο διάστημα αυτό συνολικά 140 διαλέξεις.


Γάμος και οικογένεια

Ο Όσκαρ Ουάιλντ με το Λόρδο Άλφρεντ Ντάγκλας.Επιστρέφοντας από την Αμερική, ο Ουάιλντ επισκέφτηκε το Παρίσι όπου ολοκλήρωσε το δεύτερο θεατρικό του έργο The Dutchess of Padua που δεν σημείωσε αξιοσημείωτη επιτυχία. Αργότερα πραγματοποίησε διαλέξεις στη Βρετανία και την Ιρλανδία. Κατά την παραμονή του στο Δουβλίνο, γνώρισε το καλοκαίρι του 1884, την Κόνστανς Λόυντ, κόρη εύπορης Ιρλανδικής οικογένειας, την οποία παντρεύτηκε και μαζί απέκτησαν δύο γιούς ονόματι Cyril και Vyvyan, το 1885 και 1886 αντίστοιχα. Προκειμένου να συντηρήσει οικονομικά την οικογένειά του, ο Ουάιλντ εργάστηκε σε διάφορα περιοδικά και εφημερίδες της εποχής, μεταξύ αυτών η Paul Mall Gazette και η επιθεώρηση Dramatic Review, παρέχοντας δημοσιογραφικά κείμενα και κριτικές. Την περίοδο 1887-1889 ανέλαβε την έκδοση του μηνιαίου περιοδικού The Lady's World, το οποίο μετονόμασε σε The Woman's World και προέβη σε αλλαγές με στόχο την αλλαγή του ύφους του. Ειδικότερα, προέβαλε καλλιτεχνικά και πολιτικά θέματα, αποσκοπώντας στην καλλιέργεια ενός ευρύτερα ευαισθητοποιημένου -κυρίως γυναικείου- αναγνωστικού κοινού. Εγκατέλειψε το εγχείρημά του δύο χρόνια αργότερα.


Λογοτεχνικό έργο

Τα επόμενα χρόνια αποτέλεσαν μία ιδιαίτερα παραγωγική περίοδο σε ότι αφορά το λογοτεχνικό έργο του Όσκαρ Ουάιλντ. Το 1888 εκδόθηκε ένα από τα πιο γνωστά έργα του, Ο ευτυχισμένος πρίγκιπας και άλλα παραμύθια (The Happy Prince and Other Tales). Το μοναδικό μυθιστόρημα του, Το Πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέη, εκδόθηκε στην τελική του μορφή το 1891, ενώ από το 1890 είχε παρουσιαστεί στο περιοδικό Lippincott's Magazine. Αρκετοί κριτικοί αναγνωρίζουν σε αυτό, αυτοβιογραφικά στοιχεία και παραλληλισμούς ανάμεσα στον κεντρικό ήρωα και τον συγγραφέα. Το ίδιο βιβλίο χρησιμοποιήθηκε εναντίον του κατά την διάρκεια της μεταγενέστερης δίκης του, κατηγορούμενος για ομοφυλοφιλία. Το Δεκέμβριο του 1892 παρουσιάστηκε η θεατρική του κωμωδία Η Βεντάλια της λαίδης Ουίντερμηρ (Lady's Windermere's Fan), η οποία έτυχε θερμής υποδοχής, γεγονός που πιθανά να παρακίνησε τον Ουάιλντ να συνεχίσει να γράφει για το θέατρο. Μεταξύ των μεταγενέστερων θεατρικών του έργων συγκαταλέγονται τα Μία γυναίκα χωρίς σημασία (A Woman of No Importance, 1893), Ένας ιδανικός σύζυγος (An Ideal Husband, 1895) και The Importance of Being Earnest (1895).


Το σκάνδαλο του Queensberry

Οι ερωτικές επιλογές του Όσκαρ Ουάιλντ και ειδικότερα η – απαγορευμένη στη Βρετανία εκείνη την εποχή – ομοφυλοφιλία του, προκάλεσαν ιδιαίτερη αίσθηση στην εποχή του. Οι βιογράφοι του αναφέρουν πως πιθανότατα να ανέπτυξε για πρώτη φορά ομοφυλοφιλική ερωτική σχέση με τον Ρόμπερτ Μπάλντουϊν Ρος (Robert Baldwin Ross), περίπου το 1887, ενώ άλλοι υποστηρίζουν πως ο Ουάιλντ είχε νωρίτερα συνειδητοποιήσει την ομοφυλοφιλική του φύση, κατά τη διάρκεια των σπουδών του, αναφέροντας πιθανή σχέση του με τον Φρανκ Μάιλς[1]. Αργότερα, το 1891, συνδέθηκε με τον ποιητή Λόρδο Άλφρεντ Ντάγκλας, γνωστό και με το ψευδώνυμο Bosie. Πατέρας του, ήταν ο 9ος Μαρκήσιος του Κουίνσμπερυ, τον οποίο ο Ουάιλντ μήνυσε τον Απρίλιο του 1895, μετά από προσωπικές επιθέσεις του μαρκήσιου και κατηγορίες περί ομοφυλοφιλίας του. Η πράξη του Ουάιλντ να κινηθεί νομικά κατά του μαρκήσιου, στράφηκε τελικά εναντίον του, καθώς βρέθηκε ο ίδιος κατηγορούμενος για ομοφυλοφιλία και τελικά καταδικάστηκε στις 25 Μαΐου του 1895 σε καταναγκαστικά έργα δύο ετών, αφού είχε νωρίτερα συλληφθεί, στις 6 Απριλίου.


Η περίοδος της φυλάκισης επέδρασε στην υγεία του Όσκαρ Ουάιλντ, ο οποίος μετά την αποφυλάκισή του στις 19 Μαΐου του 1897, πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του απομονωμένος από τον κοινωνικό του περίγυρο. Οι εμπειρίες του στη φυλακή καταγράφτηκαν στο ποίημα Η Μπαλάντα της φυλακής του Ρήντιγκ (The Ballad of Reading Gaol). Στη φυλακή, ο Ουάιλντ έγραψε επίσης ένα γράμμα προς τον Άλφρεντ Ντάγκλας, το οποίο παρέδωσε αργότερα στον Γκρος. Εκείνος δημοσίευσε ένα μέρος του (περίπου το 30% του περιεχομένου του) το 1905, μετά το θάνατο του Όσκαρ Ουάιλντ, υπό τον τίτλο De Profundis (Εκ βαθέων). Το 1908, αποτέλεσε τμήμα μιας συλλεκτικής έκδοσης έργων του Ουάιλντ και στη συνέχεια παραχωρήθηκε στο Βρετανικό Μουσείο με την συμφωνία να μην δημοσιοποιηθεί στο σύνολό του πριν το 1960. Το 1949, ο γιος του Ουάιλντ, Vyvyan Holland, δημοσίευσε εκ νέου το κείμενο, περιέχοντας και αποσπάσματα που δεν είχαν δημοσιευτεί παλαιότερα. Το βιβλίο εκδόθηκε τελικά στην πλήρη μορφή του το 1962.


Επίλογος

Ο Όσκαρ Ουάιλντ πέθανε στις 30 Νοεμβρίου του 1900 από μηνιγγίτιδα και πριν το θάνατό του ασπάστηκε τον Καθολικισμό. Σχετικά με τα αίτια του θανάτου του, έχουν δοθεί διαφορετικές ερμηνείες. Ο βιογράφος του Richard Ellmann, υποστήριξε πως οφειλόταν σε σύφιλη, ωστόσο ο Μέρλιν Χόλαντ, επίσης βιογράφος και εγγονός του Ουάιλντ, θεωρεί πως η ερμηνεία αυτή αποτελεί παρανόηση συνδέοντας τη μηνιγγίτιδα που τον προσέβαλε με μία χειρουργική επέμβαση που είχε προηγηθεί. Σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη, όπως αυτή επιβεβαιώνεται και από αναφορές των ιατρών του Ουάιλντ, τα αίτια του θανάτου του δεν σχετίζονται με πιθανή σύφιλη. Ο τάφος του βρίσκεται σήμερα στο Παρίσι.


Αισθητισμός

Γελοιογραφία που δημοσιεύτηκε στο αμερικανικό περιοδικό Wasp με αφορμή την επίσκεψη του Όσκαρ Ουάιλντ.Ο Ουάιλντ θεωρείται ένας από τους κύριους εκπροσώπους του ρεύματος του αισθητισμού, το οποίο αναπτύχθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα στη Βρετανία και αποτέλεσε σε ένα βαθμό προέκταση του συμβολισμού στη Γαλλία. Επηρεάστηκε ιδιαίτερα από το έργο των John Ruskin και Walter Pater και υπερασπίστηκε το δόγμα της τέχνης για την τέχνη, αρνούμενος την αναγκαιότητα ύπαρξης μιας ηθικής παραμέτρου στην τέχνη. Ως προβεβλημένος εκπρόσωπος του αισθητισμού, ο Ουάιλντ απέκτησε σημαντική φήμη και αναγνωρισιμότητα. Οι διαλέξεις που έδωσε στην Αμερική ήταν αφιερωμένες στο αισθητικό βρετανικό κίνημα, αν και δεν είχαν σημαντική απήχηση.


Εργογραφία / Ποίηση

Ravenna (1878)
Poems (1881)
The Sphinx (Η Σφίγγα) (1894)
The Ballad of Reading Gaol (Η Μπαλάντα της φυλακής του Ρήντιγκ ή Η Μπαλάντα της φυλακής του Ρέντιγκ) (1898)
Θεατρικά έργα

Vera (1880)
The Duchess of Padua (1883)
Salomé (Σαλώμη) (γαλλική έκδοση 1893, παρουσιάστηκε στο Παρίσι το 1896)
Lady Windermere's Fan (Η Βεντάλια της λαίδης Ουίντερμηρ) (1892)
A Woman of No Importance (Μία γυναίκα χωρίς σημασία) (1893)
An Ideal Husband (Ένας ιδανικός σύζυγος) (1895) [2]
The Importance of Being Earnest (1895) [3]
La Sainte Courtisane (Αγία Εταίρα) και A Florentine Tragedy (Φλωρεντινή τραγωδία) - Αποσπασματικά. Δημοσιεύτηκαν το 1908 στο συλλεκτικό τόμο Collected Works του Meuthuen.
(Οι ημερομηνίες αναφέρονται στην πρώτη εκτέλεση των έργων)


Πεζά

The Canterville Ghost (Το φάντασμα του Κάντερβιλ) (1887)
The Happy Prince and Other Stories (Ο ευτυχισμένος πρίγκιπας και άλλα παραμύθια) (1888) [4]
The Portrait of Mr. W. H. (Το πορτρέτο του κυρίου Ου. Χ.) (1889)
Lord Arthur Saville’s Crime and other Stories (Το έγκλημα του Λόρδου Αρθουρ Σάβιλ) (1891)
Intentions (1891)
The Picture of Dorian Gray (Το Πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέη) (1891)
House of Pomegranates (Το σπίτι με τις ροδιές, 1891, παραμύθια)
The Soul of Man Under Socialism (Η ψυχή του ανθρώπου στο σοσιαλισμό) - δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Pall Mall Gazette το 1891, πρώτη επίσημη έκδοση ως βιβλίο το 1904.
De Profundis (Εκ βαθέων, 1905)
The Letters of Oscar Wilde (Μια ζωή επιστολές) (1960, επανέκδοση 2000)
Teleny or the Reverse of the medal (Τέλενυ ή η άλλη όψη του νομίσματος) (Παρίσι, 1893)


Ελληνικές μεταφράσεις

Όλα τα θεατρικά (πλην του Vera) μεταφράστηκαν από τον Στάθη Σπηλιωτόπουλο ("Ίκαρος", 1957, 2 τόμοι)
Η Μπαλάντα της φυλακής του Ρήντιγκ : Στάθης Σπηλιωτόπουλος (Νέα Εστία 1981 Α΄)
Το έγκλημα του Λόρδου Αρθουρ Σάβιλ : Δ.Ανδρέου ("Στοχαστής")
Το Πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέη : Επ.Καούρη ("Δ.Δαρεμάς", χχ)
De Profundis : Στάθης Σπηλιωτόπουλος ("Κλασσικά Παπύρου")
Ο ευτυχισμένος πρίγκιπας και άλλα παραμύθια - Το σπίτι με τις ροδιές : Π.Αντωνόπουλος ("Αστήρ")



ΠΗΓΗ

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%8C%CF%83%CE%BA%CE%B1%CF%81_%CE%9F%CF%85%CE%AC%CE%B9%CE%BB%CE%BD%CF%84






Έχει επεξεργασθεί από τον/την ΜΗΔΕΙΑ στις Σαβ 27 Οκτ - 21:48, 1 φορά
ΜΗΔΕΙΑ
ΜΗΔΕΙΑ
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Θηλυκό
Τόπος Τόπος : Θεσσαλονίκη
Ηλικία Ηλικία : 49
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 2153
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 64
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 41610

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty Απ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από ΜΗΔΕΙΑ Δευ 8 Οκτ - 18:47

ΒΙΚΤΩΡ ΟΥΓΚΩ (VICTOR HUGO 1802 - 1885)


ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Hugo1


«…Ο Βίκτωρ Ουγκώ περιορίζεται σε πικρόχολες και πνευματώδεις υβριστικές επιθέσεις ενάντια στον υπεύθυνο δράση του πραξικοπήματος. Το ίδιο γεγονός, παρουσιάζεται σ’ αυτόν σαν αστραπή σε ξάστερο ουρανό. Βλέπει σ’ αυτό μονάχα τη βίαιη πράξη ενός χωριστού ατόμου. Δεν καταλαβαίνει ότι μεγαλοποιεί αντί να μικραίνει το άτομο αυτό, όταν του αποδίδει μια τέτοια προσωπική δύναμη πρωτοβουλίας, που θα ήταν μοναδική στην παγκόσμια ιστορία..» (Ο Κ. Μαρξ στη «18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη» για το έργο «Ο Ναπολέων ο Μικρός» του Β. Ουγκώ)

Η επέτειος του θανάτου του μεγάλου συγγραφέα Βίκτορα Ουγκώ (26/5/1885) προσφέρεται για ορισμένες κριτικές προσεγγίσεις τόσο για τις ιδεολογικές του απόψεις που αποτυπώνονται στο τεράστιο έργο του, όσο και για τον φιλελληνισμό του.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Ο Βίκτωρ Ουγκώ γεννήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 1802 στην πόλη Μπεζανσόν (Besançon) της επαρχίας Franche-Comté της ανατολικής Γαλλίας και ήταν ο νεότερος γιός του Ιωσήφ Λεοπόλδου Σιγισβέρτου Ουγκώ (Joseph Léopold Sigisbert Hugo) και της Σοφί Τρεμπισέ (Sophie Trébuchet). Ο πατέρας του ήταν στρατιωτικός (έγινε στρατηγός της Αυτοκρατορίας το 1809) του Ναπολέοντα και ιδεολογικά τοποθετημένος στους δημοκρατικούς ενώ θρησκευτικά δήλωνε αθεϊστής. Στο άλλο άκρο η μητέρα του, προερχόμενη από παλιά αριστοκρατική οικογένεια, ήταν φιλομοναρχική και ευσεβής ρωμαιοκαθολική. Ως αποτέλεσμα της ασυμφωνίας πεποιθήσεων του ζεύγους Ουγκώ ήρθε το 1803 ο σύντομος χωρισμός του και η μετακίνηση της Σοφί και των παιδιών στο Παρίσι. Το 1807 η οικογένεια επανενώθηκε για δύο χρόνια με την απόφαση της Σοφί να μεταβεί στην Ιταλία, όπου ο σύζυγός της υπηρετούσε ως κυβερνήτης επαρχίας. Το 1809 φεύγουν πάλι και παραμένουν για δύο χρόνια στην κωμόπολη Feuillantines ενώ η οριστική διάσταση των γονιών του Βίκτωρα φτάνει το 1813, οπότε και εγκαθίστανται με τη μητέρα του οριστικά στη γαλλική πρωτεύουσα. Εκεί διέμεινε από το 1815 έως το 1818 στο οικοτροφείο Pension Cordier ενώ παρακολουθούσε μαθήματα στο περίφημο Κολλέγιο του Μεγάλου Λουδοβίκου (Collège Louis-le Grand).

Από πολύ νωρίς ξεκίνησε να γράφει ποιήματα και να μεταφράζει κλασσικούς Λατίνους ποιητές όπως ο Βιργίλιος. Στα 1817 βραβεύτηκε από τη Γαλλική Ακαδημία για ποίημά του και το 1819 από τα Ανθεστήρια της Τουλούζης (Académie des Jeux floraux de Toulouse), γεγονότα, που έπεισαν τον πατέρα του να τον αφήσει να αφιερωθεί στη λογοτεχνία παρά τα σχέδιά του να φοιτήσει ο γιός του στην Πολυτεχνική Σχολή. Λίγο καιρό αργότερα θα εγκαταλείψει και τις σπουδές του στη Νομική Σχολή.
Το 1819 ιδρύει μαζί με τους αδερφούς του το περιοδικό Conservateur Littéraire όπου υποστηρίζει τις θέσεις του Σατωβριάνδου (François René Chateaubriand). Τρία χρόνια αργότερα δημοσιεύει την πρώτη του ποιητική συλλογή Nouvelles Odes et Poésies Diverses λαμβάνοντας για αυτήν βασιλική επιχορήγηση από τον Λουδοβίκο. Την ίδια εποχή συνεργάζεται με το περιοδικό Muse Française και συχνάζει στο λογοτεχνικό σαλόνι του Καρόλου Νοντιέ (Charles Nodier), όπου συναναστρέφεται με τον Αλφρέδο Ντε Βινί (Alfred de Vigny) και το Λαμαρτίνο (Lamartine).

Στις 27 Ιουνίου 1821 πεθαίνει η μητέρα του και ένα μήνα, περίπου, αργότερα στις 20 Ιουλίου ο πατέρας του ξαναπαντρεύεται. Στις 20 Οκτωβρίου 1822 ο Ουγκώ παντρεύεται την Αδέλα Φουσέ (Adèle Foucher). Ένας γάμος, που όπως και αυτός των γονιών του, χαρακτηρίζεται από δυσαρμονία μεταξύ των συζύγων και οδηγεί το συγγραφέα σε μία μακροχρόνια σχέση με τη μούσα και ερωμένη του ηθοποιό Ζιλιέτ Ντρουέ (Juliette Drouet) μέχρι το θάνατό της το 1882. Πλην αυτού, όμως, ο γάμος του υποκρύπτει και μία τραγωδία μιας και ο μικρότερος αδερφός του Ευγένιος, όντας κρυφά ερωτευμένος με την Αδέλα, χάνει τα λογικά του την ημέρα του γάμου και παραμένει μέχρι το τέλος της ζωής του σε ίδρυμα.

Η μούσα και ερωμένη του Ουγκώ, Ζιλιέτ Ντρουέ. Το 1823 κάνει το λογοτεχνικό του ντεμπούτο με το μυθιστόρημα Χαν της Ισλανδίας (Han d'Islande), το οποίο κυκλοφόρησε με ψευδώνυμο σε τέσσερεις μικρούς τόμους.
Η ποιητική συλλογή, που τον καθιερώνει εκδίδεται στα 1826 και είναι οι Ωδές και Μπαλάντες (Odes et Ballades), με την οποία αναγνωρίζεται σαν αξιόλογος λυρικός ποιητής και τεχνίτης του στίχου. Ακολουθεί τον ίδιο χρόνο το μυθιστόρημα Μπιγκ Ζαργκάλ (Bug-Jargal) και το 1827 το θεατρικό έργο Κρόμβελ (Cromwell).
Εντωμεταξύ στις 29 Ιανουαρίου 1828 πεθαίνει ο πατέρας του και από εκείνη τη στιγμή ο Ουγκώ αρχίζει να αυτοαποκαλείται βαρώνος.
Η περίοδος των ετών 1830 έως 1843 αποτελεί διάστημα καταξίωσης του Γάλλου λογοτέχνη με πλούσια παραγωγή έργων. Το 1830 ανεβαίνει με μεγάλη επιτυχία το θεατρικό του έργο Ερνάνης (Hernani) και το 1831 κυκλοφορεί το διάσημο μυθιστόρημά του Η Παναγία των Παρισίων (Notre-Dame de Paris), που σύντομα μεταφράστηκε σε πολλές ξένες γλώσσες. Παράλληλα δημοσιεύει έργα λυρικής ποίησης, εμπνευσμένα από το ειδύλλιό του με τη Ζιλιέτ Ντρουέ. Στα 1841, έπειτα από δύο άκαρπες υποψηφιότητες, εκλέγεται μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας (Académie française).

Η ζωή του, εντούτοις, θα σημαδευτεί μέχρι τέλους από μία προσωπική τραγωδία, το θάνατο από πνιγμό της νεόνυμφης κόρης του Λεοπολδίνης (Léopoldine) και του συζύγου της Καρόλου Βακερί (Charles Vacquerie) στις 4 Σεπτεμβρίου 1843. Ο Ουγκώ εκείνες τις μέρες βρισκόταν σε ταξίδι στα Πυρηναία και πληροφορήθηκε το γεγονός διαβάζοντας τυχαία κάποια εφημερίδα. Η καταλυτική επίδρασή του συμβάντος πάνω του φάνηκε από το ότι δε δημοσίευσε κανένα έργο του τουλάχιστον για μία δεκαετία.
Το ενδιαφέρον του τώρα κερδίζει η πολιτική και αρχικά υποστηρίζει με θέρμη το βασιλιά Λουδοβίκο – Φίλιππο (Louis-Philippe) ενώ λίγο αργότερα συνδέεται φιλικά με τη θερμή θαυμάστρια του έργου του, δούκισσα της Ορλεάνης, προσδοκώντας την ανάθεση κάποιου υπουργείου στην περίπτωση που ο σύζυγός της αναλάμβανε την εξουσία. Ο θάνατος του δούκα της Ορλεάνης, παρά ταύτα, ακυρώνει τις όποιες φιλοδοξίες του συγγραφέα.

Στα 1845 ο Λουδοβίκος – Φίλιππος τον ονόμασε Pair de France, μέλος δηλαδή της Άνω Βουλής. Εκεί εκφώνησε λόγους ενάντια στη θανατική καταδίκη και την κοινωνική αδικία ενώ υποστήριξε την ελευθερία του Τύπου και την αυτοδιάθεση της Πολωνίας. Μετά την Επανάσταση του 1848 και την ανακήρυξη της Β’ Γαλλικής Δημοκρατία εκλέγεται, με τη βοήθεια του Λέοντος Γαμβέτα, βουλευτής Παρισίων στη Συντακτική και ακόλουθα στη Νομοθετική Συνέλευση. Τότε αναδεικνύεται σε θερμό υποστηρικτή του Λουδοβίκου – Ναπολέοντα, ανιψιού του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, συντασσόμενος ενεργά με την προώθηση της υποψηφιότητάς του για την Προεδρία της Δημοκρατίας. Η πραξικοπηματική κατάλυση της δημοκρατίας από το Λουδοβίκο – Ναπολέοντα το 1851 και η ανάδειξή του σε Αυτοκράτορα κάνει τον Ουγκώ να αλλάξει τις φιλοβοναπαρτικές του αντιλήψεις και να στραφεί με μένος εναντίον του. Η επικείμενη δίωξή του, μετά από αυτό, τον αναγκάζει να διαφύγει στις Βρυξέλλες εγκαινιάζοντας έτσι την μακρά περίοδο αυτοεξορίας του, που θα διαρκέσει περίπου είκοσι χρόνια.

Στη διάρκεια της εξορίας του δημοσίευσε δύο πολιτικά μανιφέστα ενάντια στον Ναπολέοντα Γ’, το Ναπολέων ο Μικρός (Napoléon le Petit, 1852) και το Επιστολές στο Λουδοβίκο Βοναπάρτη (Lettres à Louis Bonaparte, 1855), που διαδόθηκαν ευρέως παράνομα στη Γαλλία, ενώ αργότερα συνέγραψε αναφορικά με τα γεγονότα της εποχής το έργο Η ιστορία ενός εγκλήματος (Histoire d'un crime, Α’ μέρος 1877 και Β’ μέρος 1878). Το 1853 κυκλοφορεί και την ποιητική του συλλογή Τιμωρίες (Les Châtiments) όπου με λυρισμό επαγγέλλεται το θρίαμβο της παγκόσμιας δημοκρατίας. Αρχικά εγκαταστάθηκε στις Βρυξέλλες, το 1852, όμως, μετέβη στο βρετανικό νησί Τζέρσεϋ, το οποίο η ανησυχία των τοπικών αρχών για τη δράση του τον ανάγκασε να εγκαταλείψει το 1855 για να μεταβεί στο γειτονικό νησί Γκέρνσεϋ. Εντωμεταξύ το Σεπτέμβριο του 1853 μυείται από την Ντελφίν Ντε Ζιραρντέν (Delphine de Girardin), που τον επισκέπτεται στο Τζέρσεϋ, στον πνευματισμό, την επικοινωνία δηλαδή με πνεύματα νεκρών μέσω περιστρεφόμενων και ομιλούντων τραπεζιών.

Στη διετία της παραμονής του στο Τζέρσεϋ κατατρύχεται από την εμμονή του θανάτου και τον απασχολούν τα μυστήρια της ψυχής και του κόσμου. Τότε συγγράφει τα έργα Το Τέλος του Σατανά (La fin de Satan) και Θεός (Dieu), όπου στο πρώτο μεν πραγματεύεται το πρόβλημα του Κακού και στο δεύτερο το πρόβλημα του Απείρου. Και τα δύο εκδόθηκαν μεταθανάτια και έχουν τη μορφή αποκαλυπτικών οραμάτων κινούμενα από τη λανθάνουσα τάση του Ουγκώ για ποίηση σε φόρμα ενόρασης. Στο νησί Γκέρνσεϋ διαμένει στο Hauteville - House από όπου έχει τη δυνατότητα να παρατηρεί τη θάλασσα και τις απέναντι γαλλικές ακτές. Εκεί, στρεφόμενος από τη μεταφυσική αναζήτηση στην ανθρώπινη εποποιία, συγγράφει την ποιητική συλλογή Ο Θρύλος των Αιώνων (La Légende des Siècles, 1859) και ολοκληρώνει το αριστούργημά του Οι Άθλιοι (Les Misérables, 1862). Οι Άθλιοι, που άμα τη εκδόσει τους σαγήνευσαν τα λαϊκά στρώματα, θεωρήθηκαν ως το πρώτο μοντέρνο μυθιστόρημα. Σε αυτό το έργο, το οποίο δουλεύει περίπου από το 1828, ο Ουγκώ αποτυπώνει μισό αιώνα γαλλικής ιστορίας. Αποτελεί μία επική τοιχογραφία των μεγάλων γεγονότων της Γαλλίας συνδυαζόμενων με την ιστόρηση ενός μεγάλου έρωτα. Το βιβλίο δεν ενθουσίασε τον κύκλο των διανοουμένων κριτικών ενώ περιελήφθη από τον Πάπα Πίο ΙΔ’ στον κατάλογο των απαγορευμένων βιβλίων.

Το 1859 ο Ναπολέων Γ’ προσφέρει αμνηστία σε όλους τους πολιτικούς εξόριστους αλλά ο Ουγκώ αρνείται να επιστρέψει μην επιθυμώντας να κάνει οποιαδήποτε παραχώρηση έναντι του μονάρχη. Το 1863 κυκλοφορεί μία βιογραφία του από τη γυναίκα του Αδέλα, η οποία πέθανε πέντε χρόνια αργότερα. Το ξέσπασμα του Γαλλοπρωσικού Πολέμου τον οδηγεί στην επιστροφή του στη Γαλλία τον Αύγουστο του 1870, λίγο μετά την ανακήρυξη της Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας. Ως βουλευτής της Εθνοσυνέλευσης ψηφίζει κατά της ειρήνης και αμέσως παραιτείται. Ακολουθούν η πολιορκία των Παρισίων και η ήττα της Γαλλίας. Ο Ουγκώ απομακρύνεται και πάλι από την πατρίδα του το 1871 κατά τη διάρκεια της επικράτησης της Παρισινής Κομμούνας και παραμένει στις Βρυξέλλες και το Λουξεμβούργο. Το ίδιο έτος πεθαίνει ο γιός του Κάρολος (Charles) και το επόμενο η κόρη του Αδέλα εισάγεται στο άσυλο ψυχικά ασθενών Saint-Mandé. Στα δύο προηγούμενα οικογενειακά δράματα προστίθεται το 1873 και ο θάνατος του γιου του Φραγκίσκου – Βίκτωρα (François-Victor).
Στις 30 Ιανουαρίου 1876 ο Βίκτωρ Ουγκώ ονομάζεται ισόβιος Γερουσιαστής από τη Γαλλική Δημοκρατία. Την τελευταία αυτή πολιτική περίοδο της ζωής του γίνεται το είδωλο της ριζοσπαστικής αριστεράς. Ο ίδιος είναι πλέον οπαδός ενός ουτοπικού σοσιαλισμού πιστεύοντας στην κοινωνική συμφιλίωση και την ειρηνική επίλυση των κοινωνικών προβλημάτων, σε σχέση με την επαναστατική βία. Θεωρεί ότι ο ατομικός δρόμος προς την ηθική τελείωση, προς την καλοσύνη οδηγεί στη "σωτηρία" του ατόμου και της κοινωνίας.

Το Φεβρουάριο του 1881 οργανώνεται ένας πανεθνικός εορτασμός προκειμένου να τιμηθεί η είσοδός του στην ένατη δεκαετία της ζωής του. Οι εκδηλώσεις ξεκίνησαν την 25η Φεβρουαρίου με την απόδοση ενός βάζου Σεβρών, παραδοσιακού δώρου προς ηγεμόνες και την 27η Φεβρουαρίου πραγματοποιήθηκε προς τιμήν του μία από τις μεγαλύτερες παρελάσεις στη γαλλική ιστορία.
Ο Βίκτωρ Ουγκώ πέθανε στις 26 Μαΐου 1885 σε ηλικία 83 ετών έχοντας λάβει εν ζωή σπάνια δόξα για πνευματικό δημιουργό. Στη Γαλλία κηρύχθηκε εθνικό πένθος και την ημέρα της κηδείας (1η Ιουνίου) δύο, περίπου, εκατομμύρια κόσμου συνόδευσαν τον επιφανή νεκρό από την Αψίδα του Θριάμβου, όπου είχε τοποθετηθεί η σορός του, στο Πάνθεον, που ορίστηκε ως τελευταία του κατοικία.

Η ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ

Θεατρικά έργα :Κρόμβελ Cromwell (1827) ,Ερνάνης Hernani (1830),Μαριόν Ντελόρμ Marion Delorme (1831),Ο Βασιλιάς διακεδάζει Le Roi s'amuse (1832),Λουκρητία Βοργία Lucrèce Borgia (1833),Μαρία Τυδώρ Marie Tudor (1833),Άγγελος, ο τύραννος της Πάδουας Angelo, tyran de Padoue (1835),Ρουί Μπλας Ruy Blas (1838),Οι Στρατιωτικοί Διοικητές Les Burgraves (1843),Τορκουεμάδα Torquemada (1882)
Το Θέατρο στην Ελευθερία Théâtre en liberté (1886)

Μυθιστορήματα:

Χαν της Ισλανδίας Han d'Islande (1823),Μπιγκ Ζαργκάλ Bug-Jargal (1826),Η Τελευταία Μέρα ενός Κατάδικου Le Dernier Jour d'un condamné (1829),Η Παναγία των Παρισίων Notre-Dame de Paris (1831),Κλοντ Γκε Claude Gueux (1834),Οι Άθλιοι Les Misérables (1862),Οι Εργάτες της Θάλασσας Les Travailleurs de la mer (1866),Ο Άνθρωπος που Γελά L'Homme qui rit (1869) Ενενήντα τρία Quatre-vingt-treize (1874).

Ποιητικές συλλογές:

Διάφορες Ωδές και ποιήματα Odes et poésies diverses (1822),Νέες Ωδές Nouvelles Odes (1824),Ωδές και Μπαλάντες Odes et Ballades (1826),Τα Ανατολίτικα Les Orientales (1829),Φθινοπωρινά Φύλλα Les Feuilles d’automne (1831),Τραγούδια του Δειλινού Les Chants du crépuscule (1835),Εσωτερικές Φωνές Les Voix intérieures (1837),Ακτίνες και Σκιές Les Rayons et les ombres (1840),Τιμωρίες Les Châtiments (1853),Ενατενίσεις Les Contemplations (1856),Πρώτη σειρά του Θρύλου των Αιώνων Première série de la Légende des Siècles (1859),Τραγούδια του δρόμου και του δάσους Les Chansons des rues et des bois (1865),Το Φοβερό Έτος L'Année terrible (1872),Η Τέχνη να είσαι Παππούς L'Art d'être grand-père (1877),Νέα σειρά του Θρύλου των Αιώνων Nouvelle série de la Légende des Siècles (1877),Θρησκείες και Θρησκεία Religions et religion (1880),Οι Τέσσερεις Άνεμοι του Πνεύματος Les Quatre Vents de l'esprit (1881),Ολοκληρωμένη έκδοση του Θρύλου των Αιώνων Série complémentaire de la Légende des Siècles (1883),Το Τέλος του Σατανά La Fin de Satan (1886),Άπαντα Ποιητικά Toute la Lyre (1888),Θεός Dieu (1891),Νέα έκδοση των Ποιητικών Απάντων Nouvelle série de Toute la Lyre (1893),Τα Ολέθρια Χρόνια Les Années funestes (1898),Τελευταία Δέσμη Dernière Gerbe (1902), Ωκεανός. Πέτρινη Σωρός Océan. Tas de pierres (1942)

Άλλα κείμενα:

Σπουδή στο Μιραμπώ Étude sur Mirabeau (1834),Λογοτεχνικές και Φιλοσοφικές Διαμάχες Littérature et philosophie mêlées (1834),Ο Ρήνος Le Rhin (1842),Ναπολέων ο Μικρός Napoléon le Petit (1852,Επιστολές στο Λουδοβίκο Βοναπάρτη Lettres à Louis Bonaparte (1855) ,Ουίλιαμ Σαίξπηρ William Shakespeare (1864),Οδηγός των Παρισίων Paris-Guide (1867),Οι γιοί μου Mes Fils (1874),Λόγοι και Πράξεις – Πριν την Εξορία Actes et paroles - Avant l'exil (1875),Λόγοι και Πράξεις – Κατά την Εξορία Actes et paroles - Pendant l'exil (1875),Λόγοι και Πράξεις – Μετά την Εξορία Actes et paroles - Depuis l'exil (1876),Η Ιστορία ενός Εγκλήματος – Α’ Μέρος Histoire d'un crime - 1re partie (1877),Η Ιστορία ενός Εγκλήματος – Β’ Μέρος Histoire d'un crime - 2e partie (1878),Ο Πάπας Le Pape (1878),Ο Βλαξ L'Âne (1880),Το Αρχιπέλαγος της Μάγχης L'Archipel de la Manche (1883) .Μεταθανάτιες Δημοσιεύσεις Œuvres posthumes,Θεωρήσεις – Α’ Σειρά Choses vues - 1re série (1887),Άλπεις και Πυρηναία Alpes et Pyrénées (1890),Γαλλία και Βέλγιο France et Belgique (1892),Αλληλογραφία – Α’ Τόμος Correspondances - Tome I (1896),Αλληλογραφία – Β’ Τόμος Correspondances - Tome II (1898),Θεωρήσεις – Β’ Σειρά Choses vues - 2e série (1900),Υστερόγραφο της Ζωής μου Post-scriptum de ma vie (1901),Αμοιβή Χίλια Φράγκα Mille Francs de récompense (1934),Λίθοι Pierres (1951),Μελαγχολία Mélancholia.


Η ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ

Βίκτωρ Ουγκώ, ο δημιουργός του Γιάννη Αγιάννη και πιο πολυδιαβασμένος Γάλλος συγγραφέας όλων των εποχών, είναι ο άνθρωπος που κατέγραψε την αφανή κάποτε εποποιία των προλετάριων, πριν αυτοί αποκτήσουν τη συνείδηση της τάξης τους.
Ο Βίκτωρ Ουγκώ θεωρείται ως ο επισημότερος εκπρόσωπος του δημοκρατικού ρομαντισμού. Ο ρομαντισμός είναι ένα λογοτεχνικό και ευρύτερα καλλιτεχνικό ρεύμα που αναπτύσσεται από το τέλος του 18ου μέχρι τα μισά του 19ου αιώνα. Στα πρώτα του βήματα χαρακτηρίζεται από την αντιπαράθεση στον ορθολογισμό του Διαφωτισμού και έχει συνολικά συντηρητικό, έως και αντιδραστικό πολιτικό χαρακτήρα: τίθεται υπέρ της φεουδαρχίας και ενάντια στην προοδευτική, την εποχή εκείνη, αστική τάξη.
Με το γύρισμα όμως του αιώνα, το τέλος της μεγάλης εποχής των γιακωβίνων, με τη -φαινομενική ήττα της επανάστασης, μετά το Βατερλώ και την Παλινόρθωση της μοναρχίας στη Γαλλία (1815)- ο ρομαντισμός διατηρώντας τα εξωτερικά, αισθητικά του χαρακτηριστικά παίρνει νέο περιεχόμενο: αυτή τη φορά εμφανίζεται όχι ως ο αριστοκράτης αντίπαλος της αστικής τάξης, αλλά ως ο υπερασπιστής εκείνων των ιδανικών της που συντρίφτηκαν με την ήττα των γιακωβίνων, τον Ιούλιο (Θερμιδώρ) του 1794.

Η ίδια εποχή (πρώτο τέταρτο του 19ου αιώνα) σημαδεύεται από την έκρηξη μεγάλων εθνικών επαναστάσεων, με τις οποίες η αστική τάξη των υπό διαμόρφωση εθνών προσπαθεί να συγκροτήσει το κράτος της. (Χαρακτηριστικότερη τέτοια περίπτωση είναι της μεγάλης επανάστασης των Ελλήνων του 1821). Η διαδικασία συγκρότησης εθνικών συνειδήσεων βοηθιέται από μνήμες του μεσαιωνικού παρελθόντος των λαών (μύθοι, θρύλοι, έθιμα, τραγούδια). Ιλό αυτό τό υλικό, με τα πολλά μυθικά, μη ρεαλιστικά στοιχεία, ενσωματώνεται στην αισθητική του ρομαντισμού, ο οποίος γίνεται πλέον κήρυκας των εθνικοαπελευθερωτικών ιδανικών.
Από αριστοκράτης, «αβράκωτος» και ... φουστανελάς. Αυτή είναι, σε αδρές γραμμές, η ιδεολογική πορεία του ρομαντισμού, ο οποίος προς το τέλος του αιώνα θα γνωρίσει μιαν ακόμα ιδεολογική μετάλλαξη. Μπροστά στο χείμαρρο των αναπτυσσόμενων σοσιαλιστικών ιδεών και τη λογοτεχνική τους αποτύπωση που είναι ο νατουραλισμός και ο ρεαλισμός, ο ρομαντισμός αναδιπλώνεται και, για μια ακόμη φορά, αποκτά αντιδραστικό περιεχόμενο και, κάποτε, αρρωστημένη μορφή, προσανατολιζόμενος στο υπερφυσικό και στο φρικαλέο.

Οι θρησκευτικές, όπως και οι πολιτικές, πεποιθήσεις του Ουγκώ άλλαξαν ριζικά κατά τη διάρκεια της ζωής του. Στη νεότητά του, προσδιοριζόταν ως καθολικός και δήλωνε αφοσίωση στην ιεραρχία και την εκκλησιαστική εξουσία. Αργότερα εξελίχθηκε σε μη ενεργό καθολικό εκφράζοντας όλο και περισσότερο αντιπαπικές και αντικληρικές απόψεις. Την περίοδο της εξορίας του μυήθηκε στον πνευματισμό ενώ τα τελευταία χρόνια της ζωής του υιοθέτησε έναν ορθολογικό ντεϊσμό, όμοιο με αυτό του Βολταίρου. Όταν ένας απογραφέας τον ρώτησε στα 1872 εάν ήταν καθολικός, απάντησε: "Όχι. Ελευθερόφρονας".
Η στάση του Ουγκώ απέναντι στους δύο Βοναπάρτες είναι ένα από τα βασικά στοιχεία που καθιστούν αντιφατική την ιδεολογία του. Αξίζει τον κόπο να σταθούμε αναλυτικότερα σε αυτό το ζήτημα.

Όσο ο Ουγκώ θαύμαζε, στα όρια της λατρείας, το Ναπολέοντα Βοναπάρτη τόσο βαθιά μισούσε και απεχθανόταν το Ναπολέοντα τον Γ΄ που ο ίδιος επονόμασε «Μικρό» (σε αντιπαράθεση με το «Μεγάλο»). Σε αυτή τη λατρεία, σε αυτό το θαυμασμό απέναντι στον πρώτο Ναπολέοντα συνυπάρχουν πάρα πολλά αντιφατικά ιδεολογικά στοιχεία, πολλές διαφορετικές προσεγγίσεις, μερικές από τις οποίες (οι ορθότερες) ξεφεύγουν από τις ιδεολογικές και γνωστικές προϋποθέσεις του ίδιου του συγγραφέα. Ο Ουγκώ θεωρούσε ότι ο Ναπολέων Βοναπάρτης ήταν ο άνθρωπος που έκανε τη Γαλλία μεγάλη. Σε αυτό το σημείο, είναι φανερή η αποδοχή από το συγγραφέα του γαλλικού αστικού εθνικισμού, ένα από τα συντηρητικότερα στοιχεία της ιδεολογίας του.
Στη συνολική σκέψη του Ουγκώ, η εμμονή του στη συμβολή της προσωπικότητας στη διαμόρφωση της ιστορίας, είναι μια όχι ασήμαντη αναπηρία. Ο Ουγκώ αντιλαμβάνεται την έννοια της τάξης με κριτήριο το τι απολαμβάνει μια ομάδα ανθρώπων από τον κοινωνικό πλούτο. Από αυτή την άποψη, τίθεται στο πλευρό όσων, ενώ δουλεύουν περισσότερο, απολαμβάνουν λιγότερα. Η σκέψη του όμως πάνω στο ζήτημα των οικονομικών και πολιτικών λειτουργιών των κοινωνικών τάξεων είναι εμβρυώδης και, πάνω στο ζήτημα των σχέσεων ιδιοκτησίας και παραγωγής, οιονεί ανύπαρκτη.
Με αυτή την ιδεολογική και αναλυτική μέθοδο κρίνει και το Ναπολέοντα Γ΄, τον άνθρωπο που θεμελίωσε τη δικτατορία της αστικής τάξης. Ο Ουγκώ δεν κατανοεί τη συνολική ευθύνη της αστικής τάξης. Εξ άλλου, δεν τη θεωρεί καν τάξη: «μια καρέκλα δεν είναι τάξη», ισχυρίζεται στους «Αθλίους», υπονοώντας ότι ο αστός είναι απλώς ο άνθρωπος που έχει την εξουσία -και την ησυχία του- αλλά δεν κατανοεί τις οικονομικές λειτουργίες του.
Στα πλαίσια αυτά, οι «Εργάτες της θάλασσας» περιγράφουν την προσπάθεια του ανθρώπου να καθυποτάξει τη φύση. Το «1793» είναι ένα βλέμμα συμπάθειας στους μεγαλύτερους επαναστάτες που ανέδειξε ποτέ η αστική τάξη, στους γιακωβίνους, ενώ ο «Άνθρωπος που γελά» είναι μια χλευαστική ματιά στη μοναρχία και την αριστοκρατία.

Όμως, το όνομα του Ουγκώ στη συνείδηση των αναγνωστών του είναι συνυφασμένο με το έργο-ποταμός «Οι Άθλιοι». Οι «Άθλιοι» αποτελούν μια από τις πρώτες απόπειρες στο μυθιστόρημα να έρθει στο προσκήνιο της μυθιστορηματικής δράσης ο άνθρωπος της εργατικής τάξης -και είναι επίσης από τα έργα εκείνα- που ο λαϊκός χαρακτήρας τους βοήθησε την εργατική τάξη να τα αγαπήσει και να έρθει σε επαφή, ως αναγνωστικό κοινό με τη λογοτεχνία.
Ο Ουγκώ, ουτοπικός σοσιαλιστής και κοινωνικός αγωνιστής με τη ζωή και το έργο του, συμπαθών της Παρισινής Κομμούνας, δε διασταυρώθηκε με το μαρξισμό. Η άποψή του είναι ξεκάθαρη ως προς το ότι η εξαθλίωση της εργατικής τάξης, τα βάσανά της, υλικά και ηθικά είναι προϊόντα του καπιταλισμού. Η λύση όμως που δίνει είναι συγκεχυμένη: προκρίνει την κοινωνική συμφιλίωση και την ειρηνική επίλυση των κοινωνικών προβλημάτων, σε σχέση με την επαναστατική βία (την οποία, ωστόσο, σε πολλές σελίδες του έργου του, υπερασπίζεται αποτελεσματικά). Θεωρεί ότι ο ατομικός δρόμος προς την ηθική τελείωση, προς την καλοσύνη οδηγεί στη «σωτηρία» του ατόμου και της κοινωνίας. Όμως, η καλλιτεχνική και προσωπική του ευαισθησία όχι μόνο τον οδήγησε σε μια σθεναρή υποστήριξη των φτωχών και καταπιεσμένων - των κάθε είδους «Αθλίων» που παράγει ο καπιταλισμός, αλλά και τον βοήθησε να διατυπώσει μεγάλες επαναστατικές αλήθειες.
Ο,τι ο Ουγκώ -και αρκετοί άλλοι συγγραφείς του καιρού του- προσέγγισε με την καρδιά και το συναίσθημα, το ολοκλήρωσε ο Μαρξ και ο Ενγκελς με την επιστήμη και τη θεωρία. Τα οράματά του -περιγεγραμμένα και καθορισμένα με σαφήνεια και επιστημονικότητα από τους θεωρητικούς του σοσιαλισμού- προσπάθησε να τα πραγματώσει η εργατική τάξη στον αιώνα που πέρασε, γράφοντας τη δική της, αξεπέραστη εποποιία και γνωρίζοντας τις δικές της, τραγικές αλλά οπωσδήποτε πρόσκαιρες ήττες. Οι πληγές της ανθρωπότητας που ο Ουγκώ πίστευε ότι θα κλείσουν τον 20ό αιώνα, χαίνουν ακόμη και είναι ανοιχτοί λογαριασμοί για το επαναστατικό υποκείμενο της εποχής μας, την εργατική τάξη και το κόμμα της. Μέχρι τότε, για να χρησιμοποιήσουμε τα λόγια του ίδιου του Ουγκώ, «βιβλία σαν τούτο ΄δω μπορεί να μην είναι περιττά».


Ο ΦΙΛΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ

Από το ποίημα του «Ναυαρίνο»: «Οι λαοί, τώρα και χρόνια, σε θρηνούσανε μονάχοι:/ Κρίμα Ελλάδα! Ελλάδα κρίμα! Δε σου μένει πια πνοή,/ κάθε μέρα αδυνατίζεις, απ' τις φλόγες και απ' τη μάχη/ (...) Κουφοί πάντα οι βασιλιάδες, οι άμβωνες δεν αντηχούνε,/ στ' όνομα και στα δεινά σου μόνο οι ποιηταί πονούνε./ Τους ζητούσαμε τη δόξα, την παληκαριά να ντύσουν/ μέσ' σε λευθεριάς πορφύρα και ορφανή να μη σ' αφήσουν/ να πεθάνεις στο σταυρό σου. Κάποιο σταύρωσαν λαό.../ Τι τους μέλει σε ποιο πάνω τον εσταύρωσαν σταυρό;»

Η στάση απέναντι στην ελληνική επανάσταση είναι απόρροια της ιδεολογίας του. Ήδη από το 1821, που η Ελλάδα επαναστατεί εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οργανώνεται στη Γαλλία ένα κίνημα φιλελληνισμού προκειμένου να υποστηρίξει τον εξεγερθέντα ελληνικό λαό (δημιούργημα της εποχής εκείνης, ο πίνακας του διάσημου ζωγράφου Delacroix, Η Σφαγή της Χίου, που εξετέθη το 1824). Μολονότι ο Βίκτωρ Ουγκώ δεν διακρίνεται μεταξύ των πρώτων φιλελλήνων, θα αποτελέσει έναν από τους πιο ένθερμους και τους σταθερότερους υποστηρικτές της Ελλάδος. Τα Ανατολίτικα, συλλογή φιλελληνικών ποιημάτων του – “Το Ελληνόπουλο” που παραμένει το πιο φημισμένο ποίημα-, η οποία εξεδόθη το 1827-1828, συναντά μια μέτρια επιτυχία στην Ελλάδα. Σε τούτη τη χώρα που βρίσκεται σε πλήρη αναβρασμό, προτιμάται η βαθειά στράτευση του Βίκτωρος Ουγκώ, ως υπερασπιστή των λαών:
Εξόριστος στην Guernesey από το 1855, υποστηρίζει αμέτρητες φορές, από το 1866 έως το 1869, την εξέγερση της Κρήτης, χωρίς όμως επιτυχία. Τον Δεκέμβριο του 1866, έπειτα από πολλές παρακλήσεις των Ελλήνων, προκειμένου για την υπεράσπιση των εξεγερθέντων Κρητών, ο Βίκτωρ Ουγκώ πιάνει την πένα του : «Κραυγή τις μοί έρχεται εξ’Αθηνών. Εν τη πόλει του Φειδίου καί του Αισχύλου πρόσκλησίς τις μοί εγένετο, φωναί προφέρουσι τό όνομά μου. Τίς ειμί, ώστε ν’αξίζω τοιαύτης τιμής; ουδέν. ‘Ηττημένος τις. Καί τίνες αποτείνονται πρός μέ; νικηταί. Ναί, ηρωϊκοί Κρήτες, καταδυναστευόμενοι σήμερον, έσεσθε νικηταί εν τω μέλλοντι. Εμμείνατε. Καίτοι πεπνιγμένοι, θέλετε θριαμβεύσει. ‘Η διαμαρτύρησις εν αγωνία είναι ισχύς…».
Ο ελληνικός τύπος αναφέρεται στον συγγραφέα και ποιητή Βίκτωρα Ουγκώ το 1841. τα πρώτα του κείμενα, μεταφρασμένα ένα χρόνο μετά, δεν γίνονται γνωστά παρά μόνο σ’ένα γαλλόφωνο κοινό λογίων, μολονότι κατά τον δέκατο ένατο αιώνα (XIX) η γαλλική γλώσσα εξέπεμπε μία αναμφισβήτητη ακτινοβολία στην Ελλάδα. Δέκα έτη αργότερα μόνο, το 1852 δηλαδή, το λογοτεχνικό περιοδικό Ευτέρπη σκιαγραφεί την πρώτη βιογραφία του Βίκτωρος Ουγκώ, ενώ την εποχή εκείνη, μόνον δύο θεατρικά έργα του μεταφράζονται, Άντζελο, ο τύραννος της Παδούης και Λουκρητία Βοργία. Εξάλλου, η δημοτικότητά του Βίκτωρος Ουγκώ στην Ελλάδα δεν οφείλεται πλέον στα θεατρικά του έργα, αλλά στην μετάφραση των έργων του. Εντούτοις, τα δύο του αριστουργήματα, Οι Άθλιοι, μετεφρασμένο το 1862-63, και η Παναγία των Παρισίων, μετεφρασμένο το 1867, τυγχάνουν τεράστιας λαϊκής αποδοχής και επιτυχίας.
Από το 1870 έως το 1885, περίοδο κατά την οποία το μοναρχικό καθεστώς έχει εδραιωθεί στην Ελλάδα, η πολιτική δράση του Βίκτωρος Ουγκώ τον κρατά σε μια απόσταση και ο αγώνας του υπέρ της Κομούνας του Παρισιού γίνεται αντιληπτός ως μια επικίνδυνη επαναστατική παρέκκλιση. Η λογοτεχνική του δράση και η προσωπική του ζωή εξακολουθούν ωστόσο να έχουν απήχηση στον τύπο, και, στις 22 Μαΐου του 1885, ημέρα θανάτου του, οι τελετές που πραγματοποιούνται στην Ελλάδα, σε καμία περίπτωση δεν υστερούν έναντι εκείνων στην Γαλλία: η φήμη του, ως αρχηγού του κινήματος του Ρομαντισμού στη Γαλλία είναι και θα παραμείνει αναμφισβήτητη!


ΠΗΓΗ

http://www.xatzikostas.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=160&Itemid=52




Έχει επεξεργασθεί από τον/την ΜΗΔΕΙΑ στις Σαβ 27 Οκτ - 21:50, 1 φορά
ΜΗΔΕΙΑ
ΜΗΔΕΙΑ
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Θηλυκό
Τόπος Τόπος : Θεσσαλονίκη
Ηλικία Ηλικία : 49
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 2153
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 64
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 41610

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty Απ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από ΜΗΔΕΙΑ Πεμ 11 Οκτ - 18:52

ΜΠΕΡΤΟΛΝΤ ΜΠΡΕΧΤ (BERTHOLD BRECHT 1898 - 1956)


ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 411px-Bertolt-Brecht


Ο Μπέρτολτ Μπρεχτ γεννήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου το 1898, στο Άουγκσμπουργκ της Βαυαρίας από πατέρα καθολικό και μητέρα προτεστάντισσα. Περιβάλλον μάλλον πνιγηρό για τον άνθρωπο που θα εξελιχθεί σε κορυφαίο δραματουργό και για πολλούς πατέρα του σύγχρονου θεάτρου. Θα σπουδάσει ιατρική στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου και κατόπιν υπηρετεί ως νοσοκόμος στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Την ίδια περίοδο αρχίζει να γράφει ποιήματα και θεατρικό κείμενο.

Η συλλογή ποιημάτων Hauspostille («Εγκόλπιο Ευσέβειας») θα είναι η πρώτη του για να ακολουθήσουν κι άλλες πολλές ποιητικές συλλογές και θεατρικά έργα και ο ίδιος να ονομαστεί ως ένας από τους μεγαλύτερους θεατρικούς συγγραφείς και δραματουργούς που έχουν υπάρξει. «Ο πόλεμος με ξεσήκωσε», γράφει ο ίδιος. Το 1918 μία πολιτική αναταραχή στη Βαυαρία θα εμπνεύσει τον Μπέρτολτ Μπρεχτ... το αποτέλεσμα είναι το «Βάαλ», το πρώτο του θεατρικό έργο.

Την ίδια περίοδο η κομουνιστική θεωρία του ασκεί μία ακατάσχετη έλξη. «Ήμουν είκοσι ετών όταν είδα τη λάμψη της μεγάλης πυρκαγιάς της Ρώσικης Επανάστασης», σημειώνει με ενθουσιασμό. Η συστηματική επαφή του πάντως με τον Κομμουνισμό ξεκινά το 1919.

Το 1922 παντρεύεται την τραγουδίστρια της όπερας Μαριάν Ζόφ και ένα χρόνο μετά θα αποκτήσει την πρώτη κόρη, Ανν Χιόμπ. Ένα χρόνο αργότερα θα αρχίσει να φοιτά στην Μαρξιστική Εργατική Σχολή, όπου μελέτησε διαλεκτικό υλισμό και παράλληλα έπιασε την πρώτη του δουλειά ως βοηθός σκηνοθέτη στο Θέατρο του Βερολίνου. Η άνοδος του ναζισμού στη Γερμανία, το 1933, θα τον αναγκάσει να αυτοεξοριστεί. Τα έργα του και τα γραπτά του απαγορεύονται στη Γερμανία. Οι παραστάσεις διακόπτονται από την αστυνομία. Μέσω Πράγας και Βιέννης θα βρεθεί στη Δανία, τη Φιλανδία και από κει μέσω Ρωσίας στις ΗΠΑ.

«Η πνευματική απομόνωση εδώ είναι τρομακτική» γράφει ο ίδιος για το διάστημα που έζησε στην Αμερική. Μετά το τέλος του πολέμου θα επιστρέψει για να εγκατασταθεί στη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας μαζί με τη δεύτερη γυναίκα του και γυναίκα της ζωής του που τόσα χρόνια τον ακολούθησε στην εξορία, Χέλενε Βάιγκελ.

Ο Μπέρτολτ Μπρεχτ έκανε μία από τις μεγαλύτερες τομές στο σύγχρονο θέατρο καθώς επιχείρησε να το απομακρύνει από τις μέχρι τότε συμβάσεις του θεάτρου της ψευδαίσθησης. Ο ίδιος διατύπωσε και εφάρμοσε στα έργα του τη θεωρία του «επικού θεάτρου» και εισήγαγε την τεχνική της αποστασιοποίησης υπενθυμίζοντας διαρκώς στον θεατή την ιστορική διάσταση των όσων συντελούνται στη σκηνή. Τα έργα του επαναστατικά, αντιεξουσιαστικά. Οι χαρακτήρες του ανθρώπινοι σχοινοβατούν ανάμεσα στην φωτεινή και τη σκοτεινή πλευρά τους, μέσα σε σενάρια που δεν αφήνουν εκτός τη διδαχή και τα μηνύματα.

Η πρώτη μεγάλη επιτυχία θα έρθει με τη διασκευή της «Όπερας των ζητιάνων». Διασκευασμένη ως «Η Όπερα της Πεντάρας» σε στίχους του Μπέρτολτ Μπρεχτ και μουσική του Κουρτ Βάιλ - μία «γροθιά» στην αστική τάξη του Βερολίνου - προκάλεσε τεράστια αίσθηση στην παγκόσμια σκηνή Μιούζικαλ. Κατά τη διάρκεια του πολέμου τα έργα του είχαν έντονη αντιμιλιταριστική χροιά. Με το αντι-πολεμικό έργο του «Ταμπούρλα μες τη Νύχτα» (1922) θα κερδίσει το Βραβείο Κλάιστ. Η μεγάλη αλλαγή θα συντελεστεί κατά τη διάρκεια της εξορίας όταν και θα γράψει τα σημαντικότερα έργα του. Η Μαρξιστική φιλοσοφία και η κομουνιστική θεωρία θα τον επηρεάσουν καθοριστικά. Θα στραφεί και θα υπηρετήσει το «διδακτικό και ανθρωπιστικό» θέατρο.

Είναι λογικός, καθένας τον καταλαβαίνει. Ειν' εύκολος. Μια και δεν είσαι εκμεταλλευτής, μπορείς να τον συλλάβεις. Είναι καλός για σένα, μάθαινε γι' αυτόν. Οι ηλίθιοι ηλίθιο τον αποκαλούνε, και οι βρομεροί τον λένε βρομερό. Αυτός είναι ενάντια στη βρομιά και την ηλιθιότητα. Οι εκμεταλλευτές έγκλημα τον ονοματίζουν. Αλλά εμείς ξέρουμε: Είναι το τέλος κάθε εγκλήματος. Δεν είναι παραφροσύνη, μα Το τέλος της παραφροσύνης. Δεν είναι χάος Μα η τάξη. Είναι το απλό Που είναι δύσκολο να γίνει. («Εγκώμιο στον κομουνισμό»)

Ανάμεσα στα έτη 1937 και 1945, έγραψε τα σπουδαιότερα έργα του: «Η Ζωή του Γαλιλαίου» (1937-39), «Μάνα Κουράγιο» (1936-39), «Ο καλός άνθρωπος του Σετσουάν» (1935-41), «Τα Οράματα της Σιμόν Μασάρ» (1940-43), «Ο Σβέικ στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο»(1942-43), «Η ιδιωτική ζωή της κυρίαρχης φυλής» (1944) και «Καυκασιανός Κύκλος με την Κιμωλία»(1943-45).

Η ποίηση αποτελεί μεγάλο κομμάτι του συγγραφικού του έργου καθώς ο Μπέρτολτ Μπρεχτ έγραψε εκατοντάδες ποιήματα. Ανάμεσα στα πιο γνωστά: «Άκουσα πως τίποτα δε θέλετε να μάθετε», «Εγκώμιο στη μάθηση», «Γερμανικό εγχειρίδιο πολέμου», «Ποτέ δε σε είχα αγαπήσει τόσο πολύ», «Απώλεια ενός πολύτιμου ανθρώπου», «Εγκώμιο στον Κομμουνισμό».

Άκουσα πως τίποτα δε θέλετε να μάθετε. Απ' αυτό βγάζω το συμπέρασμα πως είσαστε εκατομμυριούχοι. Το μέλλον σας είναι σιγουρεμένο - το βλέπετε μπροστά σας σ' άπλετο φως. Φρόντισαν οι γονείς σας για να μη σκοντάψουνε τα πόδια σας σε πέτρα. Γι' αυτό τίποτα δε χρειάζεται να μάθεις. Έτσι όπως είσαι εσύ μπορείς να μείνεις. Κι έτσι κι υπάρχουνε ακόμα δυσκολίες, μιας κι οι καιροί όπως έχω ακούσει είναι ανασφαλείς, τους ηγέτες σου έχεις, που σου λένε ακριβώς τι έχεις να κάνεις για να πας καλά. Έχουνε μαθητέψει πλάι σε κείνους («Άκουσα πως τίποτα δεν θέλετε να μάθετε») Μάθαινε και τ' απλούστερα! Γι' αυτούς που ο καιρός τους ήρθε ποτέ δεν είναι πολύ αργά! Μάθαινε το αβγ, δε σε φτάνει, μα συ να το μαθαίνεις! Μη σου κακοφανεί! Ξεκίνα! Πρέπει όλα να τα ξέρεις! Εσύ να πάρεις πρέπει την εξουσία. Μάθαινε, άνθρωπε στο άσυλο! Μάθαινε, άνθρωπε στη φυλακή! Μάθαινε, γυναίκα στην κουζίνα! Μάθαινε, εξηντάχρονε! Εσύ να πάρεις πρέπει την εξουσία. Ψάξε για σχολείο, άστεγε! Προμηθεύσου γνώση, παγωμένε! Πεινασμένε, άρπαξε το βιβλίο: είν' ένα όπλο. Εσύ να πάρεις πρέπει την εξουσία. Μην ντρέπεσαι να ρωτήσεις, Σύντροφε! («Εγκώμιο στη μάθηση»)

Το 1955 ο Μπέρτολτ Μπρεχτ θα λάβει το Βραβείο Ειρήνης του Στάλιν. Ένα χρόνο αργότερα θα χάσει τη μάχη με το θάνατο. Στις 14 Αυγούστου του 1956 πεθαίνει από θρόμβωση της στεφανιαίας αρτηρίας της καρδιάς, στο Ανατολικό Βερολίνο.



ΠΗΓΗ

http://tvxs.gr/news/%CF%83%CE%B1%CE%BD-%CF%83%CE%AE%CE%BC%CE%B5%CF%81%CE%B1/%CE%BF-%CE%BC%CF%80%CE%AD%CF%81%CF%84%CE%BF%CE%BB%CF%84-%CE%BC%CF%80%CF%81%CE%B5%CF%87%CF%84-%CF%84%CE%BF%CF%85-%C2%AB%CE%B1%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%8E%CF%80%CE%B9%CE%BD%CE%BF%CF%85%C2%BB-%CF%83%CF%84%CF%81%CE%B1%CF%84%CE%B5%CF%85%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CE%BF%CF%85-%CE%B8%CE%B5%CE%AC%CF%84%CF%81%CE%BF%CF%85




Έχει επεξεργασθεί από τον/την ΜΗΔΕΙΑ στις Σαβ 27 Οκτ - 21:51, 1 φορά
ΜΗΔΕΙΑ
ΜΗΔΕΙΑ
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Θηλυκό
Τόπος Τόπος : Θεσσαλονίκη
Ηλικία Ηλικία : 49
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 2153
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 64
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 41610

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty Απ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από ΜΗΔΕΙΑ Παρ 12 Οκτ - 21:35

ΧΕΝΙΝΓΚ ΜΑΝΚΕΛ (HENNING MANKELL - 1948)


ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 33


O Χένινγκ Μανκέλ γεννήθηκε το 1948 στη Στοκχόλμη Το 1973 έγραψε το πρώτο του βιβλίο, την ιστορία ενός ανθρακωρύχου, μέσω της οποίας ανέδειξε και την ιστορία του εργατικού κινήματος Σε μερικά χρόνια είχε γίνει ένας από τους αγαπημένους συγγραφείς της Σουηδίας Η σειρά αστυνομικών βιβλίων του με ήρωα τον επιθεωρητή Κουρτ Βαλάντερ έχει μεταφραστεί σε 35 γλώσσες και έχει πουλήσει περισσότερα από είκοσι εκατομμύρια αντίτυπα σε όλο τον κόσμο Μόνο στη Σουηδία τα βιβλία του έχουν πουλήσει περίπου τέσσερα εκατομμύρια αντίτυπα, έχουν όλα γυριστεί σε τηλεταινίες και έχουν τιμηθεί με πολλά βραβεία Το μυθιστόρημα "Εκτελεστές δίχως πρόσωπο" (Ψυχογιός, 2002) ανακηρύχθηκε το καλύτερο σουηδικό αστυνομικό μυθιστόρημα, το 1991, από τη "Σουηδική Ακαδημία Εγκλήματος" και το καλύτερο σκανδιναβικό αστυνομικό μυθιστόρημα από τον "Σκανδιναβικό Σύνδεσμο Εγκλήματος" Το μυθιστόρημα "Εντολές θανάτου" (Ψυχογιός, 2004) τιμήθηκε με το βραβείο Macallan Golden Dagger, το 2001 Ο συγγραφέας ανακηρύχθηκε συγγραφέας της χρονιάς στη Γερμανία, το 2002 Ο Μανκέλ έχει γράψει επίσης μυθιστορήματα για παιδιά και εφήβους Σήμερα μοιράζει το χρόνο του ανάμεσα στη Σουηδία και τη Μοζαμβίκη, όπου εργάζεται ως διευθυντής θεάτρου στο Teatro Avenida

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Firewall
Εκτελεστές δίχως πρόσωπο
Ένα βήμα πίσω
Εντολές θανάτου
Η κωμωδία της παιδικής ηλικίας
Η πέμπτη γυναίκα
Ματωμένα ίχνη
Πριν πέσει η παγωνιά
Τα σκυλιά της Ρίγα

ΑΠΟ http://www.biblioasi.gr/author_info.php?authors_id=35755




Ο Χένινγκ Μανκέλ ζει μεταξύ Σουηδίας και Αφρικής, αγωνίζεται για τα δικαιώματα των Αφρικανών, έχει νυμφευθεί την κόρη του Μπέργκμαν, έχει μεταφραστεί σε 27 γλώσσες και τις περιπέτειες του επιθεωρητή-ήρωά του τις έχουν διαβάσει περισσότεροι από 20 εκατομμύρια αναγνώστες

Ο στρατευμένος ντετέκτιβ

Εχει το παρουσιαστικό του ευπρεπούς μεσοαστού. Εργάζεται σκληρά, αλλά δεν έχει γίνει διάσημος. Είναι σεμνός, πραγματιστής και ενίοτε κυνικός. Λύνει τις περισσότερες από τις υποθέσεις ανθρωποκτονίας που αναλαμβάνει, αν και ορισμένες φορές αποτυγχάνει και το μυστήριο παραμένει άλυτο. Είναι χωρισμένος, με μία κόρη που του δημιουργεί προβλήματα. Πίνει απεριόριστο καφέ και αλκοόλ βλάπτοντας το ευαίσθητο στομάχι και την αδύναμη καρδιά του. Μερικές φορές επιθυμεί να τα παρατήσει. Ο μοναχικός αυτός άνθρωπος στον ύπνο του βλέπει εφιάλτες, τις φριχτές εικόνες των θυμάτων που δολοφόνησε ο άγνωστος «χ». Αυτό είναι το πορτρέτο του επιθεωρητή Κουρτ Βαλάντερ και όχι του συγγραφέα που τον επινόησε. Ο συγγραφέας ονομάζεται Χένινγκ Μανκέλ και είναι Σουηδός.

Ο Ηρακλής Πουαρό (της Αγκαθα Κρίστι), ο Φίλιπ Μάρλοου (του Ρέιμοντ Τσάντλερ), ο Σαμ Σπέιντ (του Ντάσιελ Χάμετ) είναι οι διάσημοι ήρωες του αστυνομικού μυθιστορήματος. Εκτός αγγλοσαξονικής παράδοσης, μόνον ο γάλλος επιθεωρητής Μεγκρέ (του Ζορζ Σιμενόν) κατέκτησε τα υψίπεδα της φήμης των βιρτουόζων του είδους. Στην Ελλάδα είναι λιγότερο γνωστοί ο αστυνόμος Μπέκας (του Γιάννη Μαρή) και ο Χαρίτος (του Πέτρου Μάρκαρη), ενώ ελάχιστοι έχουν ακολουθήσει τις υποθέσεις του ντετέκτιβ Φαργκ Φέουμε του σύγχρονου νορβηγού συγγραφέα Γκούναρ Στάαλεζεν.

Οι νουάρ ιστορίες του 60χρονου Χένινγκ Μανκέλ όμως έχουν πουλήσει περισσότερα από 20 εκατομμύρια αντίτυπα σε όλον τον κόσμο, κερδίζοντας ταυτοχρόνως διεθνή βραβεία.


Παιδικές φαντασιώσεις

Χιόνι και κρύο και ζόφος: έτσι περιγράφει τις παιδικές αναμνήσεις του ο συγγραφέας που γεννήθηκε και μεγάλωσε σε μια μικρή πόλη στη Βόρεια Σουηδία, εκεί που ο μακρύς χειμώνας κυμαίνεται μεταξύ μισοσκόταδου και απόλυτου σκότους. Αυτά τα χρώματα μετουσιώθηκαν και στις ιστορίες του. Αλλά εκείνος αρνείται ότι ήταν το περιβάλλον του που τον επηρέασε. Ισχυρίζεται ότι το παιδικό φαντασιακό του σύμπαν ήταν τόσο έντονο και ζωντανό στο μυαλό του, που αναπόφευκτα και αναπόδραστα ζούσε μέσα σε αυτό: «Ενιωθα ότι μεγάλωνα δίπλα στον ποταμό του Κονγκό, μέσα στον οποίο σέρνονταν κροκόδειλοι. Αυτές οι νομαδικές φαντασιώσεις με ώθησαν όταν ήμουν 22 ετών να ταξιδέψω στην Αφρική». Σήμερα ο Μανκέλ μοιράζει τον χρόνο ανάμεσα στη Σουηδία γράφοντας μυθιστορήματα και στη Μοζαμβίκη, όπου διευθύνει τον τοπικό θίασο Teatro Avenida. «Ετσι καταφέρνω να έχω μια μακροσκοπική ματιά πάνω στον κόσμο και όχι εθνοκεντρική. Η Αφρική εξάλλου μου δίδαξε το πώς να γίνω ένας καλύτερος άνθρωπος» δήλωσε προσφάτως. Αυτή τη στιγμή προβάρει το «Λεωφορείον ο Πόθος» του Τενεσί Γουίλιαμς, μεταφέροντας το κέντρο της δράσης σε μια οικογένεια Αφρικανών του 1955. Η παράσταση ανέβηκε στις 3 Φεβρουαρίου στο Μαπούτο.

Το πρώτο του αστυνομικό μυθιστόρημα με τίτλο Εκτελεστές δίχως πρόσωπο (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός) το έγραψε το 1989. Ελειπε από τη Σουηδία για καιρό και επιστρέφοντας ένιωσε μονομιάς το αναδυόμενο κύμα του ρατσισμού που έπνιγε τη χώρα.

Τότε αποφάσισε να καταγράψει το χρονικό ενός εγκλήματος. «Διότι ο ρατσισμός είναι έγκλημα», όπως επαναλαμβάνει όπου σταθεί κι όπου βρεθεί. Κατά τον Μανκέλ οι ρίζες του λογοτεχνικού αυτού είδους βρίσκονται στη «Μήδεια» και στον Μακμπέθ και όχι στις μυθοπλασίες του Εντγκαρ Αλαν Πόε και του Κόναν Ντόιλ. «Η καταγραφή μιας εγκληματικής ιστορίας με όλες τις προεκτάσεις της λειτουργεί σαν καθρέπτης του κοινωνικού ιστού, της δυναμικής που δημιουργείται από τις συγκρούσεις ανάμεσα σε διαφορετικούς ανθρώπους» υποστηρίζει.

Σουηδική μελαγχολία

Κάτι ξέρει από προσωπικά δράματα και ο ίδιος ο Χένινγκ Μανκέλ. Εχει νυμφευθεί τρεις φορές. Η τρίτη του σύζυγος είναι η Εύα Μπέργκμαν, κόρη του μεγάλου σουηδού σκηνοθέτη Ινγκμαρ Μπέργκμαν, με τον οποίο φαίνεται να μοιράζεται κάτι παραπάνω από απλώς μια καλλιτεχνική φλέβα (ο σκηνοθέτης ήταν γνωστός για τη θυελλώδη ιδιωτική του ζωή). «Μας έδενε οπωσδήποτε ένα κοινό πάθος για τη μουσική» είπε προσφάτως για τον διάσημο πεθερό του. Εχει και ο Μανκέλ τέσσερα παιδιά, τα οποία ισχυρίζεται ότι δεν παραμελεί, παρά τα συνεχή ταξίδια του. Η μητέρα του τον παράτησε όταν ήταν μικρός και την είδε ακόμη μία φορά όταν έκλεισε τα δεκαπέντε. «Πάντα ρωτούσα τις γυναίκες αν διέκριναν το ορφανό παιδί που κρυβόταν μέσα μου, αλλά εκείνες απαντούσαν αρνητικά».

Οσοι έχουν γνωρίσει τον Μανκέλ έχουν ισχυριστεί ότι η εγγενής, «σουηδική» μελαγχολία του συγγραφέα έχει διαποτίσει και το alter ego του, τον επιθεωρητή Κουρτ Βαλάντερ. Ο ίδιος όμως επιμένει ότι δεν συμπαθεί ιδιαίτερα την εφεύρεσή του: «Αν μπορούσα να διαλέξω, θα προτιμούσα να γνώριζα τον Σέρλοκ Χολμς». Ωστόσο, αν κάτι θλίβει αυτόν τον άκρως πολιτικοποιημένο συγγραφέα, αυτό είναι η τραγωδία της Αφρικής και όχι οι σουηδικές στέπες. Εχει μετατραπεί σε porte parole της. «Σήμερα μιλάμε για τη λογοτεχνία ενώ υπάρχουν εκατομμύρια παιδιά στον κόσμο που δεν θα έχουν ποτέ τη δυνατότητα να διαβάσουν ένα βιβλίο. Εδώ και δύο χρόνια περίπου μια αγγλική οργάνωση υπολόγισε το κόστος ενός προγράμματος εξάλειψης του αναλφαβητισμού. Ηταν πολύ υψηλό, αλλά όχι υψηλότερο απ' όσα ξοδεύουμε ετησίως για να δώσουμε τροφή στη γάτα και στον σκύλο μας».


Ο δολοφόνος ξαναχτυπά

Στο Ενα βήμα πίσω ο Κουρτ Βαλάντερ κυνηγά τα ίχνη ενός δολοφόνου που σκότωσε τρία παιδιά και τα παράτησε στον δρυμό της σουηδικής επαρχίας Σκόνε. Αργότερα ο δολοφόνος ξαναχτυπά: σκοτώνει αυτή τη φορά ένα ζευγάρι που ποζάρει στη γαμήλια φωτογραφία του. Τελικά δολοφονεί και έναν από τους στενούς συναδέλφους του Βαλάντερ. Υπάρχει διάχυτη η αγωνία ότι η καρδιά του επιθεωρητή θα σταματήσει προτού πιάσει τον εγκληματία. Αυτή είναι και η μαεστρία του Μανκέλ: κορυφώνει το σασπένς παρέχοντας στον αναγνώστη όλες τις πληροφορίες που δεν έχει στη διάθεσή του ο αστυνόμος. Νιώθεις λοιπόν συνέχεια την ανάγκη να του πεις «μην πας προς τα εκεί!» για να τον σώσεις.


ΑΠΟ http://www.tovima.gr/books-ideas/article/?aid=186738



Έχει επεξεργασθεί από τον/την ΜΗΔΕΙΑ στις Σαβ 27 Οκτ - 21:52, 1 φορά
ΜΗΔΕΙΑ
ΜΗΔΕΙΑ
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Θηλυκό
Τόπος Τόπος : Θεσσαλονίκη
Ηλικία Ηλικία : 49
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 2153
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 64
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 41610

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty Απ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από ΜΗΔΕΙΑ Κυρ 14 Οκτ - 1:28

ΛΟΡΔΟΣ ΒΥΡΟΝ (LORD BYRON 1788 - 1824)


ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 250px-Lord_Byron


Ο Λόρδος Βύρων (αγγλικά Λορντ Μπάιρον, Lord George Gordon Byron VI), 22 Ιανουαρίου 1788 - 19 Απριλίου 1824), ήταν Άγγλος ποιητής, από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ρομαντισμού και από τους σημαντικότερους φιλέλληνες.

Βιογραφικά στοιχεία

Γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 22 Ιανουαρίου 1788 και ήταν γιος του πλοιάρχου του αγγλικού Βασιλικού Ναυτικού, Τζον Μπάιρον, και της δεύτερης συζύγου του, Κατερίνας. Ανήκε σε αριστοκρατική οικογένεια, εκ της μητέρας του, το γένος Γκόρντον, που ήταν απόγονος του βασιλιά της Αγγλίας Εδουάρδου του 3ου, πλην, όμως, όταν γεννήθηκε οι γονείς του είχαν ήδη χωρίσει. Ο μεν πατέρας του είχε διαφύγει στη Γαλλία λόγω χρεών, η δε μητέρα του ξόδεψε μεγάλο μέρος της δικής της περιουσίας για την αποπληρωμή των χρεών. Ο Λόρδος Βύρων γεννήθηκε χωλός (στη δεξιά κνήμη) και τα πρώτα χρόνια διέμενε με την μητέρα του στην περιοχή Άμπερτ, μάλλον φτωχικά, όπου και έμαθε και τα πρώτα του γράμματα. Στις 19 Μαΐου του 1798 πέθανε ένας θείος του, από τη μητέρα του, ο οποίος του κληροδότησε όλη την περιουσία και τον τίτλο του 9ου Λόρδου της οικογένειας. Έτσι, η ζωή του από τότε άλλαξε. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, αποκτώντας πολύ καλή μόρφωση. Ήταν χαρακτήρας ανήσυχος, παρορμητικός και τυχοδιωκτικός. Έτσι, ξεκίνησε περιοδείες και περιπλανήσεις στη νότια Ευρώπη (Πορτογαλία, Ισπανία, Ελλάδα, Τουρκία).

Απεβίωσε στις 19 Απριλίου του 1824 ύστερα από πυρετό. Το πένθος για τον θάνατό του ήταν γενικό και ο Διονύσιος Σολωμός συνέθεσε μακρά ωδή στη μνήμη του. Η καρδιά του ενταφιάστηκε στο Μεσολόγγι. Προς εκδήλωση του πένθους στο Μεσολόγγι ρίχτηκαν 37 κανονιοβολισμοί από την ανατολή του ηλίου και μία κάθε λεπτό.


Πρώτος ερχομός στην Ελλάδα

2 Ιουλίου του 1809 ο Βύρων αποπλέοντας από το Πλύμουθ μαζί με τον φίλο του Χομπχάουζ και κάποιους υπηρέτες, φθάνει αρχικά στη Λισαβόνα και από εκεί παραπλέοντας το Γιβραλτάρ φθάνει στη Μάλτα όπου και παρέμεινε για μικρό διάστημα. Τον Σεπτέμβριο επιβαίνοντας του αγγλικού πολεμικού "Σπάιντερ" θα αντικρίσει σε λίγο για πρώτη φορά την πόλη που 14 χρόνια μετά θα άφηνε την τελευταία του πνοή. Τελικά αποβιβάστηκε στη Πρέβεζα. Από εκεί επιθυμώντας συνάντηση με τον Αλή Πασά μετέβη στα Ιωάννινα. Φθάνοντας όμως εκεί και μαθαίνοντας ότι εκείνος βρίσκεται στο Τεπελένι, μετά τριήμερη παραμονή, αποφάσισε να μεταβεί στο Τεπελένι όπου και φθάνοντας μετά από εννέα ημέρες έγινε δεκτός από τον Αλή Πασά φιλοξενώντας τον στο Σαράι του. Τις εντυπώσεις του από εκείνη την βάρβαρη αίγλη της φιλοξενίας αποτύπωσε ο Βύρων στο φημισμένο ποίημά του "Το προσκύνημα του Τσάιλντ Χάουζ".
Από εκεί επιστρέφοντας μέσω Ιωαννίνων στη Πρέβεζα απέπλευσε για Πάτρα, πλην όμως λόγω μεγάλης θαλασσοταραχής αναγκάσθηκε να επιστρέψει. Τελικά αλλάζοντας δρομολόγιο, διέσχισε μαζί με τους συντρόφους του την Ακαρνανία φθάνοντας στο Μεσολόγγι απ΄ όπου και διεκπεραιώθηκε στην Πάτρα και από εκεί μέσω Βοστίτσης (Αιγίου), έφθασε στην Ιτέα απ΄ όπου μέσω Αράχωβας, Λιβαδειάς και Φυλής έφθασε στην Αθήνα το βράδυ των Χριστουγέννων του 1809, καταλύοντας στην οικία της αδελφής του Έλληνα υποπρόξένου της Αγγλίας.

Κατά τη διάρκεια, της τρίμηνης παραμονής του στην Αθήνα ο Βύρων επισκέφθηκε τις πιο ιστορικές τοποθεσίες της Αττικής, ενώ παράλληλα ερωτεύτηκε σχεδόν παράφορα την Θηρεσία, την νεότερη κόρη του Άγγλου προξένου Θεοδώρου Μακρή, στην οποία αφιέρωσε και το ποίημά του «Κόρη των Αθηνών» (1809).

Στις 4 Απριλίου του 1810 ο κυβερνήτης του αγγλικού δίκροτου "Πυλάδης" που ναυλοχούσε στον Πειραιά προσκάλεσε τον Βύρωνα για ένα ταξίδι μέχρι τη Σμύρνη. Έτσι ο Βύρων αποδεχθείς την πρόσκληση σε λίγες ημέρες έφθανε στη Σμύρνη παραμένοντας εκεί λίγες ημέρες. Στις 11 Μαρτίου ανεχώρησε με την αγγλική φρεγάτα "Σαλσέτ" για την Κωνσταντινούπολη. Κατά την αναμονή άδειας διέλευσης από τα Δαρδανέλια ο Βύρων επανέλαβε το επιχείρημα του μυθικού Λέανδρου διασχίζοντας τα στενά κολυμπώντας από την αρχαία Άβυδο προς Σηστό, άθλο για το οποίο και δικαιολογημένα θα υπερηφανεύεται στο υπόλοιπο της ζωής του. Τελικά έφθασε στη Κωνσταντινούπολη στις 13 Μαΐου όπου και παρέμεινε για δύο μήνες, όταν συνοδεύοντας τον Άγγλο πρέσβη στον αποχαιρετιστήριο λόγο του επέστρεψε με το ίδιο πλοίο στην Αγγλία. Στην επιστροφή προσεγγίζοντας η φρεγάτα στη Κέα ο Βύρων αποβιβάστηκε απ΄ όπου και επέστρεψε στην Αθήνα, αυτή τη φορά μόνος όπου και κατέλυσε στη τότε Μονή των Φραγκισκανών παρά το Μνημείο του Λυσικράτη. Κατά την υπόλοιπη δεκάμηνη παραμονή του στην Ελλάδα ο Βύρων με ορμητήριο εκδρομών την παραπάνω Μονή επισκέφθηκε πολλά μέρη κυρίως της Πελοποννήσου. Στη διάρκεια δε κάποιας εκδρομής του στο Σούνιο κινδύνεψε να συλληφθεί όμηρος από Μανιάτες πειρατές. Μεταβαίνοντας λίγες ημέρες μετά στην Πάτρα προσβλήθηκε από ελονοσία και όπως αφηγήθηκε ο ίδιος διασώθηκε από Αλβανούς υπηρέτες του που τρομοκράτησαν τους ιατρούς του λέγοντάς τους πως θα τους αποκεφάλιζαν αν ο κύριός τους δεν θεραπευόταν.

Στις 11 Απριλίου 1811 ο Λόρδος Βύρων επιβιβάστηκε για Μάλτα σε πλοίο που μετέφερε ένα μέρος φορτίου των μαρμάρων του Παρθενώνα που είχε αφαιρέσει ο Έλγιν. Φθάνοντας όμως στη Μάλτα προσβλήθηκε και πάλι από ελονοσία οπότε και αποφάσισε την επιστροφή του στην Αγγλία. Έτσι επιβαίνοντας στις 3 Ιουλίου της αγγλικής φρεγάτας "Βολάζ" επέστρεψε στο Πόρτμουθ στις 17 Ιουλίου.


Επιστροφή στην Αγγλία

Με την επιστροφή του στην Αγγλία ο Λόρδος Βύρων ασχολήθηκε αρχικά με την έκδοση των ποιημάτων του όπου με το έργο του «Τσάιλντ Χάρολντ» κατέστη διάσημος, εξ ου και η περίφημη φράση του «ξύπνησα ένα πρωί και βρήκα τον εαυτόν μου διάσημο». Η πρώτη έκδοση με 500 αντίτυπα εξαντλήθηκε μέσα σ΄ ένα τριήμερο, όπου και ακολούθησαν έξι ακόμα εκδόσεις μέσα σ΄ ένα μήνα. Παράλληλα όμως ασχολούμενος με την πολιτική εκφώνησε τον πρώτο του λόγο στη Βουλή των Λόρδων επί νομοσχεδίου που θέσπιζε αυστηρότατες ποινές για τους υπαίτιους των ταραχών που είχαν ξεσπάσει στο Νότιγχαμ μετά την εισαγωγή μηχανών κατασκευής καλτσών, συντασσόμενος με τους φιλελεύθερους. Ο λόγος του εκείνος προκάλεσε ιδιαίτερη εντύπωση, όπου και έσπευσαν πολλοί να το συγχαρούν. Ο δεύτερος λόγος του μετά από δύο μήνες περί της χειραφέτησης των καθολικών "Παπιστών" δεν ήταν τόσο αξιόλογος, αλλά ούτε και ο τρίτος του που εκφώνησε στις 1 Ιουνίου.

Κατά την επόμενη διετία ο Λόρδος Βύρων ήταν πλέον ένας επιτυχημένος ποιητής, ωραίος ως Άδωνις, ευπατρίδης, σχετικά πλούσιος, αλλά και περιφρονητής της ηθικής. έχοντας μεγάλη επιτυχία μεταξύ των γυναικών που όπως ο ίδιος υποστήριζε «υπέστην περισσότερες αρπαγές απ΄ οποιονδήποτε άλλον από την εποχή του Τρωικού πολέμου», δίνοντας όμως καιρό για να συνθέτει τα νέα του ποιήματα όπως "Ο Γκιαούρης", "Η Νύμφη της Αβύδου", "Ο Κουρσάρος", "Ο Λάρα", η "Παριζίνα", η "Πολιορκία της Κορίνθου" κ.ά. που όλα χρονολογούνται στην ίδια περίοδο, αν και κάποια εξ αυτών δημοσιεύτηκαν αργότερα. Την ίδια ταχύτητα συγγραφής των είχαν και οι πωλήσεις τους, συγκεκριμένα το ποίημα "Ο Κουρσάρος" που τυπώθηκε σε 14.000 αντίτυπα πωλήθηκαν μέσα σε μία μόνο ημέρα. Γενικά οι πωλήσεις αυτών του επέφεραν τεράστια κέρδη παρέχοντάς του τη δυνατότητα πλουσιότερης ζωής, δημιουργώντας όμως νέα μεγάλα χρέη για την αντιμετώπιση των οποίων θεώρησε μοναδική διέξοδο τον γάμο.

Στις 2 Ιανουαρίου του 1815, διαμένοντας στο Λονδίνο, νυμφεύθηκε την Άννα Ισαβέλλα Μίλμπαγκ, μοναχοκόρη, διανοούμενη, ευσεβής, στερούμενη όμως χιουμοριστικής διάθεσης και άκαμπτα ευπρεπής, με την οποία απέκτησε κόρη την Αυγούστα Άδα. Τα οικονομικά όμως του Βύρωνα δεν βελτιώθηκαν και σε συνδυασμό της εξ αυτών στενοχώριας, του άκρατου πότου με τους φίλους του και των περιορισμών του οικογενειακού βίου κατέστησαν ολέθρια στη συμπεριφορά του απέναντι στη σύζυγό του. Στις 15 Ιανουαρίου του 1816 η σύζυγός του μετέβη με την κόρη τους στο πατρικό της κτήμα, προκειμένου να μη δει την κατάσχεση των επίπλων τους, στέλνοντας όμως καθ΄ οδόν ένα τρυφερό γράμμα στον Βύρωνα. Λίγες όμως ημέρες αργότερα έλαβε γράμμα από τον πεθερό του ότι η σύζυγός του δεν θα επανερχόταν πλέον κοντά του, με περίπου ίδιο περιεχόμενο ακολούθησε και επιστολή της Μίλμπαγκ, εξ αυτών ακολούθησε και ο χωρισμός.

Κύρια αίτια αυτού αναφέρονταν στις παράνομες σχέσεις του Βύρωνα με την ετεροθαλή αδελφή του, της Αυγούστας (κυρίας Leign). Τελικά όταν επήλθε επίσημα ο χωρισμός του στις 21 Απριλίου του 1816 η δημοτικότητα άρχισε να μειώνεται ενώ διάφορες φήμες άρχισαν να διαδίδονται μέχρι και για ομοφυλοφιλικές του τάσεις, ειδικά μετά από μια φραστική επίθεση που έκανε κατά της αντιβασιλείας που θεωρήθηκε ιδιαίτερα προσβλητική. Κατόπιν αυτών η παραμονή του πλέον στην Αγγλία κατέστη αδύνατος, περιορίζοντας τις δημόσιες εμφανίσεις του γεγονός που τον ανάγκασε να την εγκαταλείψει.

Στις 25 Απριλίου του 1816 επιβιβάσθηκε σε πλοίο με μεγάλη συνοδεία όπου μέσω Οστάνδης εγκαταστάθηκε αρχικά στις Βρυξέλλες και από εκεί επισκεπτόμενος το πεδίο της μάχης του Βατερλώ κατέληξε στη Γενεύη Ελβετία όπου και διέμεινε μερικούς μήνες συναντώντας τον εξόριστο εκεί από την Αγγλία ποιητή Σέλλεϋ με τον οποίο και ανέπτυξε ιδιαίτερη φιλία. Στη συνέχεια μετέβη στην Ιταλία, όπου υποστήριξε ενεργά το φιλελεύθερο κίνημα των Ιταλών πατριωτών.


Δεύτερος ερχομός στην Ελλάδα

Το 1823 κατευθύνεται, ύστερα από παρότρυνση των Άγγλων κεφαλαιούχων, που ενδιαφέρονταν για σύναψη δανείων με την ελληνική κυβέρνηση, προς την Ελλάδα, σταματώντας στην Κεφαλλονιά, όπου παρέμεινε για έξι μήνες στην οικία του κόμη Δελαδέτσιμα, φίλου του Μαυροκορδάτου. Τελικά, αν και αρχικός προορισμός του ήταν ο Μοριάς, εγκαθίσταται στο Μεσολόγγι, όπου έρχεται σε επαφή με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, τον οποίο και υποστηρίζει οικονομικά. Εν τω μεταξύ, έχει σχηματίσει ιδιωτικό στρατό από 40 Σουλιώτες, υπό τους Δράκο, Τζαβέλλα και Φωτομάρα. Αξίζει να σημειωθεί ότι ήταν από τους πρώτους που συνειδητοποίησαν τις καταστροφικές συνέπειες που θα είχε η σύναψη δανείου στην περίπτωση που αυτό χρησιμοποιείτο όχι για εθνικούς σκοπούς, αλλά για πολιτικές διαμάχες.

Απεβίωσε στις 19 Απριλίου του 1824 ύστερα από πυρετό. Το πένθος για τον θάνατό του ήταν γενικό και ο Διονύσιος Σολωμός συνέθεσε μακρά ωδή στη μνήμη του. Η καρδιά του ενταφιάστηκε στο Μεσολόγγι. Προς εκδήλωση του πένθους στο Μεσολόγγι ρίχτηκαν 37 κανονιοβολισμοί από την ανατολή του ηλίου και μία κάθε λεπτό.


Από τα έργα του τα πιο γνωστά είναι:

«Τσάιλντ Χάρολντ»
«Δον Ζουάν»
«Μάνφρεντ»

Ένας από τους στενούς φίλους του Βύρωνα στο Μεσολόγγι ήταν ο επίσης σπουδαίος φιλέλληνας Αμερικανός ιατρός, από τη Βοστόνη, Σαμουήλ Γκρίντλευ Χάου (1801-1878), ο οποίος στην Ελληνική Επανάσταση του 1821, νεαρός τότε μόλις απόφοιτος του Πανεπιστημίου, είχε έλθει στην Ελλάδα και για έξι χρόνια πρόσφερε εθελοντικά τις ιατρικές του υπηρεσίες στους Έλληνες αγωνιστές.
Μετά το θάνατο του Λόρδου Βύρωνα ο Χάου κράτησε ως κειμήλιο της φιλίας το αγγλικό κράνος - περικεφαλαία του Βύρωνα, το οποίο αργότερα, το 1925, έφερε στην Ελλάδα, η μικρότερη κόρη του Χάου η Έλιοτ όπου το πρόσφερε στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.


ΑΠΟ


http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9B%CF%8C%CF%81%CE%B4%CE%BF%CF%82_%CE%92%CF%8D%CF%81%CF%89%CE%BD



ΠΟΙΗΣΗ ΛΟΡΔΟΥ ΒΥΡΩΝΑ

ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΑ ΚΑΙ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ

Μονοδιάστατη είναι η εικόνα (αν όχι διαστρεβλωμένη) που έχουμε οι περισσότεροι Έλληνες για τον Λόρδο Βύρωνα. Από τα σχολικά βιβλία μάθαμε ότι υπήρξε o «κορυφαίος των φιλελλήνων». Όμως, ορισμένοι αμφισβητούν τα ηθικά και ιδεολογικά κίνητρα της καθόδου του στην Ελλάδα, χαρακτηρίζοντας τον «πράκτορα του Βρετανικού ιμπεριαλισμού». Ισχυρισμός που παραγνωρίζει – εκτός των άλλων – ότι ο Λόρδος Βύρων αρνήθηκε όταν αρρώστησε τις συμβουλές των γιατρών του να φύγει από το Μεσολόγγι και άφησε εκεί την τελευταία του πνοή, στις 19 Απριλίου 1824, σε ηλικία μόλις 36 χρόνων.

Η αλήθεια για τον Λόρδο Βύρωνα είναι ότι επρόκειτο για έναν μεγάλο ποιητή και αγωνιστή της ελευθερίας, που είχε ενστερνιστεί τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης και αγωνίστηκε για την επικράτησή τους: είτε τασσόμενος στη Βουλή των Λόρδων κατά της θανατικής ποινής για τους εξεγερμένους κλωστοϋφαντουργούς του Νότιγχαμ, είτε συμμετέχοντας στο επαναστατικό κίνημα των Ιταλών Καρμπονάρων, είτε καταγγέλλοντας τον Ελγιν για την κλοπή των γλυπτών του Παρθενώνα, είτε στρατευόμενος «ψυχή τε και σώματι» στον αγώνα των επαναστατημένων Ελλήνων για την αποτίναξη του ζυγού της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

«Το εξοχότερο ποιητικό πνεύμα του αιώνα», είχε χαρακτηρίσει ο Γκαίτε τον Μπάιρον, ενώ για τον Μαξίμ Γκόρκι ήταν «ο μεγαλόπνοος ποιητής που αφιέρωσε τις δυνάμεις του για την απελευθέρωση της ανθρωπότητας από τους τυράννους».

Η εκτόξευση του Μπάιρον στην κορυφή του ευρωπαϊκού ποιητικού στερεώματος είναι συνυφασμένη με τα διεθνή του οδοιπορικά, ιδιαίτερα με την δημοσίευση του ποιήματος «Το Προσκύνημα του Τσαϊλντ Χάρολντ», το 1812, όταν επέστρεψε από το πρώτο του ταξίδι στην Πορτογαλία, Ισπανία, Μάλτα, Ελλάδα, Αλβανία και Τουρκία. «Επιτέλους η τέχνη γινόταν ένα με τη ζωή», γράφει ο Αντρέ Μωρουά, προσθέτοντας ότι «το Τσάϊλντ Χάρολντ συνοδευόταν από πολιτικές σημειώσεις που η πρωτοφανής τόλμη τους γοήτευε».

Η αντίθεση του Λόρδου Βύρωνα στη λεηλασία του Παρθενώνα από τον Λόρδο Έλγιν εκφράστηκε με πολύ καυστικό και παραστατικό τρόπο με το ποίημα του «Η Κατάρα της Αθηνάς», αλλά αφιερωμένες στο ίδιο θέμα είναι και οι στροφές 10-15 του δεύτερου άσματος του «Τσάιλντ Χάρολντ».

Ο Μπάιρον ήταν επαναστάτης με αιτία! Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του: «Θα ξεσηκώσω, αν μπορέσω, και τις πέτρες ακόμα ενάντια στους τυράννους της γης».
Είχε υποστηρίξει τους Ινδούς, τους Ινδιάνους του Περού και γενικότερα τους Λατινοαμερικάνους, είχε γράψει για τον «Φυλακισμένο της Σιγιόν», έναν Ελβετό επαναστάτη που είχε φυλακιστεί για τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Είχε ταχθεί κατά των διακρίσεων σε βάρος των Καθολικών μέσα στην ίδια την Αγγλία. Μνημειώδης υπήρξε η πρώτη του ομιλία στη Βουλή των Λόρδων (27-2-1812), όπου καταφέρθηκε εναντίον νομοσχεδίου (το οποίο μόνο αυτός καταψήφισε), που προέβλεπε την θανατική ποινή για τους εξεγερμένους κλωστοϋφαντουργούς του Νότιγχαμ (τους γνωστούς «Λουδίτες»), οι οποίοι κατέστρεφαν τις μηχανές που τους οδηγούσαν στη μαζική ανεργία και εξαθλίωση.

Ισχυρότατο είναι το οικολογικό μήνυμα της ποίησης του Λόρδου Βύρωνα. Η αγάπη για την Φύση αποτελεί «αγκωνάρι» του ευρωπαϊκού ποιητικού ρεύματος του Ρομαντισμού. Το πλουσιότατο ποιητικό οδοιπορικό του Μπάιρον είναι γεμάτο με συναρπαστικές περιγραφές και αναφορές στη σχέση Ανθρώπου-Φύσης. Μιλάει ως «πολίτης του κόσμου» όταν λέει στο ποίημά του «Το Νησί» ότι «η Φύση ένα έθνος τεκνών της αναγνωρίζει». Ο θαυμασμός του για τις ομορφιές της πατρίδας μας αποτυπώνεται όχι μόνο στα ποιήματα, αλλά και στις επιστολές του. Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα επιστολής (20.1.1811) προς τη μητέρα του: «Μένω στο Μοναστήρι των Καπουτσίνων. Μπροστά μου έχω τον Υμηττό, πίσω μου την Ακρόπολη, δεξιά μ ου το ναό του Δία, μπροστά το Στάδιο, αριστερά μου την πόλη. Ε, κύριε, αυτό θα πει τοπίο, αυτό θα πει γραφικότητα!»

Τα μηνύματα της ποίησης και των αγώνων του Λόρδου Βύρωνα είναι εξαιρετικά επίκαιρα. Θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για έναν σύγχρονο φιλελληνισμό, με τη συμβολή και των Ελλήνων της διασποράς. Αυτό το στόχο εξυπηρετεί η πρότασή μας προς τη Βουλή των Ελλήνων να οριστεί η επέτειος του θανάτου του Λόρδου Βύρωνα (19 Απριλίου) ως «Ημέρα Φιλελληνισμού και Διεθνούς Αλληλεγγύης».


Του Πάνου Τριγάζη
Γενικού Γραμματέα του Συνδέσμου «Μπάιρον» για τον Φιλελληνισμό και τον Πολιτισμό και συγγραφέα του Βιβλίου «Μπάιρον εναντίον Ελγιν»


ΑΠΟ

http://www.byron-greece.org/index.php?option=com_content&view=article&id=16%3A2009-07-14-18-31-56&catid=7%3A2009-04-19-00-02-43&Itemid=13&lang=el




«Ένα ακόλαστο τέρας ήταν ο Λόρδος Βύρων»

Καταπέλτης για τον Λόρδο Βύρωνα και τον ποιητή Πέρσι Μπάις Σέλεϊ είναι τα αποµνηµονεύµατα µιας γυναίκας που µόλις είδαν το φως της δηµοσιότητας. Με τα γραπτά της, η Κλερ Κλερµόντ «στολίζει» τον Λόρδο Βύρωνα και τον φίλο του, περιγράφοντάς τους ως δύο τύπους χωρίς ηθικές αναστολές, ως «τέρατα» που λάτρευαν τον ελεύθερο έρωτα. Του Χρήστου Ιερείδη

Σύµφωνα µε τον «Οbserver», οι ιστορικοί ήδη θεωρούν τα κείµενα σπουδαία ανακάλυψη, η οποία έγινε τυχαία. Η πανεπιστηµιακός Ντέζι Χέι «έπεσε» πάνω τους στη δηµόσια βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης, αναζητώντας υλικό για το πρώτο της βιβλίο. Βρήκε τα χειρόγραφα της Κλερ Κλερµόντ, ετεροθαλούς αδελφής της συγγραφέως Μαίρη Σέλεϊ, την οποία στην εφηβεία άφησε έγκυο και εγκατέλειψε ο Λόρδος Βύρων, ενώ ήταν ήδη πατέρας ενός παιδιού από τη Σέλεϊ.

Στα 18 της, η Κλερµόντ µαγνήτισε τον Άγγλο ευγενή µε το χιούµορ, την εξυπνάδα και τα εκφραστικά µαύρα µάτια της. Γοητεύτηκε κι εκείνη και του δόθηκε. Ο Λόρδος Βύρων ήταν ήδη παντρεµένος, λίγο µετά τη βαρέθηκε, της ζήτησε να µη του στέλνει γράµµατα και της απαγόρευσε να βλέπει την Αλέγρα, καρπό της παράνοµης σχέσης τους, αµφισβητώντας ότι ήταν ο πατέρας. Μάλιστα έστειλε αµέσως το µωρό σε γυναικείο µοναστήρι, όπου πέθανε σε ηλικία πέντε ετών.

Η Κλερµόντ, στα 70 πια, εργαζόταν ως γκουβερνάντα, όταν έγραψε τα αποµνηµονεύµατά της, αφήνοντας µια πίκρα να διαποτίσει τα κείµενά της. Ο θυµός της αποτυπώνεται στις µουτζούρες και τις τροποποιήσεις.

«Υπό την επήρεια και το δόγµα του ελεύθερου έρωτα είδα τους δύο κορυφαίους ποιητές της Αγγλίας να µεταµορφώνονται σε τέρατα. Η µανία τους για ελεύθερο έρωτα τους κατέτρωγε». Για τον Λόρδο Βύρωνα σηµείωνε πως ήταν «µια ανθρώπινη τίγρης που έσβηνε τη δίψα της προκαλώντας πόνο σε ανυπεράσπιστες γυναίκες». Εντύπωση προκάλεσαν και οι χαρακτηρισµοί της για τον Σέλεϊ. «Κατηγορώντας τον για σκληρότητα, αποκαλύπτεται η σκοτεινή πλευρά της ζωής εκείνη την εποχή», λέει η δρ. Χέι.

Οι ιστορικοί πάντως γνώριζαν για τα αποµνηµονεύµατα, αλλά θεωρούσαν πως είχαν χαθεί.

Το άρθρο του Χρήστου Ιερείδη δημοσιεύθηκε στα Νέα της 30/03/2010


ΑΠΟ

http://tvxs.gr/news/%CF%80%CF%81%CF%8C%CF%83%CF%89%CF%80%CE%B1/%C2%AB%CE%AD%CE%BD%CE%B1-%CE%B1%CE%BA%CF%8C%CE%BB%CE%B1%CF%83%CF%84%CE%BF-%CF%84%CE%AD%CF%81%CE%B1%CF%82-%CE%AE%CF%84%CE%B1%CE%BD-%CE%BF-%CE%BB%CF%8C%CF%81%CE%B4%CE%BF%CF%82-%CE%B2%CF%8D%CF%81%CF%89%CE%BD%C2%BB





Έχει επεξεργασθεί από τον/την ΜΗΔΕΙΑ στις Σαβ 27 Οκτ - 21:53, 1 φορά
ΜΗΔΕΙΑ
ΜΗΔΕΙΑ
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Θηλυκό
Τόπος Τόπος : Θεσσαλονίκη
Ηλικία Ηλικία : 49
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 2153
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 64
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 41610

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty Απ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από ΜΗΔΕΙΑ Σαβ 20 Οκτ - 23:25

Ντέιβιντ Χέρμπερτ Λόρενς (D. H. [David Herbert] Lawrence - 1885 -1930)


ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Lawrence


Ο Ντέιβιντ Χέρμπερτ Ρίτσαρντς Λόρενς, γεννήθηκε στο Ίστγουντ, του Νοτιγχαμσάιρ, στα 1885. Ήταν το τέταρτο παιδί του Άρθουρ Λόρενς, ενός
ανθρακωρύχου και της Λίντιας, μιας πρώην δασκάλας. Σαν παιδί αρρώσταινε συχνά και μεγάλωσε μέσα σε μεγάλη φτώχια. Οι γονείς του διαφωνούσαν συνέχεια, όχι μόνο επειδή η μητέρα του επιθυμούσε να κρατήσει τον γιο της μακριά από τα ορυχεία, αλλά και γιατί ανάμεσά τους είχε αναπτυχθεί ένας δυνατός δεσμός. Αυτή η αγάπη που είχε για την μητέρα του, έπαιξε σημαντικό ρόλο στα πρώτα χρόνια της ζωής του και στη εργασία του. Παρακολούθησε το σχολείο Μποβάλ, από το 1891 έως το 1898 και ήταν ο πρώτος μαθητής αυτού του σχολείου που κέρδισε μια υποτροφία του Δημοτικού Συμβούλιου, για το Γυμνάσιο του Νότιγχαμ, όπου φοίτησε μέχρι το 1901. Τότε αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τις σπουδές του και να πιάσει δουλειά σαν υπάλληλος σ' ένα εργοστάσιο παραγωγής χειρουργικών αγαθών, μια δουλειά που υποχρεώθηκε να αφήσει μετά από μια σοβαρή κρίση πνευμονίας, στα 1902. Την εποχή εκείνη ανέπτυξε επίσης μια φιλική σχέση με την Τζέσι Τσάμπερς, που επρόκειτο να εξελιχτεί σε ανεπίσημο αρραβώνα. Μέχρι το 1906 ήταν μαθητής - δάσκαλος στο Βρετανικό Σχολείο, πριν κερδίσει μια υποτροφία για το Πανεπιστημιακό Κολέγιο του Νότιγχαμ, για να πάρει το δίπλωμα του δάσκαλου. Από το 1906 έως το 1908 έγραψε τα πρώτα του ποιήματα και άρχισε το πρώτο του μυθιστόρημα <Λαετίτια>, που αργότερα θα λεγόταν <Το Λευκό Παγώνι>. Τα Χριστούγεννα του 1907 κέρδισε το βραβείο διηγήματος της <Γκάρντιαν> του Νοτιγχαμσάιρ με το <Πρελούδιο> και περίπου την ίδια εποχή έχασε την πίστη του <σ' έναν προσωπικό, ανθρώπινο Θεό>. Μια συνάντηση με τον Φορντ Μάντοξ Χιούεφερ στα 1908, οδήγησε στο αποτέλεσμα να δημοσιευτεί η δουλειά του στην Εγγλέζικη Επιθεώρηση και αυτό συνέβαλε στην είσοδό του στον φιλολογικό κόσμο του Λονδίνου. Στα 1910 έγραψε το δεύτερό του μυθιστόρημα <Ο Παράνομος> και ξεκίνησε να γράφει τον <Ντέιβιντ Μόρελ>, που αργότερα θα γινόταν γνωστό με τον τίτλο <Γιοι κι Εραστές>. Η σχέση του με την Τζέσι Τσάμπερς τελείωσε και αρραβωνιάστηκε την Λουί Μπάροους, μια συμφοιτήτριά του από το Νότιγχαμ. Λίγο αργότερα, τον Δεκέμβριο του 1910, η αγαπημένη του μητέρα πέθανε και τον Ιανουάριο του 1911, ο Χάινεμαν δημοσίευσε <Το Λευκό Παγώνι>.Ακολούθησε η έκδοση του πρώτου του σημαντικού βιβλίου <Γιοι και Εραστές>, στα 1913. Πρόκειται για μια αυτοβιογραφία της νεότητάς του, αν και αργότερα παραδέχτηκε ότι είχε περιγράψει τον πατέρα του με άδικη σκληρότητα. Το 1912 ο Λόρενς συνάντησε τη γυναίκα που επρόκειτο να περάσει μαζί της την υπόλοιπη ζωή του, την Φρίντα Γουίκλι, που ήταν σύζυγος του παλιού του καθηγητή στο Νότιγχαμ. Εκείνη ήταν μητέρα τριών παιδιών κι έξι χρόνια μεγαλύτερη από τον Λόρενς, αλλά ήταν δυσαρεστημένη με τον γάμο της και ασφυκτιούσε από τη ζωή στο Νότιγχαμ. Το ζευγάρι το έσκασε στην Γερμανία και από τότε η ζωή τους περνούσε με συνεχείς μετακινήσεις, πάντα με στενότητα χρημάτων και απολαμβάνοντας συχνά την θυελλώδη σχέση τους. Η νομαδική τους ζωή έδωσε στον Λόρενς το υλικό για ένα πολύ προσωπικό ύφος ταξιδιωτικής συγγραφής, που τέσσερις τόμοι από αυτούς εκδόθηκαν. Τα χρόνια του πολέμου 1914 - 1018, τα πέρασαν στην Αγγλία κι εκείνη ακριβώς την εποχή ο Λόρενς ανέπτυξε σχέσεις με τους φιλολογικούς και διανοητικούς κύκλους και μεταξύ των άλλων με τον ʼλντους Χάξλεϊ και τον Μπέτραντ Ράσελ, που με τον τελευταίο θα καβγάδιζε άσχημα αργότερα. Η αμφισβητούμενη φήμη του Λόρενς δικαιώθηκε με το επόμενο βιβλίο του. <Το Ουράνιο Τόξο>, που κατασχέθηκε από την αστυνομία, γιατί θεωρήθηκε άσεμνο, όταν δημοσιεύθηκε το 1915. Η τραχιά γλώσσα που χρησιμοποιούσε και η ειλικρίνειά του σχετικά με τα θέματα του σεξ, του προκαλούσε συνεχή προβλήματα με τις αρχές. Ανίκανος να υπηρετήσει στο στρατό, έκανε σκληρή κριτική για τον πόλεμο και όταν ζούσε στην Κορνουάλη με την Γερμανίδα γυναίκα του, τους συνέλαβαν ως ύποπτους Γερμανούς κατασκόπους. Ολοκλήρωσε την <Ερωτευμένες Γυναίκες> στα 1916, αλλά δεν κατάφερε να βρει εκδότη γι' αυτό το βιβλίο μέχρι το 1920 στη Νέα Υόρκη, όπου απέτυχε μια κίνηση εναντίον του και το 1921, στο Λονδίνο. Ο Λόρενς άρχισε να βρίσκει τη ζωή στην Αγγλία ανυπόφορη και μετά την έκδοση ενός τόμου με ποιήματα <Κοιτάξτε! Τα καταφέραμε>, το 1917, εκείνος και η γυναίκα του έφυγαν για την Ιταλία το 1919. Το 1920 <Το Χαμένο Κορίτσι>, που είχε αρχίσει να γράφει πριν από τον πόλεμο, κέρδισε το βραβείο Τζέιμς Τέιτ Μεμόριαλ, την μόνη επίσημη τιμή του έλαβε ο Λόρενς σε όλη του τη ζωή.<Η Ράβδος του Ααρών>, που εκθέτει την επίδραση του Νίτσε, ακολούθησε στα 1922 και την ίδια χρονιά άρχισε τα μεγάλα ταξίδια του στην Κεϋλάνη και στην Αυστραλία και τελικά στην Αμερική και το Μεξικό. Όσο ήταν στην Αυστραλία έγραψε το <Καγκουρό>, που εκδόθηκε το 1923, την ίδια χρονιά μ' ένα κριτικό βιβλίο <Μελέτες στην Κλασική Αμερικάνικη Φιλολογία>. Είναι αξιοπρόσεχτο ότι ο Λόρενς ήταν σε θέση να εργάζεται με αυτόν τον απίστευτο ρυθμό, αν λάβει κανείς υπόψη την μη αποδοχή του στην Αγγλία, την κλονισμένη υγεία του και την όλο και περισσότερο έντονη σχέση με τη γυναίκα του. Η έλλειψη χρημάτων ήταν συνεχής σε όλη την ακατάστατη ζωή του, αλλά αγωνίστηκε να δημοσιεύσει λίγα άρθρα, ή διηγήματα σε διάφορα περιοδικά και καμιά φορά τον βοηθούσαν διάφοροι πλούσιοι φίλοι και θαυμαστές. Κατάφερε να εκδώσει <Το Πλουμιστό Φίδι> το 1926 και συνέχισε να γράφει πολλά διηγήματα και ποιήματα, μολονότι η προσωπική του ζωή είχε γίνει ιδιαίτερα ταραγμένη το 1923, όταν εκείνη τη χρονιά, η γυναίκα του επέστρεψε στην Αγγλία χωρίς εκείνον. Μια ακατάπαυστη ανταλλαγή γραμμάτων, είχε σαν αποτέλεσμα να επιστρέψει κι ο ίδιος ο Λόρενς στην Αγγλία, αλλά ήταν πολύ δυστυχισμένος στην πατρίδα του και σύντομα ξαναγύρισαν στο Νέο Μεξικό, όπου ο Λόρενς έλπιζε να βρει την ιδανική κοινότητα, που σκόπευε να ονομάσει <Ράνανιμ>. Μια επίσκεψη στο Παλιό Μεξικό είχε σαν αποτέλεσμα να κολλήσει φυματίωση ο Λόρενς και οι γιατροί διέγνωσαν ότι είχε μόνο δυο χρόνια ζωή. Το ζευγάρι γύρισε πίσω στην Αγγλία από την Γερμανία και τελικά εγκαταστάθηκε στην Ιταλία, όπου ο Λόρενς ολοκλήρωσε το βιβλίο του <Ο Εραστής της Λαίδης Τσάτερλι> στην Βίλα Μιράντα, κοντά στην Φλωρεντία


ΠΗΓΗ

http://www.reocities.com/siliconvalley/server/2775/Tsaterli.htm



Ο Ντέιβιντ Χέρμπερτ Λόρενς γεννήθηκε στο Ίστγουντ του Νότινγκχαμσαϊρ το 1885. Δημοσίευσε το πρώτο του μυθιστόρημα το 1911. Πολυταξιδεμένος, έζησε στην Ιταλία (Φλωρεντία), την Αυστραλία και την Κεντρική Αμερική, για να εγκατασταθεί τελικά στη Γαλλία. Τα πιο γνωστά μυθιστορήματά του είναι: "Το άσπρο παγόνι" (1911), "Γιοι και εραστές" (1913), "Ερωτευμένες γυναίκες" (1921), "Το φτερωτό φίδι" (1926) και "Ο εραστής της λαίδης Τσάτερλι" (1928). Το τελευταίο προκάλεσε σκάνδαλο και η κυκλοφορία του απαγορεύτηκε για πολλά χρόνια στην Αγγλία και στις Η.Π.Α. Την ίδια τύχη είχε και το "Ουράνιο τόξο" (1915). Η καταγγελία του βιομηχανικού πολιτισμού και των πουριτανικών ηθών της εποχής του, προκάλεσε στον Ντ. Χ. Λόρενς προβλήματα και αντιδικίες με τη λογοκρισία και το λογοτεχνικό κατεστημένο. Η εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αλληλογραφία του δημοσιεύτηκε το 1932 με επιμέλεια του Άλντους Χάξλεϊ. Πέθανε στην Προβηγκία το 1930.

ΠΗΓΗ

http://lefobserver.blogspot.gr/2009/11/lawrence-david-herbert.html


Γιατί στις μέρες μας, ο συγγραφέας Ντέιβιντ Χέρμπερτ Ρίτσαρντς Λόρενς, «δράστης» του ξορκισμένου για την Αγγλία των αρχών του 20ού αιώνα βιβλίου «Ο Εραστής της Λαίδης Τσάτερλι» εξακολουθεί να κεντρίζει το ενδιαφέρον; Γιατί ο βρετανικός Τύπος ασχολείται ξανά μαζί του; Γιατί τα θέατρα (και ελληνικά – Θέατρο Ορφέας) φιλοξενούν το έργο που αμφισβητήθηκε όσο κανένα άλλο; Φταίει η σύνθετη σκέψη του συγγραφέα για τις ανθρώπινες σκέψεις και τις ανάγκες του σώματος, ή μήπως οι λέξεις που αναδεικνύει μέσα από τα κείμενά του; Ο Λόρενς κάποιες στιγμές θυμίζει Ιψεν. Και ο Ιψεν επικρίνει το ολέθριο του υποχρεωτικού γάμου. Η γυναίκα δεν μπορεί να στερείται την κοινωνική και εσωτερική ελευθερία. «Είναι ναυαγοί», γράφει στην Κωμωδία του Έρωτα. «Κι όμως, φαίνονται σαν Κροίσοι στην ευτυχία τους. Αυτοεξορίστηκαν από τον Παράδεισο – βυθίστηκαν ώς τα αυτιά μέσα στο θειάφι της Κόλασης, αλλά ο καθένας τους με ευχαρίστηση αυτοαποκαλείται ιππότης της Εδέμ». Ο Λόρενς από την πλευρά του σπρώχνει τη λαίδη Τσάτερλι στην αγκαλιά του εραστή. Την αποσυνδέει από τον σύζυγο-σακάτη. Την κάνει να γλιστρά στις ορέξεις του σώματος, μα και της ψυχής. «Απεταξάμην την υποκρισία», θα μπορούσε να φωνάξει σήμερα. Ποιος είναι τελικά ο καλός; Οι πρωταγωνιστές του Ιψεν ή η λαίδη Τσάτερλι και πώς ένας συγγραφέας αποδέχεται με τόσο πείσμα και χωρίς να υποχωρήσει ούτε βήμα από τη συγγραφική κοσμοθεωρία του να ζήσει με ένα βιβλίο απαγορευμένο στο προσκεφάλι του;


«Δεν πρόκειται να δημοσιευτεί ποτέ, αλλά εγώ δεν θα κάνω την παραμικρή περικοπή», είχε πει τότε ο Λόρενς που δεν δίσταζε να περιγράφει, κάθε άλλο παρά κομψά, τις σεξουαλικές σκηνές της λαίδης με τον εραστή της. Η λέξη αιδώς, αρχαιοελληνική, με ερμηνεία πολυποίκιλη και διασταλτική, ήταν αυτή που προσκολλήθηκε σαν βδέλλα στην αριστερή ωμοπλάτη του Λόρενς. Θα μπορούσαμε δειλά να θυμηθούμε τον Καβαφικό στίχο «…χωρίς λύπη, χωρίς αιδώ, μεγάλα και υψηλά έκτισαν γύρω μου τείχη» και να υποθέσουμε ότι ο Λόρενς υποχρεώθηκε να ζει σε περίκλειστα τείχη… Το βιβλίο πήρε την άδεια να κυκλοφορήσει την 3η Νοεμβρίου του 1960 και ο Τύπος εκείνης της εποχής δημοσίευσε πρωτοσέλιδες φωτογραφίες ανδρών στο τρένο που το διαβάζουν με βλέμμα απαστράπτον και γύρω τους λαθραναγνώστες-μιμητές αναστεναγμών. Ο Λόρενς όμως ήταν νεκρός από το 1930.


Συγγραφείς, όπως ο Γκράχαμ Γκριν ή ο Χάξλεϊ, επέκριναν τη βρετανική κυβέρνηση. Είχε απαγορεύσει με δικαστική απόφαση το βιβλίο, χαρακτηρίζοντάς το πορνογραφικό υλικό. Οι εκδόσεις «Πένγκουιν» (ανέλαβαν να βγάλουν το φίδι από την τρύπα και φυσικά να εκδώσουν το βιβλίο) κάλεσαν στο δικαστήριο όλη την ελίτ της βρετανικής διανόησης της εποχής για να πει το αυτονόητο: Είναι παραλογισμός να θεωρηθεί πορνογραφική εργασία η μυθιστορηματική δουλειά μιας ιδιοφυΐας. Ο Άλντους Χάξλεϊ αποκάλεσε το βιβλίο έργο τέχνης που κινδυνεύει να τεθεί εκτός κυκλοφορίας, επειδή ο συγγραφέας του κατέφυγε σε λέξεις κολάσιμες για τα κοινωνικά δεδομένα της εποχής… Πενήντα χρόνια μετά την πολύκροτη δίκη, το υλικό που χρησιμοποιήθηκε και φυλάσσεται στο αρχείο του Μπρίστολ δίδεται αυτές τις μέρες στη δημοσιότητα. Παράλληλα επανακυκλοφορεί και το βιβλίο. «Ο Εραστής της λαίδης Τσάτερλι» πούλησε πάνω από τρία εκατομμύρια αντίτυπα σε διάστημα τριών μηνών από την ημέρα της ανακοίνωσης της άρσης της απαγόρευσης. Το αποτέλεσμα εκείνης της δίκης υπήρξε ίσως το ερέθισμα για να δημιουργηθεί το θερμοκήπιο της ελεύθερης γραφής που ζούμε ώς τις μέρες μας χωρίς κανείς να «σεμνύνεται» τόσο για την ορολογία του σεξ.

Προφανώς η δικαίωση είναι πολλές φορές αποτέλεσμα στοιχειώδους ωριμότητας των αρχών. Εχουν όμως προηγουμένως ποδοπατηθεί προσωπικότητες που έχουν εγκαταλείψει τα εγκόσμια ως διαφθορείς. Οι απόψεις του Λόρενς δημιούργησαν μπαράζ εχθρών και η λογοκρισία ή ο ζήλος των «φυλάκων» των ηθικών αρχών της εποχής -οι ίδιοι διέπρατταν πολύ χειρότερα- τον οδήγησαν σε ένα είδος επιλεκτικής εξορίας, σ’ έναν τραχύ τρόπο ζωής. Την εποχή του θανάτου του, ο Λόρενς ήταν ένας αμετανόητος πορνογράφος που λέκιασε το συγγραφικό του ταλέντο. Πολύ αργότερα ήρθε η δικαίωση, η αποκατάσταση, η εξιλέωση ενός κατεστημένου που στο όνομα μιας λουστραρισμένης ηθικής σταύρωσε τον οραματιστή εκπρόσωπο της αγγλικής λογοτεχνίας. Αν ζούσε σήμερα ο Λόρενς κι αν χρειαζόταν να φανταστεί μια νέα λαίδη Κόνστανς, ίσως κάπου έγραφε, στο κομπιούτερ του πια: Αγαπώ σημαίνει ζω μες στην αέναη συνύπαρξη του τρόμου και του θαύματος… ίσως γιατί στην εποχή του το θαύμα όφειλε να παραμένει έγκλειστο μέσα στα θλιβερά, δίχως έρωτα δωμάτια.


ΠΗΓΗ

http://ritsmas.wordpress.com/2010/11/07/%CE%BF-%CE%B5%CF%81%CE%B1%CF%83%CF%84%CE%AE%CF%82-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%BB%CE%B1%CE%AF%CE%B4%CE%B7%CF%82-%CF%84%CF%83%CE%AC%CF%84%CE%B5%CF%81%CE%BB%CE%B9-%CF%84%CE%BF%CF%85-d-h-lawrence-%CE%B5/

ΜΗΔΕΙΑ
ΜΗΔΕΙΑ
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Θηλυκό
Τόπος Τόπος : Θεσσαλονίκη
Ηλικία Ηλικία : 49
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 2153
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 64
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 41610

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty Απ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από ΜΗΔΕΙΑ Σαβ 27 Οκτ - 22:35

ΦΡΕΝΤΕΡΙΚ ΦΟΡΣΑΪΘ (FREDERICK FORSYTH - 1938)


ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Frederick+forsyth


Ο ΦΡΕΝΤΕΡΙΚ ΦΟΡΣΑΪΘ γεννήθηκε στο Άσφορντ Κεντ τον Αύγουστο του 1938. Φοίτησε με υποτροφία στο σχολείο του Γιάρντλεϊ Κορτ απ’ όπου έφυγε σε ηλικία 17 ετών για να καταταγεί στη ΡΑΦ. Δύο χρόνια μετά εγκατέλειψε την αεροπορία και στράφηκε στη δημοσιογραφία για να καταλήξει στο πρακτορείο Ρόιτερς. Κάλυψε δημοσιογραφικά τα γεγονότα σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις: το Παρίσι, το Ανατολικό Βερολίνο, την Πράγα, τη Βουδαπέστη, τις Βρυξέλλες και τη Ρώμη. Το 1965, σε ηλικία μόλις 28 ετών, άρχισε να δουλεύει ως Διπλωματικός Ανταποκριτής για το BBC απ’ όπου έφυγε 9 μήνες μετά για να μεταβεί στη Μπιάφρα ως ελεύθερος ανταποκριτής. Το 1968 επέστρεψε άνεργος και αδέκαρος στο Λονδίνο κι εκεί άρχισε να καταγράφει μια ιστορία την οποία είχε εμπνευστεί λίγα χρόνια πριν στο Παρίσι όταν κάλυπτε τις επανειλημμένες απόπειρες δολοφονίας κατά του Σαρλ ντε Γκολ. Την ονόμασε Η ΜΕΡΑ ΤΟΥ ΤΣΑΚΑΛΙΟΥ. Ακολούθησαν άλλα δύο μυθιστορήματα: ΦΑΚΕΛΛΟΣ ΟΔΗΣΣΟΣ και ΤΑ ΣΚΥΛΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ. Από το 1971 που άφησε τη δημοσιογραφία για να αφοσιωθεί στο γράψιμο, ο Φορσάιθ έγραψε εννιά μυθιστορήματα και μια ανθολογία με διηγήματα. Το 1997 αποφάσισε να βάλει μια τελεία και να ασχοληθεί με κάτι διαφορετικό. Έτσι γεννήθηκε ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΤΟΥ ΜΑΝΧΑΤΑΝ, η συνέχεια του διάσημου έργου ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΤΗΣ ΟΠΕΡΑΣ. Σήμερα ο Φορσάιθ ζει με τη γυναίκα του και τους δύο γιους του στο Χέρτφορντσιρ.

ΠΗΓΗ

http://www.psichogios.gr/site/Authors/show?aid=249



Frederick Forsyth έχει συσκευάσει ένα τεράστιο ποσό της δράσης στη ζωή του και συχνά σχετικά με τις εμπειρίες που του αληθοφάνειας στην φαντασία του. Σε ηλικία 19 ετών, έγινε ο νεότερος πιλότος στην Βασιλική Πολεμική Αεροπορία, αλλά στη συνέχεια αποφάσισε να ακολουθήσει μια δημοσιογραφική σταδιοδρομία ως «ήταν η μόνη δουλειά που θα μπορούσε να μου επιτρέψει να ταξιδέψει και να κρατήσει περισσότερο ή λιγότερο τις ώρες μου Μετά από τρία χρόνια ως δημοσιογράφος επαρχιακού, εντάχθηκε στο Reuters και πέρασε τα επόμενα τέσσερα χρόνια στην Ευρώπη.

Το 1965 εντάχθηκε στο BBC και εστάλη στην Μπιάφρα να καλύψει τον πόλεμο που μαινόταν στη Νιγηρία. Τι είδε αυτής της βάναυσης και κυνική σύγκρουση κατέστησε δύσκολο για αυτόν να τα νύχια τη συντακτική γραμμή της κάλυψης του BBC έτσι παραιτήθηκε, γύρισε ανεξάρτητος, εξαφανίστηκε μέσα στο παχύ της σύγκρουσης και αργότερα εμφανίστηκε να δημοσιεύσει το εξαιρετικά αμφιλεγόμενο Η ιστορία Biafra. Το 1969 αποφάσισε να χρησιμοποιήσει την εμπειρία του ως δημοσιογράφος Reuters στη Γαλλία ως τη βάση για ένα θρίλερ. Μέσα σε 35 ημέρες θα έχει ολοκληρωθεί Η Ημέρα της τσακάλι , το οποίο τον καθιέρωσε ως έναν από τους κορυφαίους συγγραφείς θρίλερ του κόσμου. Μέχρι σήμερα έχει πουλήσει στην περιοχή από 10 εκατομμύρια αντίτυπα και έγινε σε μια μεγάλη ταινία με πρωταγωνιστή Edward Fox το 1973.

Στην περίπτωση του ζωή μιμείται την τέχνη, ενώ ερευνά το νέο του βιβλίο Το Cobra , Forsyth έφτασε στη Δύση αφρικανικό κράτος της Γουινέας-Μπισάου, την ίδια ημέρα που ο αρχηγός του στρατού-του-προσωπικού δολοφονήθηκε, δήθεν με εντολή του Προέδρου. Εκείνη τη νύχτα, σε ένα tit-for-tat επίθεση, ο ίδιος ο Πρόεδρος βομβαρδίστηκε από την κατοικία του, πυροβόλησε και κατακρεουργούνται. Δεν είναι δυνατή να εγκαταλείψουν τη χώρα, Forsyth βρέθηκε πίσω στο ρόλο του δημοσιογράφου αναφορά σε αυτό το πραξικόπημα για το βρετανικό Τύπο.

Frederick Forsyth είναι παντρεμένος και ζει στο Hertfordshire. Τα ενδιαφέροντά του περιλαμβάνουν κολύμπι, καταδύσεις, ψάρεμα-παιχνίδι, τα ταξίδια και την ανάγνωση. Του απονεμήθηκε το βραβείο CBE το 1997.

ΠΗΓΗ

http://www.booksattransworld.co.uk/frederickforsyth/biography.html


ΕΡΓΑ ΤΟΥ

Forsyth decided to write a novel using similar research techniques to those used in journalism. His first full length novel, The Day of the Jackal, was published in 1971 and became an international bestseller and gained its author the Edgar Allan Poe Award for Best Novel. In this book, the Organisation Armée Secrète (a real-life terrorist group) hires an assassin to kill then-French President Charles de Gaulle. It was made into a film of the same name.

In Forsyth's second full-length novel, The Odessa File (1972), a reporter attempts to track down a certain ex-Nazi SS officer in modern Germany. The reporter discovers him via the diary of a Jewish Holocaust survivor who committed suicide earlier, but he is being shielded by an organization that protects ex-Nazis, called ODESSA. This book was later made into a movie with the same name, starring Jon Voight, but there were substantial alterations.

In The Dogs of War (1974) a British mining executive hires a group of mercenaries to overthrow the government of an African country so that he can install a puppet regime that will allow him cheap access to a colossal platinum-ore reserve. This book was also adapted to film, in 1981, starring Christopher Walken and Tom Berenger.

The Shepherd was an illustrated novella published in 1975. It tells of a nightmare journey by an RAF pilot while flying home for Christmas in the late 1950s. His attempts to find a rational explanation for his eventual rescue prove as troublesome as his experience.

Following this came The Devil's Alternative in 1979, which was set in 1982. In this book, the Soviet Union faces a disastrous grain harvest. The US is ready to help for some political and military concessions. A Politburo faction fight ensues. War is proposed as solution. Ukrainian freedom fighters complicate the situation later. In the end, a Swedish oil tanker built in Japan, a Russian airliner hijacked to West Berlin and various governments find themselves involved.

In 1982, No Comebacks, a collection of ten short stories, was published. Some of these stories had been written earlier. Many were set in the Republic of Ireland where Forsyth was living at the time. One of them, There Are No Snakes In Ireland, won him a second Edgar Allan Poe Award, this time for best short story.

The Fourth Protocol was published in 1984 and involves renegade elements within the Soviet Union attempting to plant a nuclear bomb near an American airbase in the UK, intending to influence the upcoming British elections and lead to the election of an anti-NATO, anti-American, anti-nuclear, pro-soviet Labour government. The Fourth Protocol was later filmed, starring Pierce Brosnan and Michael Caine, in 1987. Almost all of the political content was removed from the film.

Forsyth's tenth book came in 1989 with The Negotiator, in which the American President's son is kidnapped and one man's job is to negotiate his release.

Two years later, in 1991, The Deceiver was published. It includes four separate short stories reviewing the career of British secret agent Sam McCready. At the start of the novel, the Permanent Under-Secretary of State (PUSS) of the Foreign and Commonwealth Office requires the Chief of the SIS to push Sam into early retirement. The four stories are presented to a grievance committee in an attempt to allow Sam to stay on active duty with the SIS.

In 1994, Forsyth published The Fist of God, a novel which concerns the first Gulf War. Next, in 1996, he published Icon, about the rise of fascists to power in post-Soviet Russia.

In 1999, Forsyth published The Phantom of Manhattan, a sequel to The Phantom of the Opera. It was intended as a departure from his usual genre; Forsyth's explanation was that "I had done mercenaries, assassins, Nazis, murderers, terrorists, special forces soldiers, fighter pilots, you name it, and I got to think, could I actually write about the human heart?"[3] However, it did not achieve the same success as his other novels, and he subsequently returned to modern-day thrillers.

In 2001, The Veteran, another collection of short stories, was published, followed by Avenger, published in September 2003, about a Canadian billionaire who hires a Vietnam veteran to bring his grandson's killer to the US. Avenger was released as a film starring Sam Elliot and Timothy Hutton.[4]

The Afghan, published in August 2006, is an indirect sequel to The Fist of God. Set in the very near future, the threat of a catastrophic assault on the West, discovered on a senior al-Qaeda member's computer, compels the leaders of the US and the UK to attempt a desperate gambit—to substitute a seasoned British operative, retired Col. Mike Martin (of The Fist of God), for an Afghan Taliban commander being held prisoner at Guantánamo Bay.

The Cobra, published in 2010, features some of the characters previously featured in Avenger, and has as its subject an attempt to destroy the world trade in cocaine.


ΠΗΓΗ

http://en.wikipedia.org/wiki/Frederick_Forsyth



ΜΗΔΕΙΑ
ΜΗΔΕΙΑ
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Θηλυκό
Τόπος Τόπος : Θεσσαλονίκη
Ηλικία Ηλικία : 49
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 2153
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 64
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 41610

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty Απ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από ΜΗΔΕΙΑ Δευ 29 Οκτ - 19:15

ΟΥΙΛΛΙΑΜ ΣΑΙΞΠΗΡ (WILLIAM SHAKESPEARE 1564 - 1616)



ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. CHANDOS3


Ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ (αγγλικά: William Shakespeare) (Απρίλιος 1564 - 23 Απριλίου 1616) ήταν Άγγλος ποιητής και θεατρικός συγγραφέας. Θεωρείται ευρέως ως ο σημαντικότερος συγγραφέας που έγραψε στην αγγλική γλώσσα και ένας από τους σημαντικότερους δραματουργούς παγκοσμίως. Συχνά αποκαλείται εθνικός ποιητής της Αγγλίας και "Βάρδος του Έιβον". Τα σωζόμενα έργα του, συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων συνεργασιών, αποτελούνται από περίπου 38 θεατρικά έργα, 154 σονέτα, δύο μεγάλα αφηγηματικά ποιήματα και πολλά άλλα ποιήματα. Τα έργα του έχουν μεταφραστεί στις περισσότερες γλώσσες του κόσμου και ερμηνεύονται περισσότερο συχνά από τα έργα οποιουδήποτε άλλου θεατρικού συγγραφέα.

Δεν έχουν σωθεί παρά λίγες καταγραφές για την ιδιωτική ζωή του Σαίξπηρ και έχουν σημειωθεί σημαντικές εικασίες για ζητήματα όπως η εξωτερική του εμφάνιση, η σεξουαλικότητά του, οι θρησκευτικές του πεποιθήσεις και κατά πόσον τα έργα που του αποδίδονται είναι γραμμένα από άλλους.

Ο Σαίξπηρ έγραψε τα περισσότερα από τα γνωστά έργα του μεταξύ του 1589 και του 1613 και κατάφερε να χειριστεί με απόλυτη δεξιοτεχνία τόσο την κωμωδία όσο και το δράμα και την τραγωδία. Τα έργα του διαπνέονται από μία βαθειά κατανόηση της ανθρώπινης φύσης και παραμένουν επίκαιρα. Η επίδρασή του, ειδικότερα στην αγγλική λογοτεχνία, θεωρείται τεράστια. Οι Ρομαντικοί αναγνώρισαν την ιδιοφυία του και οι Βικτωριανοί τον λάτρεψαν κατά τρόπο που ο Τζορτζ Μπέρναρντ Σω αποκάλεσε "βαρδολατρεία".


Βιογραφία

Τα πρώτα χρόνια

Το σπίτι του Τζων Σαίξπηρ στο Στράτφορντ-απόν-Έιβον, όπου πιστεύεται ότι γεννήθηκε ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ.Πολλοί ιστορικοί συμφωνούν πως ο ηθοποιός, ποιητής και θεατρικός συγγραφέας Ουίλλιαμ Σαίξπηρ αποτελεί πράγματι ένα και μοναδικό πρόσωπο, όπως πιστοποιούν σημαντικά ιστορικά ευρήματα.

Ο Σαίξπηρ γεννήθηκε στο χωριό Στράτφορντ-απόν-Έιβον (ή απλά Στράτφορντ) το 1564. Η ακριβής ημερομηνία γέννησης παραμένει έως σήμερα άγνωστη. Η μόνη γνωστή πληροφορία που υπάρχει σχετικά είναι πως η βάφτισή του έγινε στις 26 Απριλίου, όπως καταγράφεται στα μητρώα εκκλησίας του Στράτφορντ. Επιπλέον, είναι γνωστό πως την εποχή εκείνη η τελετή της βάφτισης γινόταν λίγες μόνο ημέρες μετά τη γέννηση. Παραδοσιακά έχει επικρατήσει να θεωρείται ως ημερομηνία γέννησης του Σαίξπηρ η 23η Απριλίου, ημέρα του Αγίου Γεωργίου. Η ημερομηνία αυτή, η οποία προέρχεται από μία λανθασμένη εκτίμηση ενός μελετητή του 18ου αιώνα, αποδείχθηκε ελκυστική για τους βιογράφους δεδομένου ότι ο Σαίξπηρ πέθανε στις 23 Απριλίου του 1616.

Ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ ήταν το τρίτο από τα οκτώ παιδιά και ο μεγαλύτερος επιζών γιος του Τζων Σαίξπηρ και της Μαίρης Άρντεν. Η Μαίρη Άρντεν ήταν κόρη ενός εύπορου γαιοκτήμονα και ο Τζων Σαίξπηρ ήταν ένας από τους προύχοντες του χωριού. Ο Τζων Σαίξπηρ ανήκε επίσης στο σωματείο των κατασκευαστών γαντιών αλλά συμμετείχε και σ' άλλες επιχειρήσεις, όπως στο εμπόριο δερμάτων. Είχε πολιτικές γνωριμίες και αρκετές φορές διορίστηκε σε ανώτερες θέσεις. Για ένα διάστημα μάλιστα, όταν ο Ουίλλιαμ ήταν 4 ετών, υπήρξε δήμαρχος του Στράτφορντ.

Σαν μέλος λοιπόν μίας τόσο εξέχουσας οικογένειας ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ έμαθε από πολύ μικρός να γράφει και να διαβάζει. Αν και δεν έχουν σωθεί παρουσιολόγια εκείνης της περιόδου, οι περισσότεροι βιογράφοι συμφωνούν ότι ο Σαίξπηρ πιθανότατα εκπαιδεύτηκε στο Νέο Σχολείο του Στράτφορντ, το οποίο ιδρύθηκε το 1553 από το βασιλιά Εδουάρδο ΣΤ'. Κατά τη διάρκεια της Ελισαβετιανής εποχής, τα σχολεία διέφεραν μεταξύ τους ως προς την ποιότητα αλλά το πρόγραμμα σπουδών υπαγορεύτηκε με νόμο σε όλη την Αγγλία και το σχολείο παρείχε κλασική παιδεία και εντατική εκπαίδευση στη Λατινική γλώσσα. Έχοντας μελετηρό χαρακτήρα, ο Σαίξπηρ διάβαζε πολύ στα νεανικά του χρόνια, αν και δεν έγραφε πολύ. Τον περισσότερο καιρό του τον περνούσε μελετώντας Λατινικά απαγγέλλοντας απ' έξω μεγάλα αποσπάσματα από ποιήματα. Χωρίς να το μαντεύει, ακόνιζε έτσι τη μνήμη του και την ομιλία του, στοιχεία απαραίτητα για τη μετέπειτα σταδιοδρομία του σαν ηθοποιός.

Το Νοέμβριο του 1582 ο Σαίξπηρ παντρεύτηκε την κατά οκτώ χρόνια μεγαλύτερή του, Ανν Χάθαγουεϊ. Έξι μήνες αργότερα απέκτησαν μία κόρη, τη Σουζάνα, η οποία βαπτίστηκε στις 26 Μαΐου του 1583, ενώ σχεδόν δύο χρόνια αργότερα, στις 2 Φεβρουαρίου του 1585, καταγράφεται η βάπτιση των δύο δίδυμων παιδιών τους, του Χάμνετ και της Τζούντιθ[26]. Ο Χάμνετ πέθανε από άγνωστα αίτια σε ηλικία 11 ετών και τάφηκε στις 11 Αυγούστου του 1596.

Μετά τη γέννηση των διδύμων, ο Σαίξπηρ άφησε ελάχιστα ιστορικά ίχνη μέχρι που το 1592 αναφέρεται ως μέλος της θεατρικής σκηνής του Λονδίνου. Οι μελετητές αναφέρονται στα χρόνια μεταξύ του 1585 και του 1592 ως τα "χαμένα χρόνια" του Σαίξπηρ. Πολλά έχουν γραφτεί για τις προσπάθειες του Σαίξπηρ να επιβληθεί ως ηθοποιός και συγγραφέας στο Λονδίνο, αλλά ελάχιστα αποδίδουν την πραγματικότητα. Μία ιστορία του 18ου αιώνα φέρει τον Σαίξπηρ να ξεκινά τη θεατρική του καριέρα ως ιπποκόμος που κέρδιζε τα προς το ζην φυλάγοντας τα άλογα των πλούσιων θεατών και των αφεντικών των θεάτρων. Εντούτοις δεν υπάρχει κανένα ιστορικό στοιχείο που να αποδεικνύει ότι ο Σαίξπηρ βρέθηκε σ' αυτή τη θέση. Αντιθέτως, στα 28 του χρόνια ήταν πλέον ένας φτασμένος ηθοποιός. Και ως τα 52 του, που πέθανε, ήταν πάντα δημοφιλής και περιζήτητος.


Λονδίνο και θεατρική καριέρα

Η υπογραφή του Ουίλλιαμ ΣαίξπηρΔεν είναι γνωστό πότε ακριβώς άρχισε να γράφει ο Σαίξπηρ αλλά αναφορές της εποχής του και αρχεία παραστάσεων δείχνουν ότι κάποια από τα έργα του είχαν ανέβει στη λονδρέζικη σκηνή από το 1592. Οι βιογράφοι θεωρούν ότι η καριέρα του πρέπει να άρχισε μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1580. Αργότερα ο Σαίξπηρ καθώς και όλη η θεατρική ομάδα στην οποία ανήκε, τελούσε υπό την εύνοια της βασίλισσας Ελισάβετ Α' της Αγγλίας. Συχνά έπαιζαν μπροστά στη βασίλισσα και την αυλή της τις μέρες των Χριστουγέννων ή άλλων εορτών. Ο Αρχιθαλαμηπόλος της Ελισάβετ ήταν ο ανάδοχός τους γι' αυτό και τους έλεγαν "οι Άνθρωποι του Αρχιθαλαμηπόλου" (The Lord Chamberlain's Men). Τα έργα του Σαίξπηρ εκτελούνταν μόνο από τους Lord Chamberlain's Men, οι οποίοι ήταν πλέον η κορυφαία θεατρική ομάδα του Λονδίνου.

Μετά το θάνατο της Ελισάβετ Α' το 1603, βασιλιάς της Αγγλίας ανέλαβε ο Ιάκωβος Α'. Όταν ο νέος βασιλιάς ήρθε στο Λονδίνο, ο Σαίξπηρ μαζί με άλλους εκλεκτούς ηθοποιούς και συγγραφείς της χώρας τον υποδέχτηκε στην είσοδο της πόλης. Ευτυχώς για τον Σαίξπηρ ο βασιλιάς Ιάκωβος αγαπούσε το θέατρο το ίδιο όπως κι η προκάτοχός του. Διανοούμενος ο ίδιος υποστήριζε τη φιλολογία και προστάτευε τις τέχνες. Δέκα μέρες μετά τη στέψη του ο βασιλιάς πήρε επίσημα υπό την προστασία του τον θίασο του Σαίξπηρ. Από τότε η θεατρική ομάδα μετονομάστηκε σε "οι Άνθρωποι του Βασιλιά" (The King's Men).

Αρκετά νομικά έγγραφα της εποχής καταγράφουν επενδύσεις και αγορές ακινήτων που έκανε ο Σαίξπηρ, γεγονός που πιστοποιεί πως στη διάρκεια αυτής της περιόδου κέρδισε αρκετά χρήματα. Αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι το 1597 απέκτησε το New Place, το οποίο ήταν το δεύτερο μεγαλύτερο σπίτι στο Στράτφορντ. Το 1599, ο Σαίξπηρ και άλλα μέλη του θιάσου έχτισαν το δικό τους θέατρο στη νότια όχθη του ποταμού Τάμεση και το ονόμασαν Γκλομπ (Globe). Το 1608 ανέλαβαν επίσης το θέατρο Μπλακφράιαρς (Blackfriars).

Κάποια από τα έργα του Σαίξπηρ άρχισαν να δημοσιεύονται από το 1594. Το 1598, και καθώς είχε γίνει ήδη γνωστός, το όνομα του Σαίξπηρ άρχισε να εμφανίζεται και στα εξώφυλλα. Παρά την επιτυχία του ως δραματουργός, ο Σαίξπηρ συνέχισε να παίζει τόσο στα δικά του έργα όσο και σε έργα άλλων δραματουργών. Ο ποιητής και θεατρικός συγγραφέας Μπεν Τζόνσον τον αναφέρει στους ηθοποιούς που έπαιξαν σε δικά του έργα γι' αυτό και η απουσία του ονόματός του από τον κατάλογο των ηθοποιών που έπαιξαν το 1605 στο "Βολπόνε" έχει εκληφθεί από ορισμένους μελετητές ως ένδειξη ότι η καριέρα του Σαίξπηρ ως ηθοποιού πλησίαζε στο τέλος της. Ωστόσο αργότερα ο Σαίξπηρ εμφανίζεται ως ένας από τους κυριότερους ηθοποιούς σε έργα τα οποία ανέβηκαν για πρώτη φορά στη σκηνή μετά το "Βολπόνε", αν και δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με βεβαιότητα ποιους ρόλους έπαιξε.

Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, ο Σαίξπηρ μοίραζε το χρόνο του μεταξύ του Λονδίνου και του Στράτφορντ. Το 1596, τη χρονιά πριν αγοράσει το New Place στο Στράτφορντ, ο Σαίξπηρ ζούσε στην ενορία της Αγίας Ελένης στο Μπίσοπσγκεϊτ του Λονδίνου, βόρεια του ποταμού Τάμεση. Μετακόμισε στην άλλη μεριά του Τάμεση, στο Σάουθγουορκ του Λονδίνου, το 1599, δηλαδή τη χρονιά που κατασκευάστηκε το θέατρο Γκλομπ. Το 1604 μετακόμισε και πάλι βόρεια του ποταμού, σε μία περιοχή με πολλά ωραία σπίτια βόρεια του Καθεδρικού ναού του Αγίου Παύλου. Εκεί νοίκιαζε δωμάτια από έναν Γάλλο Ουγενότο που κατασκεύαζε περούκες για κυρίες.

Τα τελευταία χρόνια

Ο τάφος του ΣαίξπηρΜετά το 1606 ο Σαίξπηρ έγραψε λίγα έργα και κανένα δεν αποδίδεται σ' αυτόν μετά το 1613. Πέθανε στις 23 Απριλίου του 1616 αφήνοντας πίσω του τη σύζυγό του και δύο κόρες.

Στη διαθήκη του, ο Σαίξπηρ άφησε το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του στη μεγαλύτερη κόρη του, Σουζάνα, ενώ αναφέρεται ελάχιστα στη συζυγό του, Άννα, η οποία πιθανότατα δικαιούταν αυτομάτως το ένα τρίτο της περιουσίας. Συγκεκριμένα έγραψε ότι της αφήνει "το δεύτερο καλύτερό μου κρεβάτι", ένα κληροδότημα που έχει οδηγήσει σε πολλές εικασίες. Μερικοί μελετητές βλέπουν το κληροδότημα αυτό ως προσβολή για την Άννα, ενώ άλλοι πιστεύουν ότι το δεύτερο καλύτερο κρεβάτι είναι το γαμήλιο κρεβάτι και επομένως το κληροδότημα είναι πλούσιο σε σημασία.


Ο Σαίξπηρ τάφηκε δύο ημέρες μετά το θάνατό του, στο ιερό της εκκλησίας της Αγίας Τριάδας στο Στράτφορντ-απόν-Έιβον. Στον τάφο του τοποθετήθηκε έπειτα από δική του επιθυμία μία επιγραφή, λαξευμένη στην πέτρινη πλάκα που καλύπτει τον τάφο. Η επιγραφή περιλαμβάνει μία κατάρα ενάντια στη μετακίνηση των οστών του, η οποία και αποφεύχθηκε επιμελώς κατά τη διάρκεια της αποκατάστασης του ναού το 2008.

Η επιγραφή γράφει:

Good frend for Iesvs sake forbeare,
To digg the dvst encloased heare.
Bleste be ye man yt spares thes stones,
And cvrst be he yt moves my bones.[54]
και σε ελεύθερη μετάφραση:

Καλέ φίλε, στο όνομα του Θεού συγκρατήσου,
Από το να σκάψεις τη σκόνη που εσωκλείεται εδώ.
Ευλογημένος ας είναι όποιος ήσυχες αφήσει αυτές τις πέτρες,
Και καταραμένος ας είναι όποιος μετακινήσει τα κόκκαλά μου.
Σχετικά με την επιγραφή αυτή, καλλιεργήθηκε ένας μύθος, σύμφωνα με τον οποίο αδημοσίευτα έργα του Σαίξπηρ πιθανόν να βρίσκονται εντός του τάφου. Μέχρι σήμερα δεν έχει αποπειραθεί να διαπιστωθεί η αλήθεια αυτής της υπόθεσης.

Πριν το 1623, στο βόρειο τοίχο του ναού της Αγίας Τριάδας στήθηκε ένα ταφικό μνημείο του Σαίξπηρ που τον απεικονίζει την ώρα που γράφει. Η επιγραφή τον συγκρίνει με τον Νέστορα, τον Σωκράτη και τον Βιργίλιο.

Τα έργα

Οι περισσότεροι θεατρικοί συγγραφείς της περιόδου συνήθως συνεργάζονταν με άλλους και οι κριτικοί συμφωνούν ότι ο Σαίξπηρ έκανε το ίδιο, ως επί το πλείστον στις αρχές και στο τέλος της καριέρας του.

Τα πρώτα καταγεγραμμένα έργα του Σαίξπηρ είναι ο "Ριχάρδος Γ'" και τα τρία μέρη του "Ερρίκου ΣΤ'", τα οποία γράφτηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1590, σε μία εποχή που το ιστορικό δράμα ήταν της μόδας. Ωστόσο τα έργα του Σαίξπηρ είναι δύσκολο να χρονολογηθούν και οι μελέτες των κειμένων του δείχνουν ότι ο "Τίτος Ανδρόνικος", η "Κωμωδία των Παρεξηγήσεων", το "Ημέρωμα της Στρίγγλας" και οι "Δύο Άρχοντες από τη Βερόνα" ανήκουν επίσης στην πρώτη περίοδο του Σαίξπηρ. Οι πρώτες ιστορίες του, οι οποίες αντλήθηκαν από τα "Χρονικά της Αγγλίας, Σκωτίας και Ιρλανδίας" του Ραφαήλ Χόλινσεντ, δραματοποιούν τα καταστροφικά αποτελέσματα της αδύναμης ή διεφθαρμένης εξουσίας και έχουν ερμηνευθεί ως δικαιολόγηση της προέλευσης του Οίκου των Τυδώρ. Τα πρώτα έργα ήταν επηρεασμένα από τα έργα άλλων Ελισαβετιανών δραματουργών, από τις παραδόσεις του μεσαιωνικού δράματος και από τα έργα του Σενέκα. Η "Κωμωδία των Παρεξηγήσεων" βασίστηκε επίσης σε κλασικά μοντέλα, αλλά δεν βρέθηκε καμία πηγή για το "Ημέρωμα της Στρίγγλας", αν και σχετίζεται μ' ένα άλλο έργο με τον ίδιο τίτλο και μπορεί να προέρχεται από τη λαϊκή παράδοση. Όπως οι "Δύο Άρχοντες από τη Βερόνα", όπου δύο φίλοι φαίνεται να εγκρίνουν το βιασμό, έτσι και η ιστορία της Στρίγγλας, όπου το ανεξάρτητο πνεύμα μιας γυναίκας εξημερώνεται από έναν άντρα, προβληματίζουν μερικές φορές τους σύγχρονους κριτικούς και σκηνοθέτες.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1590, οι πρώιμες κλασικές και ιταλικού τύπου κωμωδίες του Σαίξπηρ παραχωρούν τη θέση τους στη ρομαντική ατμόσφαιρα των σημαντικότερων κωμωδιών του. Το "Όνειρο Θερινής Νυκτός" είναι ένα πνευματώδες μίγμα ρομαντισμού, μαγείας και κωμικών σκηνών. Η επόμενη κωμωδία του Σαίξπηρ, ο εξίσου ρομαντικός "Έμπορος της Βενετίας", απεικονίζει τον εκδικητικό Εβραίο τοκογλύφο Σάιλοκ με τρόπο που αντανακλά τις απόψεις εκείνης της εποχής αλλά στα σημερινά ακροατήρια μπορεί να φαίνεται υποτιμητικός. Τα έξυπνα λογοπαίγνια του "Πολύ κακό για το τίποτα", το μαγευτικό περιβάλλον του "Όπως Αγαπάτε" και το ζωντανό γλέντι της "Δωδέκατης Νύχτας" ολοκληρώνουν τη σειρά των μεγάλων κωμωδιών του Σαίξπηρ. Μετά τον λυρικό "Ριχάρδο Β'", ο οποίος είναι γραμμένος σχεδόν εξ ολοκλήρου σε ομοιοκατάληκτο στίχο, ο Σαίξπηρ εισήγαγε την κωμωδία πρόζας στα έργα "Ερρίκος Δ΄" (1ο και 2ο μέρος) και "Ερρίκος Ε΄", περί τα τέλη της δεκαετίας του 1590. Οι χαρακτήρες του γίνονται όλο και περισσότερο σύνθετοι και εναλλάσσοντας επιδέξια κωμικές και σοβαρές σκηνές, πρόζα και ποίηση, επιτυγχάνει την αφηγηματική ποικιλία του ώριμου έργου του. Η περίοδος αυτή αρχίζει και τελειώνει με δύο τραγωδίες: το "Ρωμαίος και Ιουλιέτα", το διάσημο ρομαντικό δράμα για την εφηβεία, την αγάπη και το θάνατο, και τον "Ιούλιο Καίσαρα" -βασισμένο σε μία μετάφραση που έκανε το 1579 ο σερ Τόμας Νορθ στο έργο του Πλούταρχου "Βίοι Παράλληλοι"- που εισήγαγε ένα νέο είδος δράματος.


Στις αρχές του 17ου αιώνα, ο Σαίξπηρ έγραψε τις κωμωδίες "Με το Ίδιο Μέτρο", "Τρωίλος και Χρυσηίδα" και "Τέλος Καλό Όλα Καλά" καθώς και μερικές από τις πιο γνωστές τραγωδίες του. Πολλοί κριτικοί πιστεύουν ότι οι μεγαλύτερες τραγωδίες του Σαίξπηρ αντιπροσωπεύουν την αιχμή της τέχνης του. Ο Άμλετ, ο ήρωας της διάσημης ομώνυμης τραγωδίας του Σαίξπηρ, πιθανότατα έχει συζητηθεί περισσότερο από κάθε άλλο σαιξπηρικό χαρακτήρα, ειδικά για τον περίφημο μονόλογό του "Να ζει κανείς ή να μη ζει, ιδού η απορία". Σε αντίθεση με τον εσωστρεφή Άμλετ, του οποίου ο δισταγμός αποδεικνύεται μοιραίος, οι ήρωες των τραγωδιών που ακολούθησαν, ο Οθέλος και ο Βασιλιάς Ληρ, χαρακτηρίζονται από τη βιαστική και λανθασμένη εκτίμησή τους. Η εξέλιξη των τραγωδιών του Σαίξπηρ εξαρτάται συχνά από τέτοια μοιραία λάθη ή μειονεκτήματα, τα οποία ανατρέπουν την τάξη των πραγμάτων και καταστρέφουν τον ήρωα κι εκείνους που αγαπά. Στον "Οθέλο", ο κακόβουλος Ιάγος προκαλεί τη ζηλοτυπία του Οθέλου, ο οποίος φτάνει στο σημείο να δολοφονήσει την αθώα γυναίκα του που τον αγαπά. Στο "Βασιλιά Ληρ", ο βασιλιάς διαπράττει το τραγικό λάθος να παραιτηθεί από το θρόνο του σηματοδοτώντας την έναρξη των γεγονότων που οδηγούν στη δολοφονία της κόρης του και στο βασανισμό και τη τύφλωση του Κόμη του Γκλόστερ. Στον "Μάκβεθ", τη μικρότερη τραγωδία του Σαίξπηρ, η ανεξέλεγκτη φιλοδοξία υποκινεί τον Μάκβεθ και τη σύζυγό του, Λαίδη Μάκβεθ, να δολοφονήσουν το νόμιμο βασιλιά και να σφετεριστούν το θρόνο, μέχρι που καταστρέφονται από τις ενοχές τους. Οι τελευταίες μεγάλες τραγωδίες του Σαίξπηρ, "Αντώνιος και Κλεοπάτρα" και "Κοριολανός", περιέχουν μερικά από τα καλύτερα ποιήματά του και θεωρήθηκαν ως οι πιο επιτυχημένες τραγωδίες του από τον ποιητή και κριτικό Τόμας Στερνς Έλιοτ.

Στην τελευταία του περίοδο, ο Σαίξπηρ στράφηκε στο ρομαντισμό και στην ιλαροτραγωδία και ολοκλήρωσε άλλα τρία μεγάλα έργα: "Κυμβελίνος", "Το Χειμωνιάτικο Παραμύθι" και "Η Τρικυμία", καθώς και τον κατόπιν συνεργασίας "Περικλή". Λιγότερο ζοφερά από τις τραγωδίες του, αυτά τα τέσσερα έργα είναι πιο σοβαρά σε ύφος από τις κωμωδίες της δεκαετίας του 1590 και τελειώνουν με συμφιλίωση και συγχώρεση των δυνητικά τραγικών λαθών. Ορισμένοι σχολιαστές έχουν δει αυτή την αλλαγή στη διάθεση ως απόδειξη μιας πιο γαλήνιας άποψης της ζωής από την πλευρά του Σαίξπηρ, αλλά μπορεί να αντικατοπτρίζει απλώς τη θεατρική μόδα της εποχής[85]. Ο Σαίξπηρ συνεργάστηκε με άλλο δραματουργό σε δύο επιπλέον σωζόμενα έργα: τον "Ερρίκο Η΄" και το "Οι Δύο Συγγενείς Άρχοντες".

Εμφανίσεις

Το ανακατασκευασμένο θέατρο Γκλομπ στο ΛονδίνοΔεν είναι σαφές για ποιες θεατρικές επιχειρήσεις έγραψε ο Σαίξπηρ τα πρώτα έργα του. Το εξώφυλλο του "Τίτου Ανδρόνικου" στην έκδοση του 1594 αποκαλύπτει ότι το έργο είχε παιχτεί από τρεις διαφορετικούς θιάσους. Μετά από τις επιδημίες της Μαύρης πανώλης τα έτη 1592-1593, τα έργα του Σαίξπηρ ερμηνεύτηκαν από το δικό του θίασο σε θέατρο βόρεια του Τάμεση. Όταν ο θίασος βρέθηκε σε διαμάχη με τον ιδιοκτήτη του οικοπέδου, οι ηθοποιοί κατεδάφισαν το θέατρο και χρησιμοποίησαν τα ξύλα για να κατασκευάσουν στη νότια όχθη του Τάμεση το θέατρο Γκλομπ, το πρώτο θέατρο που χτίστηκε από ηθοποιούς για ηθοποιούς. Το Γκλομπ άνοιξε το φθινόπωρο του 1599 και ο "Ιούλιος Καίσαρ" ήταν ένα από τα πρώτα έργα που ανέβηκαν στη σκηνή. Τα περισσότερα έργα που έγραψε ο Σαίξπηρ μετά το 1599 γράφτηκαν για το Γκλομπ, συμπεριλαμβανομένων του "Άμλετ", του "Οθέλου" και του "Βασιλιά Ληρ".

Παρά το γεγονός ότι οι καταγραφές των παραστάσεων είναι αποσπασματικές, φαίνεται πως ο θίασος του Σαίξπηρ έπαιξε επτά φορές στην αυλή του βασιλιά Ιάκωβου Α' από την 1η Νοεμβρίου 1604 μέχρι τις 31 Οκτωβρίου 1605, μεταξύ των οποίων αναφέρονται και δύο παραστάσεις του "Έμπορου της Βενετίας". Μετά το 1608 έπαιζαν στο κλειστό θέατρο Μπλακφράιαρς κατά τη διάρκεια του χειμώνα και στο Γκλομπ κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Ο εσωτερικός χώρος σε συνδυασμό με τη μόδα της εποχής, επέτρεψε τον Σαίξπηρ να εισάγει πιο περίτεχνα σκηνικά. Στον "Κυμβελίνο", για παράδειγμα, ο Δίας κατεβαίνει εν μέσω βροντών και κεραυνών καθισμένος πάνω σ' έναν αετό, οπότε ρίχνει έναν κεραυνό και τα φαντάσματα πέφτουν στα γόνατά τους.

Το γεγονός ότι ο Σαίξπηρ εκτός από το ότι έγραφε τα έργα του τα έπαιζε κιόλας, τον έκανε ασυναγώνιστο μεταξύ των άλλων συγγραφέων. Ο Σαίξπηρ δεν έγραφε απλά για να γράφει, αλλά για να ζει. Ζούσε τα έργα του. Όπως οι θεατές παρακολουθούσαν εκείνουν, έτσι κι εκείνος παρατηρούσε τους θεατές και παρακολουθούσε τις αντιδράσεις τους. Δεν ήταν λίγες οι φορές που άλλαζε στη σκηνή τα λόγια του προσπαθώντας ν' αποδώσει όσο μπορούσε καλύτερα το νόημα και να ικανοποιήσει περισσότερο τους θεατές. Είχε τέτοια ικανότητα ν' ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του κοινού, ώστε ακόμα και σήμερα τα έργα του εξακολουθούν να γοητεύουν το θεατή με τη ζωντάνια τους.

Γραπτές πηγές

Το 1623 δύο ηθοποιοί, που υπήρξαν φίλοι του Σαίξπηρ, εξέδωσαν μία συλλογή έργων του, αποτελούμενη από 36 κείμενα, εκ των οποίων τα 18 τυπώθηκαν για πρώτη φορά. Πολλά από τα έργα του είχαν ήδη εμφανιστεί σε διάφορες εκδόσεις, για τις οποίες δεν υπάρχουν στοιχεία ότι ο Σαίξπηρ τις ενέκρινε. Υπάρχουν έργα των οποίων τα σωζόμενα αντίτυπα διαφέρουν από το ένα στο άλλο. Οι διαφορές αυτές μπορεί να οφείλονται σε αντιγραφικά ή τυπογραφικά λάθη, από σημειώσεις ηθοποιών ή του κοινού ή ακόμα και από τα ίδια τα έγγραφα του Σαίξπηρ. Σε ορισμένες περιπτώσεις, για παράδειγμα στον "Άμλετ", στον "Τρωίλο και Χρυσηίδα" και στον "Οθέλο", μπορεί ο Σαίξπηρ μετά την πρώτη τους έκδοση να είχε αναθεωρήσει τα κείμενα. Ωστόσο στην περίπτωση του "Βασιλιά Ληρ" υπάρχουν σημαντικές διαφορές ανάμεσα στην πρώτη έκδοση και σ' εκείνη του 1623.

Ποιήματα

Το 1593 και το 1594, όταν τα θέατρα ήταν κλειστά εξαιτίας της πανούκλας, ο Σαίξπηρ δημοσίευσε δύο αφηγηματικά ποιήματα με ερωτικά θέματα, τα "Αφροδίτη και Άδωνις" και "Ο Βιασμός της Λουκρητίας". Στο πρώτο ένας αθώος Άδωνις απορρίπτει τις ερωτικές προκλήσεις της Αφροδίτης ενώ στο δεύτερο η ενάρετη Λουκρητία βιάζεται από τον λάγνο Ταρκήνιο. Με επιρροή από τις "Μεταμορφώσεις" του Οβίδιου[94], τα ποιήματα δείχνουν την ενοχή και την ηθική σύγχυση που προκύπτουν από μία ανεξέλεγκτη επιθυμία. Και τα δύο αποδείχθηκαν ιδιαίτερα δημοφιλή και ανατυπώθηκαν αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της ζωής του Σαίξπηρ. Ένα τρίτο αφηγηματικό ποίημα, "Το Παράπονο ενός Εραστή", όπου μία νεαρή γυναίκα θρηνεί την αποπλάνησή της από ένα πειστικό μνηστήρα, τυπώθηκε στην πρώτη έκδοση των Σονέτων το 1609. "Ο Φοίνικας κι η Τρυγόνα", που τυπώθηκε το 1601, θρηνεί το θάνατο του θρυλικού Φοίνικα και της ερωμένης του, της πιστής Τρυγόνας. Το 1599, δύο προσχέδια των σονέτων 138 και 144 εμφανίστηκαν στον "Περιπαθή Προσκυνητή", ένα ανθολόγιο ποιημάτων υπό το όνομα του Σαίξπηρ που εκδόθηκε χωρίς την άδεια του.

Σονέτα

Τα "Σονέτα" δημοσιεύτηκαν το 1609 και ήταν τα τελευταία μη δραματικά έργα του Σαίξπηρ που εκδόθηκαν. Οι μελετητές δεν είναι βέβαιοι για το πότε γράφτηκε το καθένα από τα 154 σονέτα, αλλά τα στοιχεία δείχνουν ότι ο Σαίξπηρ έγραφε σονέτα σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του για ένα ιδιωτικό αναγνωστικό κοινό. Σύμφωνα με κάποιους αναλυτές ο Σαίξπηρ σχεδίαζε να εκδώσει δύο αντίθετες σειρές: μία για την ανεξέλεγκτη επιθυμία για μία παντρεμένη γυναίκα και μία για την πολύπλοκη αγάπη για ένα νεαρό άντρα. Παραμένει ασαφές αν τα στοιχεία αυτά αντιπροσωπεύουν πραγματικά άτομα ή αν το συγγραφικό "εγώ" με το οποίο απευθύνεται σ' αυτούς αντιπροσωπεύει τον ίδιο τον Σαίξπηρ. Πάντως η έκδοση του 1609 αφιερώθηκε σε κάποιον κύριο "W. H.", ο οποίος πιστώνεται ως "ο μόνος γεννήτορας" των ποιημάτων.

Δεν είναι γνωστό αν αυτό γράφτηκε από τον ίδιο τον Σαίξπηρ ή από τον εκδότη, του οποίου τα αρχικά εμφανίζονται στο κάτω μέρος της σελίδας όπου γράφτηκε η αφιέρωση. Επίσης δεν είναι γνωστό ούτε ποιος ήτανε ο κύριος W. H., παρά τις πολυάριθμες θεωρίες, ούτε αν ο Σαίξπηρ είχε δώσει την άδεια του για τη δημοσίευση των σονέτων. Οι κριτικοί επαινούν τα Σονέτα ως μία βαθιά περισυλλογή σχετικά με τη φύση του έρωτα, το ερωτικό πάθος, το θάνατο και το χρόνο.

Ύφος

Άγαλμα του Σαίξπηρ στη Λέστερ Σκουέρ (Λονδίνο)Τα πρώτα έργα του Σαίξπηρ γράφτηκαν σε τυποποιημένη γλώσσα, σύμφωνα με το συμβατικό ύφος της εποχής. Στα ποιήματα χρησιμοποιούνται επεκταμένες και μερικές φορές περίτεχνες μεταφορές και η γλώσσα είναι συχνά ρητορική, γραμμένη για ηθοποιούς που απαγγέλλουν αντί να μιλούν. Οι μεγάλοι λόγοι στον "Τίτο Ανδρόνικο", κατά την άποψη ορισμένων κριτικών, καθυστερούν τη δράση ενώ οι στίχοι στους "Δύο Άρχοντες από τη Βερόνα" έχουν περιγραφεί ως δύσκαμπτοι.

Εντούτοις, σύντομα ο Σαίξπηρ άρχισε να προσαρμόζει το παραδοσιακό ύφος στους δικούς του σκοπούς. Ο εναρκτήριος μονόλογος στον "Ριχάρδο Γ΄" έχει τις ρίζες του στο μεσαιωνικό δράμα. Την ίδια στιγμή, η ζωηρή αυτογνωσία του Ριχάρδου προσβλέπει στους μονόλογους των ώριμων έργων του Σαίξπηρ. Δεν υπάρχει κανένα έργο που να σηματοδοτεί μία αλλαγή από το παραδοσιακό στο ελεύθερο ύφος. Ο Σαίξπηρ συνδύαζε και τα δύο σε όλη τη σταδιοδρομία του, με τον "Ρωμαίο και Ιουλιέτα" να είναι ίσως το καλύτερο παράδειγμα αυτής της ανάμιξης. Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, ο Σαίξπηρ άρχισε να γράφει μία πιο φυσική ποίηση. Οι μεταφορές και οι εικόνες του βαθμιαία συντονίζονταν όλο και περισσότερο με τις ανάγκες του δράματος. Η ποιητική φόρμα που χρησιμοποιούσε συνήθως ο Σαίξπηρ, ήταν ο ανομοιοκατάληκτος στίχος σε ιαμβικό πεντάμετρο. Στην πράξη αυτό σήμαινε ότι οι στροφές του συνήθως δεν είχαν ρίμα και κάθε στίχος αποτελούνταν από δέκα συλλαβές κατά τρόπο που να τονίζεται κάθε δεύτερη συλλαβή. Οι ανομοιοκατάληκτοι στίχοι των πρώτων έργων του είναι αρκετά διαφορετικοί από εκείνους των τελευταίων. Συχνά είναι θαυμάσιοι αλλά οι φράσεις του έχουν την τάση να ξεκινούν και να τελειώνουν στο τέλος κάθε στίχου, με τον κίνδυνο της μονοτονίας. Μόλις ο Σαίξπηρ κυριάρχησε στον παραδοσιακό ανομοιοκατάληκτο στίχο, άρχισε να διακόπτει και να υπάρχει διακύμανση στη ροή του. Αυτή η τεχνική απελευθερώνει τη νέα δύναμη και την ευελιξία της ποίησης σε έργα όπως ο "Ιούλιος Καίσαρ" και ο "Άμλετ".

Μετά τον Άμλετ, ο Σαίξπηρ διαφοροποίησε ακόμα περισσότερο το ποιητικό του ύφος, ιδιαίτερα στα πιο συναισθηματικά μέρη των τελευταίων τραγωδιών του. Στην τελευταία φάση της καριέρας του, υιοθέτησε πολλές τεχνικές για να πετύχει το αποτέλεσμα που επιθυμούσε. Αυτές περιλάμβαναν τη μεταπήδηση στον επόμενο στίχο χωρίς παύση, ακανόνιστες διακοπές και ακραίες διαφορές στη δομή και το μήκος των προτάσεων. Στον "Μάκβεθ", για παράδειγμα, η γλώσσα πηγαίνει από μία άσχετη μεταφορά ή παρομοίωση σε άλλη: "Και η Ελπίς που 'φόρεσες μην ήτο μεθυσμένη;" (Πράξη Α', Σκηνή Ζ' 35-38) και "σαν βρέφος νεογέννητον κι' ολόγυμνον, ο Οίκτος,/ή με μορφήν των Χερουβείμ, που σχίζουν τον αιθέρα/'ς τους αοράτους τ' ουρανού επάνω ταχυδρόμους..." (Πράξη Α', Σκηνή Ζ' 21-25), και ο ακροατής καλείται να ολοκληρώσει την έννοια. Τα τελευταία του ρομαντικά έργα, με τις εναλλαγές τους στο χρόνο και τις ανατροπές στην πλοκή, ενέμπνευσαν ένα τελευταίο ποιητικό ύφος όπου μακριές και σύντομες προτάσεις εναλλάσσονται, υποκείμενο και αντικείμενο αντιστρέφονται, και λέξεις παραλείπονται, δημιουργώντας μία εντύπωση αυθορμητισμού.

Ο Σαίξπηρ συνδύασε την ποιητική ιδιοφυία με την πρακτική έννοια του θεάτρου. Όπως όλοι οι θεατρικοί συγγραφείς της εποχής του, δραματοποίησε ιστορίες χρησιμοποιώντας πηγές όπως ο Πλούταρχος και ο Ραφαήλ Χόλινσεντ. Αναδιαμόρφωσε κάθε πλοκή για να δημιουργήσει περισσότερα κέντρα ενδιαφέροντος και να δείξει στο κοινό όσο το δυνατόν περισσότερες πλευρές της αφήγησης. Αυτή η δύναμη του σχεδιασμού εξασφαλίζει ότι το έργο του Σαίξπηρ μπορεί να επιβιώσει της μετάφρασης, του κοψίματος και της ευρείας ερμηνείας χωρίς απώλειες στον πυρήνα του δράματος. Καθώς μεγάλωνε η μαεστρία του, ο Σαίξπηρ έδωσε στους χαρακτήρες του σαφέστερα και πιο ποικίλα κίνητρα καθώς και διακριτούς τρόπους ομιλίας. Ωστόσο, στα τελευταία έργα του διατήρησε και πτυχές του πρότερου ύφους του. Ιδιαίτερα στα τελευταία του ρομαντικά έργα σκόπιμα επέστρεψε σ' ένα περισσότερο καλλιτεχνικό ύφος, το οποίο έδινε έμφαση στη ψευδαίσθηση του θεάτρου.

Επιρροή

Το έργο του Σαίξπηρ επηρέασε σημαντικά το θέατρο και τη λογοτεχνία. Συγκεκριμένα, επέκτεινε τις δραματικές δυνατότητες των χαρακτήρων, της πλοκής, της γλώσσας και του ύφους. Για παράδειγμα, μέχρι τον "Ρωμαίο και Ιουλιέτα" τα ρομαντικά έργα δεν θεωρούνταν αξιόλογα θέματα για τραγωδίες. Οι μονόλογοι χρησιμοποιούνταν κυρίως για τη μεταφορά πληροφοριών σχετικά με τους χαρακτήρες ή τα γεγονότα, αλλά ο Σαίξπηρ τους χρησιμοποίησε για να εξερευνήσει τις σκέψεις των χαρακτήρων. Το έργο του επηρέασε σε μεγάλο βαθμό και την ποίηση. Οι Ρομαντικοί ποιητές προσπάθησαν να αναβιώσουν το δράμα στο ύφος του Σαίξπηρ αλλά με μικρή επιτυχία.

Ο Σαίξπηρ επηρέασε συγγραφείς όπως ο Τόμας Χάρντι, ο Γουίλιαμ Φώκνερ και ο Κάρολος Ντίκενς. Οι μονόλογοι του Αμερικανού μυθιστοριογράφου Χέρμαν Μέλβιλ οφείλουν πολλά στον Σαίξπηρ. Ο καπετάνιος Άχαμπ στο "Μόμπυ Ντικ" είναι ένας κλασικός τραγικός ήρωας, εμπνευσμένος από τον "Βασιλιά Ληρ". Οι μελετητές έχουν εντοπίσει 20.000 μουσικά κομμάτια που συνδέονται με τα έργα του Σαίξπηρ. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται δύο όπερες του Τζουζέπε Βέρντι, ο "Οθέλος" και ο "Φάλσταφ", των οποίων η κριτική αποδοχή συγκρίνεται με αυτή των πρωτότυπων θεατρικών έργων. Ο Σαίξπηρ ενέμπνευσε επίσης πολλούς ζωγράφους, συμπεριλαμβανομένων των Ρομαντικών και των Προραφαηλιτών. Μάλιστα ο Ελβετός Ρομαντικός καλλιτέχνης Χάινριχ Φύσλι, φίλος του Ουίλλιαμ Μπλέηκ, μετέφρασε τον "Μάκβεθ" στα γερμανικά. Ο ψυχαναλυτής Σίγκμουντ Φρόυντ μελέτησε έργα του Σαίξπηρ, και ιδιαίτερα τον Άμλετ, για να αναπτύξει τις θεωρίες του γύρω από την ανθρώπινη φύση.

Την εποχή του Σαίξπηρ, η αγγλική γραμματική, η ορθογραφία και η προφορά ήταν λιγότερο τυποποιημένες απ' ό,τι είναι τώρα και η χρήση της γλώσσας του βοήθησε στο σχηματισμό της σύγχρονης αγγλικής γλώσσας. Εκφράσεις όπως "with bated breath" ("με κομμένη την ανάσα", από τον "Έμπορο της Βενετίας") και "it was a foregone conclusion" ("ήταν αναπόφευκτο", από τον "Οθέλο") χρησιμοποιούνται πλέον στην καθομιλουμένη.

Κριτική αποδοχή

Μετά την παλινόρθωση της μοναρχίας το 1660 και πριν το τέλος του 17ου αιώνα, οι κλασικές ιδέες ήταν στη μόδα. Το αποτέλεσμα ήταν οι κριτικοί εκείνης της εποχής να τοποθετήσουν τον Σαίξπηρ χαμηλότερα από άλλους δραματουργούς της εποχής του. Όμως κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα οι κριτικοί άρχισαν να ανταποκρίνονται στο έργο του Σαίξπηρ και να αναγνωρίζουν τη φυσική μεγαλοφυία του. Μία σειρά επιστημονικών εκδόσεων των έργων του βοήθησε στην αυξανόμενη φήμη του και μέχρι το 1800 είχε καθιερωθεί ως εθνικός ποιητής. Το 18ο και το 19ο αιώνα η φήμη του εξαπλώθηκε και στο εξωτερικό. Ανάμεσα σ' αυτούς που τον υπερασπίστηκαν ήταν ο Βολταίρος, ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε και ο Βίκτωρ Ουγκώ.

"Ο Σαίξπηρ υπήρξε ευφυία όχι μόνο για την εποχή του αλλά για όλους τους αιώνες."

Μπεν Τζόνσον

Οι Βικτωριανοί ανέβαζαν συχνά έργα του Σαίξπηρ υπό τη μορφή πλούσιου θεάματος. Ο θεατρικός συγγραφέας και κριτικός Τζορτζ Μπέρναρντ Σω χλεύασε τη λατρεία που υπήρχε για τα έργα του Σαίξπηρ, ονομάζοντάς την "βαρδολατρεία", ενώ υποστήριζε ότι τα έργα του Ερρίκου Ίψεν έκαναν τον Σαίξπηρ παρωχημένο.

Η μοντερνιστική επανάσταση στις τέχνες κατά τα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα, όχι μόνο δεν απέρριψε τον Σαίξπηρ αλλά προσάρμοσε το έργο του στις ανάγκες της αβάν-γκαρντ. Οι Εξπρεσιονιστές στη Γερμανία και οι Φουτουριστές στη Μόσχα αναπαρήγαγαν τα έργα του. Υπό την επιρροή του Σαίξπηρ, ο μαρξιστής θεατρικός συγγραφέας και σκηνοθέτης Μπέρτολτ Μπρεχτ επινόησε ένα επικό θέατρο. Ο δε ποιητής και κριτικός Τόμας Στερνς Έλιοτ τοποθετήθηκε κατά του Σω υποστηρίζοντας ότι ο "πρωτογονισμός" του Σαίξπηρ στην πραγματικότητα τον έκανε σύγχρονο. Ο Έλιοτ μαζί με τους υποστηρικτές της Νέας Κριτικής δημιούργησαν ένα κίνημα για την πιο προσεκτική ανάγνωση των έργων του Σαίξπηρ. Τη δεκαετία του 1950, ένα κύμα νέων κριτικών προσεγγίσεων αντικατέστησε το μοντερνισμό και άνοιξε το δρόμο για τις μεταμοντέρνες μελέτες του Σαίξπηρ. Τη δεκαετία του 1980, τα έργα του Σαίξπηρ έγιναν αντικείμενα μελέτης του Γλωσσολογικού Στρουκτουραλισμού και του Φεμινισμού.

Εικασίες

Η ταυτότητα του Σαίξπηρ

Πορτραίτο του ΣαίξπηρΠερίπου 150 χρόνια μετά το θάνατο του Σαίξπηρ, άρχισαν να εκφράζονται αμφιβολίες σχετικά με την ταυτότητά του και την πατρότητα των έργων που του έχουν αποδοθεί. Συγγραφείς όπως ο Ουώλτ Ουίτμαν, ο Μαρκ Τουέην και ο Χένρι Τζέιμς, αλλά και προσωπικότητες όπως ο Σίγκμουντ Φρόυντ, εξέφρασαν τη δυσπιστία τους σχετικά με την υπόθεση πως ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ του Στράτφορντ ταυτίζεται με το συγγραφέα που έδωσε τα σαιξπηρικά έργα. Ο σκεπτικισμός αυτός στηρίζεται σε διάφορες ενδείξεις μεταξύ των οποίων η απουσία κάποιου βιβλίου ή χειρόγραφου έργου στην -κατά τ' άλλα λεπτομερή- διαθήκη του.

Πολλοί αποδίδουν αυτή τη διαφωνία στη γενική έλλειψη και ασάφεια γύρω από πολλά ιστορικά στοιχεία της περιόδου κατά την οποία έζησε ο Σαίξπηρ. Ακόμη και το πορτραίτο του στην Εθνική Πινακοθήκη Πορτρέτων του Λονδίνου αμφισβητείται έντονα πως απεικονίζει πράγματι τον Σαίξπηρ, ενώ και ένα δεύτερο διάσημο πορτραίτο του αποδείχθηκε με τη βοήθεια χημικής ανάλυσης ότι στην πραγματικότητα δημιουργήθηκε το 19ο αιώνα. Ορισμένοι μελετητές του έργου που αποδίδεται στον Σαίξπηρ, θεωρούν πως ένα μέρος του πιθανά ανήκει σε άλλους συγγραφείς, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται συχνά ο Φράνσις Μπέηκον, ο Κρίστοφερ Μάρλοου, καθώς και ο 6ος κόμης του Ντέρμπυ, Ουίλλιαμ Στάνλεϊ. Ο Edward de Vere, 17ος κόμης της Οξφόρδης, θεωρείται επίσης ένας από τους πιθανούς συγγραφείς κάποιων έργων που αποδίδονται στον Σαίξπηρ. Ιστορικά στοιχεία γύρω από την ύπαρξη του κόμη de Vere έγιναν γνωστά περίπου το 1920 και αρκετοί πιστεύουν πως τα γεγονότα της ζωής του εμφανίζουν ομοιότητες με καταστάσεις που αποτυπώνονται και στο έργο του Σαίξπηρ.

Ωστόσο, μόνο μία μικρή μειοψηφία ακαδημαϊκών πιστεύει ότι υπάρχει λόγος αμφισβήτησης της παραδοσιακής απόδοσης των έργων του Σαίξπηρ. Η πλειοψηφία των ακαδημαϊκών μελετητών δε δέχεται τις παραπάνω εκτιμήσεις, ωστόσο θεωρεί πιθανό το ενδεχόμενο ο Σαίξπηρ να μην αποτελεί και το μοναδικό συγγραφέα των έργων του, δεδομένου ότι την εποχή εκείνη πολλοί δραματουργοί και θεατρικοί συγγραφείς συνεργάζονταν στενά μεταξύ τους.

Η θρησκεία του

Μερικοί μελετητές υποστηρίζουν ότι τα μέλη της οικογένειας του Σαίξπηρ ήταν Καθολικοί, σε μία εποχή που η Καθολική πρακτική ήταν αντίθετη με το νόμο. Η μητέρα του Σαίξπηρ, Μαίρη Άρντεν, σίγουρα προερχόταν από μία ευσεβή καθολική οικογένεια. Το ισχυρότερο στοιχείο θα μπορούσε να ήταν μία Καθολική δήλωση πίστης υπογεγραμμένη από τον Τζων Σαίξπηρ, που βρέθηκε το 1757 στις δοκούς ενός σπιτιού του. Ωστόσο το έγγραφο έχει χαθεί και οι επιστήμονες διαφωνούν ως προς τη γνησιότητά του. Το 1606 το όνομα της μεγάλης κόρης του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, Σουζάνας, εμφανίζεται σε μία λίστα μ' αυτούς που δεν παρευρέθηκαν στην Πασχαλινή Θεία Ευχαριστία στο Στράτφορντ. Οι μελετητές βρίσκουν στα έργα του Σαίξπηρ στοιχεία τόσο υπέρ όσο και κατά του Καθολικισμού, με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατο να αποδειχθεί η αλήθεια.

Η σεξουαλικότητά του

Λίγα είναι γνωστά σχετικά με τη σεξουαλικότητα του Σαίξπηρ. Στα 18 του παντρεύτηκε την 26χρονη Άννα Χάθαγουεϊ που ήταν έγκυος, και έξι μήνες αργότερα γεννήθηκε η Σουζάνα, το πρώτο από τα τρία τους παιδιά. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια των αιώνων μέχρι σήμερα, αναγνώστες έχουν επισημάνει στα σονέτα του Σαίξπηρ ενδεικτικά στοιχεία για την αγάπη του για ένα νεαρό άνδρα. Άλλοι εκλαμβάνουν τους ίδιους στίχους ως έκφραση έντονης φιλίας και όχι ερωτικού πάθους. Παράλληλα, άλλα σονέτα απευθύνονται σε μία παντρεμένη γυναίκα και εκλαμβάνονται ως απόδειξη ετεροφυλόφιλων σχέσεων.


The Taming of the Shrew (Το Ημέρωμα της Στρίγγλας, 1593)
A Midsummer Night's Dream (Όνειρο Θερινής Νυκτός, 1595)
The Merchant of Venice (Ο Έμπορος της Βενετίας, 1596)
Much Ado About Nothing (Πολύ κακό για το τίποτα, 1599)
The Tempest (Η Τρικυμία, 1611)

Henry VI, part I (Ερρίκος ΣΤ', 1ο μέρος, 1590)
Henry VI, part II (Ερρίκος ΣΤ', 2ο μέρος, 1590)
Henry VI, part III (Ερρίκος ΣΤ', 3ο μέρος, 1590)
Richard III (Ριχάρδος Γ', 1592)
Richard II (Ριχάρδος Β', 1595)
King John (Βασιλιάς Ιωάννης, 1596)
Henry IV, part I (Ερρίκος Δ', 1ο μέρος, 1597)
Henry IV, part II (Ερρίκος Δ', 2ο μέρος, 1598)
Henry V (Ερρίκος Ε', 1599)
Henry VIII (Ερρίκος Η', 1612)

Romeo and Juliet (Ρωμαίος και Ιουλιέτα, 1594-1595)
Julius Caesar (Ιούλιος Καίσαρ, 1599)
Hamlet, prince of Denmark (Άμλετ, πρίγκιπας της Δανίας, 1599-1600)
Troilus and Cressida (Τρωίλος και Χρυσηίδα, 1602)
Othello, the Moor of Venice (Οθέλος, ο Μαυριτανός της Βενετίας, 1603)
Macbeth (Μάκβεθ, 1603-1606)
King Lear (Βασιλιάς Ληρ, 1603-1606)

ΠΗΓΗ

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9F%CF%85%CE%AF%CE%BB%CE%BB%CE%B9%CE%B1%CE%BC_%CE%A3%CE%B1%CE%AF%CE%BE%CF%80%CE%B7%CF%81








ΜΗΔΕΙΑ
ΜΗΔΕΙΑ
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Θηλυκό
Τόπος Τόπος : Θεσσαλονίκη
Ηλικία Ηλικία : 49
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 2153
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 64
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 41610

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty Απ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από ΜΗΔΕΙΑ Δευ 14 Ιαν - 15:43

ΟΡΧΑΝ ΠΑΜΟΥΚ (ORHAN PAMUK 1952)


ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 20071008ho_pamuk_330


Ο Ορχάν Παμούκ (Orhan Pamuk, Κωνσταντινούπολη 7 Ιουνίου 1952) είναι Τούρκος επιφανής νομπελίστας μυθιστοριογράφος της μεταμοντέρνας λογοτεχνίας. Είναι εξαιρετικά δημοφιλής στη χώρα του, αλλά έχει επίσης κερδίσει και ένα αυξανόμενο αναγνωστικό κοινό παγκοσμίως. Ως ένας από τους πλέον διακεκριμένους Ευρωπαίους μυθιστοριογράφους, το έργο του έχει μεταφραστεί σε περισσότερες από είκοσι γλώσσες. Έχει επίσης δεχτεί μείζονα εγχώρια και διεθνή λογοτεχνικά βραβεία. Στις 12 Οκτωβρίου 2006 του απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Τα βιβλία του έχουν εκδοθεί σε πάνω από 11 εκατομμύρια αντίτυπα.



Βιογραφικά στοιχεία

Πρώτα χρόνια και ακαδημαϊκή καριέρα

Ο Παμούκ γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη σε μία ευκατάστατη οικογένεια με πατέρα μηχανικό. Μαθήτευσε στην Ροβέρτειο Σχολή της Πόλης. Έπειτα παρακολούθησε ένα αρχιτεκτονικό πρόγραμμα στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης, γιατί προοριζόταν για μηχανικός ή αρχιτέκτονας. Μετά από τρία χρόνια όμως εγκατέλειψε τις σπουδές του και έγινε συγγραφέας. Αποφοίτησε από το Ινστιτούτο Δημοσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης το 1977. Μετά από τρία χρόνια στις ΗΠΑ από το 1985 ως το 1988, όπου έδωσε διαλέξεις και στο Πανεπιστήμιο της Αϊόβα, επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη.

Συγγραφικό έργο

Άρχισε το μεθοδικό γράψιμο ήδη από το 1974. Το πρώτο του γραπτό μυθιστόρημα, το Karanlık ve Işık (Σκοτάδι και Φως) βραβεύτηκε με το πρώτο βραβείο στον Διαγωνισμό Μυθιστορήματος της Milliyet Press του 1979, το οποίο μοιράστηκε με τον Mehmet Eroğlu. Το μυθιστόρημα αυτό εκδόθηκε αργότερα με τον τίτλο Cevdet Bey ve Oğulları (Τσεβντέτ μπέης και υιοί) το 1982. Το 1983 κέρδισε επίσης το Βραβείο Μυθιστορήματος Ορχάν Κεμάλ. Το μυθιστόρημα είναι η ιστορία τριών γενιών μιας πλούσιας οικογένειας της Κωνσταντινούπολης που ζει στο Nisantasi, την μητρική περιφέρεια του Παμούκ. Το 1984 ο Παμούκ κέρδισε το Βραβείο Μυθιστορήματος Μανταραλί για το δεύτερο μυθιστόρημά του Sessiz Ev (Το Σιωπηλό Σπίτι) που εκδόθηκε το 1983. Με τη γαλλική μετάφραση του μυθιστορήματος αυτού κέρδισε το 1991 το Prix de la Découverte Européenne. Το ιστορικό μυθιστόρημα του Παμούκ Beyaz Kale (Το Λευκό Κάστρο) που εκδόθηκε το 1985, κέρδισε το 1990 το Independent Award for Foreign Fiction και επέκτεινε την φήμη του στο εξωτερικό.

Το 1990, το μυθιστόρημα - ορόσημό του Kara Kitap (Το Μαύρο Βιβλίο) έγινε ένα από τα πλέον δημοφιλή και συζητημένα αναγνώσματα στην Τουρκική λογοτεχνία, εξαιτίας της πολυπλοκότητάς του και του πλούτου του. Το 1992 συνέγραψε το σενάριο της ταινίας Gizli Yüz (Μυστικό Πρόσωπο) που σκηνοθετήθηκε από τον διακεκριμένο Τούρκο σκηνοθέτη Ömer Kavur. Το 1995, το μυθιστόρημά του Yeni Hayat (Νέα Ζωή), έγινε μπεστ-σέλερ στην Τουρκία. Προκάλεσε μεγάλη εντύπωση στη χώρα του, αφού έγινε το βιβλίο με τις γρηγορότερες πωλήσεις στην Τουρκική ιστορία. Το 1999 ο Παμούκ εξέδωσε το ιστορικό του βιβλίο Öteki Renkler (Τα Άλλα Χρώματα). Το 2003 κέρδισε το πιο προσοδοφόρο βραβείο της διεθνούς λογοτεχνίας, το IMPAC Dublin Award, για το μυθιστόρημά του Benim Adım Kırmızı (Το Όνομά μου Είναι Κόκκινος) το οποίο εκδόθηκε το 2000. Μεταφράστηκε σε 24 γλώσσες. Τα πιο πρόσφατα μυθιστορήματά του είναι τα Kar (Χιόνι) το 2002 και İstanbul-Hatıralar ve Şehir (Κωνσταντινούπολη) το 2003. Οι Νιού Γιόρκ Τάιμς κατέταξαν το Χιόνι στη λίστα τους των "10 Καλύτερων Βιβλίων του 2004" ως ένα από τα έξι μυθοπλαστικά βιβλία που δεν γράφτηκαν στην Αγγλική γλώσσα.


Η επιτυχία δεν ήρθε αμέσως και έπρεπε να βασιστεί στην οικονομική υποστήριξη του πατέρα του. Τα πρώιμα νατουραλιστικά μυθιστορήματα έδωσαν τη θέση τους σε πιο μεταμοντέρνα έργα. Η μεγάλη επιτυχία ήρθε το 1994 όταν το τέταρτο μυθιστόρημά του, Η Νέα Ζωή, έγινε μπεστ-σέλερ. Άτομο υψηλού κύρους στη χώρα του, ο Παμούκ έχει κατηγορηθεί για την υποστήριξή του για τα πολιτικά δικαιώματα των Κούρδων. Το 1995 ο Παμούκ ήταν ανάμεσα σε μια ομάδα συγγραφέων που δικάστηκαν για την κριτική τους εναντίον του τρόπου που η Τουρκία μεταχειρίζεται τους Κούρδους σε ένα βιβλίο δοκιμίων ασκώντας την ελευθερία λόγου.

Τα βιβλία του χαρακτηρίζονται από μια σύγχυση ή απώλεια της ταυτότητας προκληθείσα εν μέρει από τη σύγκρουση μεταξύ Ευρωπαϊκών και Ισλαμικών αξιών. Προκαλούν συχνά ενοχλήσεις ή ανησυχίες, αλλά περιλαμβάνουν σύνθετες, ενδιαφέρουσες πλοκές και χαρακτήρες μεγάλου βάθους. Τα έργα του διαπνέονται επίσης από συζητήσεις και θαυμασμό για τις δημιουργικές τέχνες, όπως η λογοτεχνία και η ζωγραφική.

Ζει με την σύζυγό του και την κόρη τους στην Κωνσταντινούπολη.

Σε μια υπόθεση ελευθερίας της έκφρασης που παρακολουθήθηκε από όλο τον κόσμο, ο Παμούκ κατηγορήθηκε στην Τουρκία ως αποτέλεσμα δηλώσεών του που αφορούσαν στην Αρμενική Γενοκτονία και την κουρδική μαχητικότητα. Συγκεκριμένα, ο Παμούκ κατηγορήθηκε για την δήλωσή του: "τριάντα χιλιάδες Κούρδοι και ένα εκατομμύριο Αρμένιοι σκοτώθηκαν σ' αυτή τη γη και κανείς εκτός από μένα δεν τολμά να μιλήσει γι' αυτό." Οι κατηγορίες εναντίον του Παμούκ έχουν επίσης δημιουργήσει προβλήματα στην Τουρκία στις προσπάθειές της για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Τον Οκτώβριο του 2012, τιμήθηκε από την Υπουργό Πολιτισμού της Γαλλίας Ολφί Φιλιπετί με το παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής.


ΠΥΓΗ

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9F%CF%81%CF%87%CE%AC%CE%BD_%CE%A0%CE%B1%CE%BC%CE%BF%CF%8D%CE%BA



Ανοίγει το «Μουσείο της Αθωότητας» του Ορχάν Παμούκ

Το Σάββατο γίνονται τα επίσημα εγκαίνια στην Κωνσταντινούπολη

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 27/04/2012 22:46


Το Μουσείο της Αθωότητας, του οποίου η ιδέα αποτέλεσε την έμπνευση για το ομώνυμο νοσταλγικό μυθιστόρημα του Ορχάν Παμούκ, ανοίγει τις πόρτες του στο κοινό το Σάββατο 28 Απριλίου.


Εκατοντάδες αντικείμενα που συγκέντρωνε ο Κεμάλ, ο πρωταγωνιστικός χαρακτήρας του βιβλίου, αντικείμενα που σχετίζονταν με τη χαμένη αγαπημένη του Φισούν, μικροπράγματα που περικλείουν την καθημερινή ζωή στην Τουρκία στο τελευταίο μισό του 20ού αιώνα, έχουν βρει τις θέσεις τους σε ατμοσφαιρικές βιτρίνες στο συμπαθητικό τριώροφο μουσείο: Φλιτζάνια τσαγιού, ρολόγια, φωτογραφίες και καρτ-ποστάλ, γκραβούρες της παλιάς Κωνσταντινούπολης, αρώματα, σπιρτόκουτα, παστίλιες για τον λαιμό, νομίσματα και κουμπιά, πλάκες σαπουνιού, αναπαραστάσεις τραπεζιού στρωμένου για ένα αστικό γεύμα με ψάρια από τον Βόσπορο, σύκα και σταφύλια και ακόμη εισιτήρια κινηματογράφου, μπουκάλια γκαζόζας, αφίσες και αποκόμματα εφημερίδων, κοκαλάκια για τα μαλλιά και χιλιάδες γόπες τσιγάρων ανασυνθέτουν την ατμόσφαιρα μιας καθημερινότητας με τις εικόνες της, τους ήχους και τις μυρωδιές της. Κάθε προθήκη του Μουσείου της Αθωότητας αντιστοιχεί σε ένα κεφάλαιο του βιβλίου.


Σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε το πρωί της Παρασκευής, ο Ορχάν Παμούκ δήλωσε ευτυχισμένος που πραγματοποίησε μια επιθυμία του. «Γιατί θέλατε να ιδρύσετε αυτό το Μουσείο;» ερωτήθηκε ο τούρκος νομπελίστας. «Δεν υπάρχει λογική απάντηση στα πράγματα που θέλουμε να κάνουμε», αποκρίθηκε, «υπάρχει μόνο η επιθυμία να τα πραγματοποιήσουμε και αισθάνομαι ευτυχής που κατάφερα να υλοποιήσω μια επιθυμία μου».
Ο Παμούκ άρχισε να συλλέγει τα αντικείμενα που εκτίθενται στο μουσείο προτού ξεκινήσει να γράφει το μυθιστόρημα. Το μουσείο στεγάζεται στο σπίτι όπου εκτυλίσσεται η ιστορία, ένα κτίριο του 1897 στην περιοχή Τσουκούρτζουμα. Η παλιά γειτονιά, πολύ κοντά στο Πέραν, αναβαθμίστηκε σημαντικά από τότε που ο Παμούκ αγόρασε το κτίριο και αποφάσισε να ιδρύσει εκεί το μουσείο του. Παλαιοπωλεία και καφέ περιβάλλουν το μικρό βαθυκόκκινο μουσείο, όπου τα εκθέματα αρχίζουν από το ισόγειο και φτάνουν ως τη μικρή σοφίτα και το δωμάτιο όπου, στο μυθιστόρημα, ο ήρωας αφηγείται την ιστορία του.


Ανάμεσα στους καλεσμένους του τούρκου συγγραφέα για τα εγκαίνια ήταν πολλοί μεταφραστές και εκδότες των έργων του, μεταξύ των οποίων η αγγλίδα μεταφράστριά του Μορίν Φρίλι και η ελληνίδα Στέλλα Βρετού, μαζί με την εκδότρια του Μουσείου της Αθωότητας (Ωκεανίδα, 2009) Λουίζα Ζαούση.


«Όσοι συνεργάζονται με τον Ορχάν Παμούκ αγαπούν τόσο πολύ τον ίδιο και τη δουλειά που όλα τα σχόλια είναι θετικά» είπε στο «Βήμα», από την Κωνσταντινούπολη, η Στέλλα Βρετού μετά την ξενάγηση στο Μουσείο της Αθωότητας. «Εντυπωσιαστήκαμε όλοι με την επιμονή με την οποία κυνήγησε ο Παμούκ αυτό το σχέδιό του και με την υπομονή με την οποία συλλέγει αντικείμενα για το μουσείο 15 χρόνια τώρα, πριν καν ξεκινήσει να γράφει το μυθιστόρημα», σχολίασε η ελληνίδα μεταφράστρια, η οποία δήλωσε συγκινημένη από τα εκθέματα, τα οποία γνώριζε πολύ καλά από την πολύμηνη εκ του σύνεγγυς επαφή με το κείμενο του Παμούκ και τις περιγραφές του.


«Δεν είναι όμορφος ο έρωτας που μας κάνει ευτυχισμένους αλλά η ιστορία για τον έρωτα που μας κάνει δυστυχισμένους, που μας κάνει να υποφέρουμε, να ζηλεύουμε, να πονάμε, που μας κάνει κατακτητικούς» είπε ο συγγραφέας στη συνέντευξη Τύπου αναφερόμενος στην ερωτική ιστορία που αποτέλεσε το θέμα ενός δημοφιλούς μυθιστορήματος και ενός μουσείου. «Ήταν μια εποχή της αθωότητας», σχολίασε για τη μεσοαστική Τουρκία του παρελθόντος που ξεδιπλώνεται μέσα από τα εκθέματα του μουσείου με τα προβλήματα, τα όνειρα και τις προσδοκίες της, «μια εποχή που οι άνθρωποι ήταν απλοί, που μαζεύονταν και παρακολουθούσαν όλοι μαζί το μοναδικό τουρκικό κανάλι στην τηλεόραση, που στην καθημερινή ζωή τους δεν αισθάνονταν την ανάγκη να κάνουν κάτι διαφορετικό, που ήταν ταπεινοί και χωρίς προσποίηση».


Τώρα που εκπληρώθηκε και αυτή η επιθυμία του, ο συγγραφέας σκοπεύει να αφοσιωθεί στην ολοκλήρωση του νέου μυθιστορήματός του, το οποίο υπολογίζει ότι θα είναι έτοιμο μέσα στους επόμενους 5-6 μήνες. Το μυθιστόρημα, που θα έχει τον τίτλο «Οι παραξενιές του νου μου», παρακολουθεί τη ζωή ενός πλανόδιου πωλητή στην Κωνσταντινούπολη του '70 και του '80.


ΠΥΓΗ

http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=455197


ΜΗΔΕΙΑ
ΜΗΔΕΙΑ
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Θηλυκό
Τόπος Τόπος : Θεσσαλονίκη
Ηλικία Ηλικία : 49
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 2153
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 64
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 41610

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty Απ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από ΜΗΔΕΙΑ Πεμ 28 Μαρ - 18:38

ΠΑΟΥΛΟ ΚΟΕΛΙΟ (PAULO COELHO 1947)


ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Paolo_coelho_15458_913012


Ο Πάουλο Κοέλιο είναι Βραζιλιάνος συγγραφέας.

Γεννήθηκε στο Ρίο ντε Τζανέιρο της Βραζιλίας. Φοίτησε στην νομική, αλλά εγκατέλειψε τις σπουδές του το 1970 για να ταξιδέψει σε Μεξικό, Περού, Βολιβία, Χιλή, στην Ευρώπη και την Βόρεια Αφρική. Δύο χρόνια αργότερα επέστρεψε στη Βραζιλία και άρχισε να γράφει στίχους για μουσική. Φυλακίστηκε για λίγο καιρό το 1974 για υπονομευτικές δραστηριότητες κατά της βραζιλιάνικης δικτατορίας.
Παρότι Χριστιανός Καθολικός, τα κείμενά του συνδυάζουν με ένα ιδιαίτερο τρόπο τη θρησκευτικότητα και τον μυστικισμό, διαλογισμό και πνευματικές ασκήσεις και εμπειρίες από το μυστικιστικό παρελθόν του, που συχνά ίσως να αντιτίθεται στη γραμμή του επίσημου Καθολικισμού. Τα θέματά του από την άλλη δεν θα εξέφραζαν συγκεκριμένη θρησκευτική ιδεολογία, αν δεν υπήρχαν τα Καθολικά στοιχεία, αλλά αυτή η διάσταση δεν λαμβάνεται έντονα υπόψη από το κοινό του, καθότι υφίσταται απλά ως υπόβαθρο για την κυρίως ιστορία.
Ενδιαφέρον έχει να πούμε ότι η επίσημη Ελληνική Εκκλησία δεν έχει αντιδράσει θετικά ή αρνητικά για την επιτυχία του στην Ελλάδα (σε αντίθεση με άλλες περιπτώσεις, όπως π.χ. με τον Χάρυ Πότερ).

Πολλά από τα έργα του έχουν μία ιδιαίτερη και μυστικιστική ατμόσφαιρα, ενώ πολύ σύνηθες θέμα τους είναι η αφοσίωση σε ένα στόχο και η επίτευξη των ονείρων[1]. Έχει πουλήσει πάνω από 20 εκατομμύρια βιβλία σε ολόκληρο τον κόσμο και τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε τριανταοκτώ γλώσσες. Του έχουν απονεμηθεί πολλά λογοτεχνικά βραβεία από διάφορες χώρες, συμπεριλαμβανομένης μιας υποψηφιότητας για το περίφημο Διεθνές Λογοτεχνικό Βραβείο του Δουβλίνου για το "Η Βερόνικα αποφασίζει να πεθάνει".

Μερικά από τα βιβλία του που έχουν μεταφραστεί στα Ελληνικά

• Ο Αλχημιστής (1988)
• Στις όχθες του ποταμού Πιέδρα κάθισα και έκλαψα (1994)
• Η Βερόνικα αποφασίζει να πεθάνει (1998)
• Η μάγισσα του Πορτομπέλο (2006)
• Άλεφ (2011)
• Το χειρόγραφο της Άκρα (2012)

ΠΗΓΗ

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A0%CE%AC%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%BF_%CE%9A%CE%BF%CE%AD%CE%BB%CE%B9%CE%BF



Ο Πάουλο Κοέλο θεωρείται από τους συγγραφείς με τη μεγαλύτερη επίδραση στην εποχή μας.
Tα βιβλία του έχουν πουλήσει περισσότερα από 145 εκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως, έχουν κυκλοφορήσει σε 168 χώρες κι έχουν μεταφραστεί σε 74 γλώσσες.
Γεννήθηκε στο Ρίο ντε Τζανέιρο το 1947 και ανακάλυψε νωρίς τη συγγραφική του κλίση. Εργάστηκε ως σκηνοθέτης, ηθοποιός θεάτρου, συνθέτης και δημοσιογράφος. Η συνεργασία του με το Βραζιλιάνο συνθέτη και τραγουδιστή Ραούλ Σέισας έδωσε μερικά από τα σπουδαιότερα κλασικά ροκ κομμάτια στη Βραζιλία. Το 1986, μια ιδιαίτερη συνάντηση τον ώθησε να κάνει το προσκύνημα στον Άγιο Ιάκωβο της Κομποστέλα. Ένα χρόνο μετά, έγραψε To Ημερολόγιο Ενός Μάγου. Κατόπιν, κυκλοφόρησε Ο Αλχημιστής, βιβλίο με το οποίο ξεκίνησε η διεθνής πορεία του συγγραφέα.
Από το 2002 είναι μέλος της Ακαδημίας Γραμμάτων της Βραζιλίας, ενώ το 2007 ανακηρύχτηκε Αγγελιαφόρος Ειρήνης των Ηνωμένων Εθνών. Το 2009 του απονεμήθηκε το Βραβείο Γκίνες για τον πιο πολυμεταφρασμένο συγγραφέα στον κόσμο για το βιβλίο Ο Αλχημιστής. Είναι παντρεμένος με την Κριστίνα Οϊτισίκα, καλλιτέχνιδα που ασχολείται με τις πλαστικές τέχνες, από το 1979.

ΠΗΓΗ

http://www.livanis.gr/ViewAuthors.aspx?ValueId=599868



Ο «φιλέλληνας» Πάουλο Κοέλιο στην Αθήνα

Ο βραζιλιάνος συγγραφέας παρουσίασε το βιβλίο του στο St. George Lycabettus

Είχε φτιαχτεί ένας κλοιός προστασίας γύρω από τον υψηλό προσκεκλημένο. Το ζητούμενο βεβαίως ήταν μια κάποια επισημότητα στην όλη ιστορία - πραγματικός κίνδυνος μάλλον δεν υπήρχε. Οι πιο προσεκτικοί παρατηρητές σίγουρα διέκριναν τον διάσημο βραζιλιάνο συγγραφέα ανάμεσα στους άνδρες του προσωπικού ασφαλείας στο φουαγιέ του ξενοδοχείου St. George Lycabettus στο κέντρο της Αθήνας.

Λίγη ώρα αργότερα, όταν ο μαυροντυμένος Πάουλο Κοέλιο μπήκε με ένα θριαμβευτικό χαμόγελο στην αίθουσα όπου και παρουσίασε το νέο του βιβλίο το μεσημέρι της Τρίτης (19/3), κάποιοι σηκώθηκαν από τις θέσεις τους, πιθανότατα σε ένδειξη σεβασμού. Διέσχισε τον διάδρομο με την ταχύτητα ενός περφόρμερ που δεν βλέπει την ώρα να ανέβει στην σκηνή - τότε ανέμισε και η μικρή τούφα μαλλιών, κάτι σαν εκκεντρική κοτσίδα, που διατηρεί στο πίσω μέρος του κεφαλιού του.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι ξέρει να αποσπά την προσοχή του ακροατηρίου του. Επιδεικνύει μια αυτοπεποίθηση μεταδοτική, θα 'λεγε κανείς. Σε κάθε περίπτωση ήταν τόσο καλά τα λόγια του «φιλέλληνα» συγγραφέα, όπως τον χαρακτήρισαν ο Ηλίας και η Γιώτα Λιβάνη, που σε έκανε να νιώθεις λίγο άβολα…Ο ίδιος κάθε χρόνο κάνει ένα «ιδιωτικό πάρτι» για τους φίλους του σε μια χώρα της δικής του επιλογής και τους προσκαλεί για να γιορτάσουν μαζί την ημέρα του Αγίου Ιωσήφ τον οποίο θεωρεί, όπως είπε, προστάτη του. Πέρσι ήταν η Ιταλία αλλά «εφέτος επέλεξα την Ελλάδα, που κατέχει μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου». Γιατί άραγε; «Θα είμαι απολύτως ειλικρινής μαζί σας.

Τον τελευταίο καιρό διαβάζουμε μόνο αρνητικά πράγματα για την Ελλάδα, δεν είναι δυνατόν να συμβαίνει αυτό με μια τόσο όμορφη χώρα που έχει τόσο ωραίους ανθρώπους είπα και αμέσως σκέφτηκα ότι εκεί θέλω να κάνω το πάρτι μου αυτή την χρονιά». Άλλωστε «πάντα περνάω υπέροχα στην Ελλάδα» είπε ο Πάουλο Κοέλιο υπογραμμίζοντας ότι έχει επισκεφθεί την χώρα μας αρκετές φορές. Προσκάλεσε στην Αθήνα εκατό φίλους εκ των οποίων οι ογδόντα έρχονταν για πρώτη φορά στην Ελλάδα, γεγονός που τον εξέπληξε αλλά «χαίρομαι γι' αυτό επειδή εδώ άρχισαν όλα, ο πολιτισμός μας, η φιλοσοφία και η δημοκρατία». Η εκδήλωση αυτή «είναι ο δικός μας τρόπος να δείξουμε τον σεβασμό μας προς την χώρα σας, την κουλτούρα και τους ανθρώπους της» είπε ο συγγραφέας του «Αλχημιστή».

Ρωτήθηκε γιατί επέλεξε ως ήρωα στο νέο του μυθιστόρημα «Το χειρόγραφο της Άκρα» έναν Έλληνα. Μήπως τον ενέπνευσε και η κρίση που διέρχεται η Ελλάδα; «Η επιλογή δεν είναι συμπτωματική. Τον επέλεξα επειδή εσείς εδώ είστε η έκφραση των αληθινών αξιών μας. Ο ελληνικός πολιτισμός, κατά την άποψή μου, είναι ο κορυφαίος των κορυφαίων, εδώ δημιουργήθηκε ο πυρήνας του πολιτισμού στον οποίο ανήκουμε. Επέλεξα έναν Έλληνα, ανεξαρτήτως θρησκεύματος, γιατί αυτός μπορεί να ενσαρκώσει καλύτερα την σοφία της Ελλάδας. Ο ήρωας ταυτοχρόνως φιλοσοφεί, φιλοσοφεί όμως πάνω στα ζητήματα της καθημερινής ζωής, όπως ακριβώς οι αρχαίοι συζητούσαν τα πάντα στην αγορά και έτσι κατέληγαν στην αληθινή σοφία».

Επεσήμανε μεταξύ άλλων ότι «είμαι πολύ ενεργός στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και βρίσκομαι σε συνεχή επαφή με τους αναγνώστες μου, τους φίλους μου σε όλο τον κόσμο. Νομίζω ότι υπάρχει ένα έλλειμμα αξιών, αλλά ποιος είμαι εγώ που θα διδάξω αξίες στους άλλους;» διερωτήθηκε με μια υπολογισμένη μετριοφροσύνη. «Σκέφτηκα να γράψω αυτό το βιβλίο για να δω πώς ακριβώς θα αντιμετώπιζα εγώ ο ίδιος αυτήν την κατάσταση. Επιπλέον, ήθελα να γράψω το βιβλίο με τέτοιον τρόπο ώστε να μπορεί να διαβαστεί τμηματικά, σε μικρές δόσεις στο διαδίκτυο ή το twitter για παράδειγμα, χωρίς όμως να χάνεται η συνοχή της ιστορίας μου» πράγμα εξαιρετικά ενδιαφέρον ως κίνητρο ενός συγγραφέα με εκατομμύρια αναγνώστες.

Είπε επίσης ότι «τίποτα δεν μπορεί να υποκαταστήσει την εμπειρία, γιατί αυτό που ζει ο καθένας μας ξεχωριστά είναι αναντικατάστατο» και επιπλέον ότι «δεν μπορείς να γράψεις για πράγματα που δεν αισθάνεσαι». Τον προέτρεψαν να συγκρίνει τον ήρωά του με τον Οδυσσέα «έναν κλασικό ήρωα της λογοτεχνίας» όπως είπε και το έκανε φυσικά αναφερόμενος παράλληλα στο ποίημα του Κ.Π. Καβάφη «Ιθάκη». Τόνισε ότι ο στίχος «να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος» συμπυκνώνει το νόημα της ζωής αλλά και των δικών του προσωπικών αναζητήσεων. Αναφέρθηκε και στην ελπίδα που ξέμεινε στο κουτί της Πανδώρας ως κινητήρια δύναμη της ζωής που είναι «μια μάχη» και στην οποία «πορευόμαστε κάνοντας επιλογές».

«Η ιδέα ότι η ανθρωπότητα θα ζήσει καλύτερα αν επικρατήσει παντού η ειρήνη είναι σκέτη ουτοπία» είπε ο Κοέλιο σε ένα άλλο σημείο. «Στον σημερινό κόσμο δεν ρέει περισσότερο αίμα απ' όσο έτρεχε στο πρόσφατο ή στο απώτατο παρελθόν. Οι συγκρούσεις δεν είναι κάτι αρνητικό η άσχημο. Πρέπει να τις αποδεχόμαστε. Σταματώντας τις συγκρούσεις, σταματάς τη ζωή».

Για την οικονομική κρίση είπε ότι το πρόβλημα συνίσταται στο ότι «δυστυχώς οι άνθρωποι δίνουν συμβουλές και διαψεύδονται. Υπάρχουν χιλιάδες ειδικοί οι οποίοι σφάλλουν. Όλο αυτό μοιάζει λίγο με την αστρολογία, κατά τύχη πέφτουν μέσα καμιά φορά στις εκτιμήσεις τους και όχι επειδή γνωρίζουν». Του ζητήθηκε να σχολιάσει την εκλογή του νέου Πάπα (Φραγκίσκος Α'). «Πήγα σε ιησουιτικό κολέγιο. Έχουμε πλέον τον πρώτο ιησουίτη Πάπα. Το ότι είμαι καθολικός χριστιανός δεν σημαίνει ότι συμφωνώ με όλα. Ξέρουν και οι ίδιοι στο Βατικανό ότι πρέπει να αλλάξουν κάποια πράγματα, ελπίζω ο νέος Πάπας να προχωρήσει στις αναγκαίες αλλαγές».

Ο Πάουλο Κοέλιο ενοχλήθηκε ιδιαιτέρως όταν μια δημοσιογράφος του επεσήμανε ότι η περίφημη φράση του «όταν θέλεις κάτι πολύ, όλο το σύμπαν συνωμοτεί για να το αποκτήσεις» έχει καταστρέψει πολλές ζωές «καταπώς λέγεται» από πολλούς. Του είπε μάλιστα ότι ανέβηκε και μια θεατρική παράσταση («Αυτός ο αλήτης ο Κοέλιο έχει πάρει πολύ κόσμο στον λαιμό του...») που επιβεβαίωνε κατά κάποιον τρόπο την κακή επίδραση της φράσης. Ο συγγραφέας έφτασε στο σημείο να ζητήσει τα ονόματα αυτών που καταστράφηκαν αλλά η παρεξήγηση είχε ήδη ξεφύγει. Χαρακτήρισε «καταστροφικό» αυτού του είδους το «κουτσομπολιό», θύμα του οποίου υπήρξε και η Ελλάδα όταν άρχισε να καταρρέει η εμπιστοσύνη των αγορών προς την χώρα.

«Πάντως μην βλέπετε μόνο την θετική πλευρά σε αυτήν τη συνωμοσία. Το σύμπαν είναι δεν έχει ηθική. Συνωμοτεί και για το καλό και για το κακό. Όλα είναι θέμα επιλογών. Πιστεύω όμως ότι όλο το σύμπαν συνωμοτεί υπέρ αυτού που πραγματικά πιστεύει σε κάτι. Δυστυχώς όμως το 90% των ανθρώπων επιθυμούν το χειρότερο για τον εαυτό τους» είπε ο συγγραφέας. «Λέγεται επίσης» είπε ο Κοέλιο «ότι η Ελλάδα είναι το λίκνο του πολιτισμού, αυτό το πιστεύω απόλυτα».

ΠΗΓΗ

http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=503573

ΜΗΔΕΙΑ
ΜΗΔΕΙΑ
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Θηλυκό
Τόπος Τόπος : Θεσσαλονίκη
Ηλικία Ηλικία : 49
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 2153
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 64
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 41610

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty Απ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από ΜΗΔΕΙΑ Πεμ 28 Μαρ - 18:43

ΡAΜΠΙΝΤΡΑΝΑΘ ΤΑΓΚΟΡ (RABINDRANATH TAGORE 1861 – 1941)


ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. RabindranathTagore_AFP


Ο Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ (6 Μαΐου 1861 - 7 Αυγούστου 1941), ήταν Ινδός συνθέτης, συγγραφέας και φιλόσοφος, του οποίου το έργο είχε σημαντική επίδραση στη λογοτεχνία και τη μουσική της Βεγγάλης στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα και στον οποίο απονεμήθηκε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1913.
Γεννήθηκε στην Καλκούτα, στη δυτική Βεγγάλη. Ήταν το δέκατο τέταρτο παιδί του Ντεμπεντρανάθ Ταγκόρ, ενός εκ των ιδρυτών του κινήματος Μπράχμο Σαμαζ (Brahmo Samaj), και εγγονός του Ντβαρκανάθ Ταγκόρ. Μεγάλωσε σε οικογένεια καλλιτεχνών και κοινωνικών και θρησκευτικών μεταρρυθμιστών που αντιτίθονταν στο σύστημα των καστών και προωθούσαν βελτιώσεις στη θέση της γυναίκας ινδής. Ο Ραμπιντρανάθ ήταν επίσης χορτοφάγος.

Ο Ταγκόρ σπούδασε στην Καλκούτα και την Αγγλία. Είναι γνωστός τόσο ως ποιητής όσο και ως φιλόσοφος, αν και οι δύο αυτές τέχνες είναι συχνά συνεκτικά δεμένς στον ινδικό πολιτισμό, και ενυπάρχει μία υπονοούμενη φιλοσοφία εντός της ποίησης του Ταγκόρ. Επίσης ενδιαφέρθηκε για την εκπαίδευση και την παιδαγωγική και, το 1921, απεκατέστησε το πανεπιστήμιο Vishbabharati στη Σαντινικετάν όπου παραδίδεται εκπαίδευση πάνω στον ινδικό πολιτισμό τόσο σε Ινδούς όσο και σε ξένους.
Ο Ταγκόρ υπήρξε ο πρώτος συγγραφέας από την Ασία στον οποίο απενεμήθη το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1913 "για τον βαθειά ευαίσθητο, φρέσκο και όμορφο στίχο του, με τον οποίο, με επιδεξιότατη ικανότητα, έχει καταστήσει την ποιητική του σκέψη, εκφρασμένη στις δικές του Αγγλικές λέξεις, μέρος της λογοτεχνίας της Δύσης".

Ελληνικές μεταφράσεις

• Γκιταντζάλι
• Λαμπυρίδες
• Το σπίτι και ο κόσμος ― μετάφρ.Ειρ.Καλκάνη ("Γ.Παπαδημητρίου")
• Λυρικές προσφορές, Ο Κηπουρός
• Ινδικά Διηγήματα ― μετάφρ.Κ.Τρικογλίδης ("Ηριδανός")
• Τα παραστρατημένα πουλιά
• Λυρικά αφιερώματα
• Ο ωκεανός της ζωής
• 4Χ5
• Σαντάνα πνευματική άσκηση
• Λυρικά δράματα ― μετάφρ.Κ.Τρικογλίδης
• Μοχούα

ΠΗΓΗ

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A1%CE%B1%CE%BC%CF%80%CE%B9%CE%BD%CF%84%CF%81%CE%B1%CE%BD%CE%AC%CE%B8_%CE%A4%CE%B1%CE%B3%CE%BA%CF%8C%CF%81


Ενα συνταρακτικό βιβλίο του Ταγκόρ

Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ
Το σπίτι και ο κόσμος
πρόλογος: Αρης Μπερλής,
μτφρ.: Ειρήνη Καλκάνη,
εκδόσεις Πάπυρος, σ. 340, 18,09 ευρώ

Αθήνα, 2 Δεκεμβρίου 1926.

Η Αθήνα φιλοξενεί τον μεγάλο Ινδό ποιητή Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ. [...] Σεβάσμια μορφή, με βιβλική γενειάδα, μεγάλα εκφραστικά μαύρα μάτια, γλυκύ βλέμμα και φωνή υποβλητική. Ηρθε, μας είπε, να ζήσει λίγες μέρες στη χώρα των αρχαίων Ελλήνων, των οποίων "η λογική και η μεταφυσική, χωρίς τις οποίες δεν μπορεί να στοχαστεί κανένας άνθρωπος της Δύσης, ενσωματώθηκαν στις πνευματικές αποσκευές της ανθρωπότητας"».

Δυστυχώς, όταν λέγεται ότι ένα σημαντικό έργο είναι επίκαιρο, αυτό συνήθως σημαίνει ότι οι καιροί είναι (και πάλι) ιδιαίτερα χαλεποί και, άρα, οποιαδήποτε βοήθεια, από την Τέχνη ή από οπουδήποτε αλλού, είναι ευπρόσδεκτη. Με την ανάγνωση, λοιπόν, του ανά χείρας βιβλίου δημιουργείται η ελπίδα ότι ο εθνικισμός, που συνιστά έναν από τους δύο, τουλάχιστον, βασικούς άξονες του μυθιστορήματος του μεγάλου ινδού ποιητή (ενώ, βέβαια, αποτελεί εκ νέου μεγάλη απειλή στις μέρες μας), έτσι καθώς περιγράφεται εν τη γενέσει του και σε όλες τις τρομακτικές επιπτώσεις που μπορεί να έχει στον βαθύτερο ψυχισμό μιας σειράς διαφορετικών ανθρώπων, μπορεί, κατ' αρχάς, να γίνει πλήρως κατανοητός και, στη συνέχεια, να αντιμετωπιστεί από τον αναγνώστη με συγκεκριμένα επιχειρήματα. Ο μεγαλοφυής συγγραφέας πέτυχε να προσαρμόσει τις βαθιές σκέψεις του στα δεδομένα και του πλέον «ανειδίκευτου» ενδιαφερόμενου.

Ο Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ (1861-1941), γόνος αριστοκρατικής οικογένειας Βραχμάνων, αφού σπούδασε για μικρό διάστημα Νομικά στην Αγγλία, επέστρεψε στη Βεγγάλη και γνώρισε τη δόξα, αρχικά στην πατρίδα του και αργότερα σε όλον τον κόσμο (το 1913 του απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ για τη Λογοτεχνία), με την εμπνευσμένη ποίηση και πεζογραφία του, οι οποίες, οπωσδήποτε, βρίσκονται σε άμεση σχέση με τη σύνολη «φιλοσοφική» τοποθέτησή του. Ο Ταγκόρ πίστευε (και αυτή την πίστη του δίδαξε στα ταξίδια του ως γκουρού στην Κίνα, στην Ιαπωνία, στην Ευρώπη και στην Αμερική) ότι το ανθρώπινο γένος είτε θα προοδεύσει ως «ενσυνείδητο σύνολο» με καθοδηγητικό άστρο την αγάπη ή θα βυθιστεί στην καταστροφή ως ένα «εγωκεντρικό σύνολο» από το μίσος• με τα λόγια του γέρου δασκάλου Τσαντρανάθ Μπαμπού στο μυθιστόρημα: «[...] η ιστορία της ανθρωπότητας πρέπει να γραφεί απ' όλες τις φυλές του κόσμου ενωμένες στην ίδια προσπάθεια. Γι' αυτό είναι μεγάλο κρίμα να πουλάει κανείς τη συνείδησή του για πολιτικούς λόγους - να κάνει τη χώρα του ο καθένας ένα είδωλο και να την προσκυνάει. [...] η Ευρώπη [...] δεν έχει κανένα δικαίωμα να μας ποζάρει για δάσκαλος. [...] Εδώ σ' αυτή την ινδική γη [...] είθε αυτή η αναζήτηση της αλήθειας να γίνει κάτι πραγματικό!». Ο Ταγκόρ κήρυττε το αδιαίρετο του ανθρώπου και του Θεού και στη Σχολή τού Σαντινικετάν (Κατοικία της Ειρήνης), την οποία ίδρυσε το 1901 (και η οποία μετεξελίχτηκε αργότερα σε Πανεπιστήμιο), δίδασκε στους μαθητές του να ζουν ως μέλη της ανθρώπινης κοινότητας και ως πολίτες του κόσμου• διδαχή η οποία αποτυπώθηκε σε πρόσωπα, καταστάσεις και στοχασμούς στο παρόν βιβλίο. Επιπλέον, το πρόγραμμα των μαθημάτων του είχε ως στόχο να εμφυσήσει σε όλους την αγάπη για την ποίηση και τη ζωγραφική, το τραγούδι και τον χορό. Παράλληλα με την προσφορά στον τομέα της Τέχνης, ο Ταγκόρ πρόσφερε πολλά και για την ανακούφιση της ανθρώπινης δυστυχίας, ιδρύοντας στο Σιρινικετάν (Κατοικία της Ευημερίας) κέντρο αγροτικής ανασυγκρότησης (ο ήρωάς του Νίκιλ, στο μυθιστόρημα, κάνει επίσης ό,τι μπορεί προς αυτήν την κατεύθυνση). Εγραψε ποίηση [Γκιταντζάλι (1912), εξεδόθη με έναν εκστατικό πρόλογο του Ουίλιαμ Μπάτλερ Γέιτς, Το μισόγιομο φεγγάρι (1913), Δράματα στο Σανιάσι ή ο Ασκητής (1914)] και δοκίμια [Εθνικισμός (1917)], ενώ τα πεζά του, όπως το ανά χείρας μυθιστόρημα (1919), είναι λιγότερο προσεγμένα.

Το Σπίτι και ο κόσμος, όπως μας πληροφορεί ο Αρης Μπερλής στον πολύ κατατοπιστικό, αλλά και διεισδυτικό πρόλογό του, γράφτηκε αρχικά στη διάλεκτο της Βεγγάλης, μεταφράστηκε στα αγγλικά από τον ανιψιό τού συγγραφέα (αυτήν την έκδοση χρησιμοποίησε η Ειρήνη Καλκάνη, που έφερε εις πέρας μία διαυγή νοηματικά και καλλιεπή εκφραστικά μετάφραση) και το 1951 εντάχτηκε στην ελληνική σειρά «100 αθάνατα έργα» (αρ. 9) του εκδοτικού οίκου Γεωργίου Παπαδημητρίου. Ο Μπερλής, αφού παραθέτει δειγματοληπτικά κάποιες από τις αρνητικές αντιδράσεις που προκάλεσε το έργο, τόσο στην πατρίδα του όσο και στη Δύση, επιχειρεί, στη συνέχεια, να τις εξηγήσει, αποδίδοντάς τες σε λανθασμένη ανάγνωση του μυθιστορήματος, το οποίο λειτουργεί, και άρα πρέπει να ερμηνευτεί, σε δύο επίπεδα, εμφανή ήδη από τον τίτλο του. Ετσι, ο Νίκιλ, η Μπιμάλα και ο Σαντίπ, οι τρεις πρωταγωνιστές-αφηγητές της ιστορίας, δεν εκφράζουν μόνον την αντίστοιχη ο καθένας «ιδεολογία», αλλά ταυτόχρονα ζουν τις φορτισμένες με πάθος ζωές τους ο ένας δίπλα ή απέναντι στον άλλον. Η σωστή υποδοχή του έργου, λοιπόν, πρέπει να λάβει υπόψη και τις δύο, περίτεχνα συνυφασμένες, παραμέτρους. Ο Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ, 45 ετών όταν εκδηλώθηκε το Κίνημα του Σουαντέσι στη Βεγγάλη -κίνημα που, αν και αποτέλεσε πρόδρομο του μεγάλου κινήματος του Γκάντι, το ίδιο οδηγήθηκε σε εθνικιστικές ακρότητες-, ενσάρκωσε στους δύο άνδρες ήρωές του τις δύο αντιθετικές πολιτικές απόψεις τις οποίες ο ίδιος, κατά κάποιον τρόπο, υιοθέτησε κατά τις διαφορετικές φάσεις του Κινήματος. Ο ευνοούμενος, βέβαια, του συγγραφέα δεν μπορεί παρά να είναι ο Νίκιλ, του οποίου η φιλειρηνική στάση θριαμβεύει, τελικά, αν και όχι προς όφελός του, χωρίς τα παραπάνω να σημαίνουν, πάντως, ότι οι άλλοι δύο χαρακτήρες δεν είναι εξίσου, αν όχι περισσότερο, πειστικοί και ζωντανοί. Ο Μπερλής συνυπολογίζει ορθά όλους τους παράγοντες που κατέληξαν στη δημιουργία του συγκεκριμένου, πολύπλοκου όσο και ευκρινούς εννοιολογικά, μυθιστορήματος και αναδεικνύει πολύ εύστοχα και με σαφήνεια τη σημαντικότητα και τολμηρότητά του και ως λογοτεχνικού επιτεύγματος: «Δύσκολα θα βρει κανείς στη δυτική λογοτεχνία έργο που να πραγματεύεται ταυτόχρονα με τόση δεινότητα τα δύο αυτά θέματα - το "σπίτι" και τον "κόσμο", τον "οίκο" και τον "δήμο", εν προκειμένω τη συζυγική πίστη και την πίστη στο έθνος, αλλά, παράλληλα, προσθέτουμε, και την αιματηρή, όταν λαμβάνει χώρα, προσπάθεια αυτογνωσίας του κάθε ανθρώπου».

Στη νεωτερική μορφή του έργου θα σταθούμε λίγο για να επισημάνουμε την εντυπωσιακά (για ένα κείμενο του 1915) σύνθετη δομή του. Οι τρεις πρωταγωνιστές, καθώς αποτελούν ταυτόχρονα και τις τρεις πρωτοπρόσωπες, και κάποτε αυτοαναφορικές, φωνές του μυθιστορήματος, γίνονται, ο καθένας με τη σειρά του, αφηγητής ή αφηγήτρια των πράξεων και των λόγων των άλλων. Οι ιστορίες τους διασταυρώνονται, επαληθεύουν ή και επεκτείνουν η μία την άλλη, διατηρώντας, ωστόσο, η καθεμιά τη χαρακτηριστική ταυτότητά της αλλά και παρατείνοντας την αγωνία του αναγνώστη.
Θα ήταν παράλειψη (αν και αυτονόητα συγγνωστή, χάρη στη διασημότητα της ποιητικά φιλοσοφικής φυσιογνωμίας του συγγραφέα) να μην αναφερθεί κανείς στην τόσο βαθιά, και γι' αυτό ουσιαστική, αποφθεγματικότητα των περιγραφών, είτε αυτές αφορούν ψυχοπνευματικές είτε κοινωνικές ή πολιτικές καταστάσεις. Το εν λόγω χαρακτηριστικό είναι που οδηγεί τον αναγνώστη στο να υπογραμμίσει, τελικά, τόσες πολλές από τις αράδες του κειμένου• βρίσκει σε αυτές μια ποιητική συμπύκνωση την οποία ελπίζει να θυμηθεί όταν θα του χρειαστεί η βοήθειά της, είτε ως επιχειρήματος είτε ως παραμυθίας. Ο Αρης Μπερλής, μάλιστα, αφού αναφερθεί και στο πέρασμα του Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ από την Αθήνα (το οποίο βρίσκουμε καταγεγραμμένο και στα Παιδιά της Νιόβης του Τάσου Αθανασιάδη, απ' όπου προέρχεται και το αρχικό παράθεμα τού παρόντος άρθρου), κλείνει τον Πρόλογό του με ένα δείγμα από την ποίηση του Ταγκόρ, η οποία, με τον δικό της τρόπο, βρίσκεται σε απόλυτη αρμονία με την πεζολογική έκφρασή του.
Το να γράψει κανείς για ένα βιβλίο πραγματικά συνταρακτικό είναι πολύ πιθανόν να θεωρηθεί ενέργεια παράτολμη. Από την άλλη, το να σιωπήσει μπορεί να είναι και αμάρτημα.

ΠΗΓΗ

http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=147256

ΜΗΔΕΙΑ
ΜΗΔΕΙΑ
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Θηλυκό
Τόπος Τόπος : Θεσσαλονίκη
Ηλικία Ηλικία : 49
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 2153
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 64
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 41610

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty Απ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από ΜΗΔΕΙΑ Πεμ 28 Μαρ - 18:51

ΝΑΓΚΙΜΠ ΜΑΧΦΟΥΖ (NAGUIB MAHFOUZ 1911 – 2006)

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Mahf600


Αιγύπτιος συγγραφέας, ο πρώτος Άραβας που τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, το 1988. Ο Ναγκίμπ Μαχφούζ (Mahfouz Naguib) γεννήθηκε στο Κάιρο στις 11 Δεκεμβρίου 1911 και ήταν το έβδομο παιδί μιας φτωχής οικογένειας. Ο πατέρας ήταν δημόσιος υπάλληλος και ο νεαρός Ναγκίμπ ακολούθησε τα βήματά του. Παράλληλα, σπούδασε φιλοσοφία και αρθρογραφούσε σε εφημερίδες και περιοδικά.

Έγραψε περισσότερα από 40 μυθιστορήματα και συλλογές διηγημάτων, όπως επίσης σενάρια για ταινίες και θεατρικά έργα. Από τα έργα του ξεχωρίζει η περίφημη «Τριλογία του Καΐρου» («Ο δρόμος κοντά στο παλάτι», «Το Παλάτι των επιθυμιών» και «Οι δρόμοι του Νείλου»), που κυκλοφόρησε την διετία 1956-1957.
Στο έργο του, ο Μαχφούζ περιγράφει την Αίγυπτο, την κοινωνία, τις γειτονιές και τους ανθρώπους της. Μία Αίγυπτο, που ισορροπεί ανάμεσα στην παράδοση και τον σύγχρονο κόσμο. Έγινε γνωστός από το μυθιστόρημά του «Τα παιδιά του Γκεμπελάουι» (1959), το οποίο θεωρήθηκε βλάσφημο από τους φανατικούς μουσουλμάνους, επειδή παρουσίαζε ένα αλληγορικό πορτρέτο του Θεού. Το βιβλίο του απαγορεύτηκε σε όλες τις ισλαμικές χώρες, εκτός από τον Λίβανο.

Το 1989, μετά τον «φετβά» κατά του Σαλμάν Ρούσντι για το βιβλίο του «Σατανικοί Στίχοι», ο εξτρεμιστής αιγύπτιος θεολόγος Ομάρ Αμπντούλ Ραχμάν δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι εάν είχε τιμωρηθεί ο Μαχφούζ για «Τα παιδιά του Γκεμπελάουι», ο Ρούσντι ούτε που θα διενοείτο να το εκδώσει.
Το 1994 ήταν ένας χρόνος - σταθμός για τη ζωή του. Δέχτηκε επίθεση με μαχαίρι από φανατικούς μουσουλμάνους και τραυματίστηκε σοβαρά. Ο ίδιος γλίτωσε από την απόπειρα δολοφονίας, αλλά υπέστη ανεπανόρθωτες βλάβες, καθώς μία από τις μαχαιριές πείραξε τα νεύρα του δεξιού του χεριού, με το οποίο έγραφε.
Ο Μαχφούζ ήταν πολιτικοποιημένος, αλλά υποστήριζε τη μέση οδό. Ήταν επικριτής της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, υποστήριζε τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους, αλλά ήταν και υπέρμαχος της συμφωνίας ειρήνης της Αιγύπτου με το Ισραήλ το 1978.

Πέθανε, πλήρης ημερών, στις 30 Αυγούστου 2006, από ακατάσχετη αιμορραγία, η οποία προκλήθηκε από την πτώση του στον δρόμο και τον τραυματισμό του στο κεφάλι.
Πολλά από τα βιβλία του Ναγκίμπ Μαχφούζ κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις «Ψυχογιός».

ΠΗΓΗ

http://www.sansimera.gr/biographies/187


Ο Ναγκίμπ Μαχφούζ ήταν Αιγύπτιος συγγραφέας, γεννήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 1911 στο Κάιρο, και πέθανε στις 30 Αυγούστου 2006. Εργάστηκε στο δημόσιο μέχρι το 1972, οπότε και συνταξιοδοτήθηκε. Άρχισε να γράφει στα δεκαεφτά του, και το πρώτο μυθιστόρημα, που διαδραματίζεται στην αρχαία Αίγυπτο, εκδόθηκε στα 1939. Από τότε έγραψε γύρω στα τριάντα μυθιστορήματα και περισσότερα από εκατό διηγήματα, πολλά από τα οποία έγιναν επιτυχημένες ταινίες. Το 1988 η Σουηδική Ακαδημία Γραμμάτων τίμησε τον Μαχφούζ με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του. Το 1994 έγινε αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του, από φανατικούς ισλαμιστές.

Βιβλία του που κυκλοφορούν στα ελληνικά:

• Αγάπη κάτω απ' τη βροχή
• Αδίσταχτος έρωτας
• Απόμεινε από το χρόνο μια ώρα
• Η αρχή και το τέλος - μετάφρ.Έτμαν Αχμέτ ("Ψυχογιός")
• Η δική μου Αίγυπτος
• Κρυμμένα όνειρα στο Χαν ελ Χαλίλι
• Μέρες και νύχτες της Αραβίας
• Μιραμάρ - μετάφρ.Μ.Χωρεάνθης ("Ψυχογιός")
• Η τριλογία του Καϊρου
o Ο δρόμος κοντά στο παλάτι - μετάφρ.Μ.Χωρεάνθης & Μ.Σταυρίδου ("Ψυχογιός")
o Το παλάτι των επιθυμιών - μετάφρ.Π.Κουμούτσης ("Ψυχογιός")
o Οι δρόμοι του Νείλου - μετάφρ.Ε.Κεκροπούλου & Μ.Σταυρίδου ("Ψυχογιός")
• Ο καθρέφτης μιας ζωής
• Ράδοπις
• Τα παιδιά του Γκεμπελάουι
• Το έπος των Χαραφίς
• Το σοκάκι της αμαρτίας
• Φλυαρία πάνω στον Νείλο
• Ενώπιον του θρόνου
• Χίμαιρα

ΠΗΓΗ

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9D%CE%B1%CE%B3%CE%BA%CE%AF%CE%BC%CF%80_%CE%9C%CE%B1%CF%87%CF%86%CE%BF%CF%8D%CE%B6



Οι ήρωές του ανήκουν στη μικροαστική τάξη του Καΐρου. Τα έργα του καλύπτουν μια μεγάλη κλίμακα, από τον κοινωνικό ρεαλισμό ως τη μεταφυσική αλληγορία. Σήμερα είναι 85 ετών και με το δεξί χέρι ημιπαράλυτο γράφει άρθρα για την «Αλ Αχράμ»

ΝΑΓΚΙΜΠ ΜΑΧΦΟΥΖ

Το Νομπέλ της Χαλιμάς

Ο Ναγκίμπ Μαχφούζ δεν ταξίδεψε στο εξωτερικό για να παρουσιάσει τα βιβλία του. Δεν επιδίωξε καν να μεταφραστούν. Και όταν το 1988 βραβεύθηκε από τη Σουηδική Ακαδημία δήλωσε σεμνά από το Κάιρο: «Υπάρχουν αρκετοί αιγύπτιοι και άραβες συγγραφείς που αξίζει να τιμηθούν με Νομπέλ». Οταν του ζήτησαν να δώσει στα έργα του μια θέση στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία είπε ότι είναι «τέταρτης ή πέμπτης κατηγορίας, όπως όλη η σύγχρονη αραβική λογοτεχνία». Διαρκώς υποτιμά τον εαυτό του. Ισως επειδή γαλουχήθηκε με τη διδασκαλία του Κορανίου. Η θρησκεία του τον προβλημάτισε από την εποχή της ενηλικίωσης, όταν ανακάλυψε τον Δαρβίνο.

Οι θρησκόληπτοι συμπατριώτες του δεν του συγχώρησαν ποτέ το ότι έθετε ερωτήματα σε ζητήματα πίστης. Του δημιούργησαν προβλήματα που κορυφώθηκαν με τη δολοφονική απόπειρα από φανατικούς ισλαμιστές. Η επίθεση έγινε προτού προλάβει ο συγγραφέας να διηγηθεί στους επίδοξους δολοφόνους του μία από τις ιστορίες που μαλακώνουν και τις πιο σκληρές καρδιές. Κάποια από τις ιστορίες που αφηγείται η Σεχραζάτ στις «Χίλιες και μία νύχτες» και που χρησιμοποίησε ο Μαχφούζ στο βιβλίο του «Μέρες και νύχτες της Αραβίας», το οποίο μεταφράστηκε πρόσφατα στα ελληνικά.

Ο αιγύπτιος νομπελίστας είναι σήμερα 85 ετών και ζει στη γενέτειρά του με το δεξί χέρι ημιπαράλυτο. Το μόνο που γράφει πλέον είναι μικρά, πλην όμως αριστουργηματικά, άρθρα για την εφημερίδα «Αλ Αχράμ». Η νεότερη γενιά αράβων λογοτεχνών πιστεύει ότι ο Ναγκίμπ Μαχφούζ έχει γράψει τα πάντα. Μάλιστα ένας από τους πρωτοεμφανιζόμενους αιγύπτιους πεζογράφους είχε πει ότι «προτού ένας νέος συγγραφέας γράψει κάποιο μυθιστόρημα πρέπει να επιβεβαιώσει ότι δεν το έχει ήδη γράψει ο Μαχφούζ». Ο κατάλογος των έργων του είναι πράγματι μακρύς: από το 1934, όπου δημοσίευσε το πρώτο του διήγημα «Η τιμή της αδυναμίας», ώς σήμερα έχει εκδώσει 35 μυθιστορήματα, 12 συλλογές διηγημάτων ενώ έγραψε και θεατρικά έργα.

Ο Μαχφούζ ήταν πάντοτε εξαιρετικά δημοφιλής στον αραβικό κόσμο και εντελώς άγνωστος στους δυτικούς. Ο Τζον Φάουλς έγραφε το 1978 προλογίζοντας τη μετάφραση στα αγγλικά του «Μιραμάρ»: «Παρ' όλο που ο Ναγκίμπ Μαχφούζ είναι ο πιο φημισμένος πεζογράφος της χώρας του, με ένα τεράστιο έργο πίσω του, μάταια θα υποκρινόμασταν πως το όνομά του είναι γνωστό στη Δύση». Το Νομπέλ δεν έκανε γνωστό μόνο τον συγγραφέα αλλά και τη χώρα του, έτσι όπως τη βλέπουν οι υπήκοοί της. Η Αίγυπτος ήταν γνωστή μέσα από τα μάτια των δυτικών επισκεπτών, όπως του Ε. Μ. Φόρστερ, του Λόρενς Ντάρελ, του Πολ Μπόουλς και άλλων που χρησιμοποίησαν την έρημο και τα παζάρια ως σκηνικά και τους βεδουίνους ως κομπάρσους στα βιβλία τους. Από το 1988 οι αναγνώστες του κόσμου απέκτησαν μια εκ των έσω μαρτυρία. Μια μαρτυρία που αναφέρεται στην αρχαία και σύγχρονη Αίγυπτο, πάντα με την ίδια απλότητα, πάντα με την ίδια δεξιοτεχνία.

Οι «Μέρες και νύχτες της Αραβίας» βασίζονται στις ιστορίες που έλεγε η Σεχραζάτ στον σύζυγό της, στον άγρυπνο σουλτάνο, για χίλιες και μία νύχτες. Ο Μαχφούζ ξαναγράφει, στην ίδια ατμόσφαιρα παραμυθιού, κάποιες από τις αφηγήσεις που μετέβαλαν τον άγριο σουλτάνο σε συναισθηματικό και ευαίσθητο άνθρωπο. Εμφανίζονται τα καλά και κακά τζίνι της Χαλιμάς που ανατρέπουν καταστάσεις: ένα τζίνι βοηθά ζευγάρια ερωτευμένων και κάποιο άλλο συνδράμει στην αποκάλυψη της διαφθοράς της ηγεσίας του τόπου. Ο Μαχφούζ εμπνεόμενος από την αραβική φαντασία του όγδοου αιώνα μ.Χ. γράφει ένα σύγχρονο βιβλίο, επιβεβαιώνοντας την άποψη ότι γράφει με την ίδια άνεση για όλες τις περιόδους της αιγυπτιακής ιστορίας.
Μια διαπίστωση που αναδύεται από όλα τα κείμενα του Μαχφούζ είναι ότι υπό οποιεσδήποτε κοινωνικές και ιστορικές συνθήκες αυτό που πρωτίστως απασχολεί τον άνθρωπο είναι η απόκτηση της ευτυχίας. Οι «Μέρες και νύχτες της Αραβίας» μιλούν για σχέσεις, ισορροπίες και συναισθήματα που βρίσκουν αναλογίες ακόμη και στη σύγχρονη ευρωπαϊκή κοινωνία.
Στα ελληνικά έχουν μεταφραστεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός βιβλία που καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα των ενδιαφερόντων του συγγραφέα. Ο εκδοτικός οίκος ξεκίνησε από τα πιο αντιπροσωπευτικά έργα, όπως είναι «Η αρχή και το τέλος», που απεικονίζει την αιγυπτιακή κοινωνία κατά τη δεκαετία του '30, και το «Μιραμάρ», που αναφέρεται στους πελάτες ενός ξενοδοχείου στην Αλεξάνδρεια. Ακολούθησαν οι μεταφράσεις των μυθιστορημάτων «Ράδοπις», στο οποίο η ηρωίδα είναι μια εταίρα της αρχαίας Αιγύπτου, «Τα παιδιά του Γκεμπελάουι» και οι τόμοι της «Τριλογίας του Καΐρου», που έχουν χαρακτηριστεί από πολλούς τα καλύτερα βιβλία του.

Ο Ναγκίμπ Μαχφούζ έγραφε τις ώρες όπου δεν τον απασχολούσε η εργασία του δημοσίου υπαλλήλου. Ξεκίνησε ως γραμματέας στο πανεπιστήμιο, ενώ στο τέλος της θητείας του ήταν σύμβουλος στο υπουργείο Πολιτισμού. Οι νεανικές φιλοδοξίες του ήταν εντελώς διαφορετικές: γεννημένος σε μια μικροαστική οικογένεια στην παλιά λαϊκή συνοικία Γκαμαλία, ευελπιστούσε να γίνει καθηγητής στο πανεπιστήμιο. Εγκατέλειψε όμως γρήγορα τη διατριβή του που είχε θέμα «Η έννοια της αισθητικής στην ισλαμική φιλοσοφία», ίσως επειδή τα πενιχρά οικονομικά του μέσα δεν του επέτρεπαν να αφοσιωθεί.

Οι ήρωες του Μαχφούζ ανήκουν κυρίως στη μικροαστική τάξη του Καΐρου και συχνά έχουν την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου. Δεν είναι δύσκολο να ανιχνεύσει κανείς τα αυτοβιογραφικά στοιχεία του έργου του. Ο Μαχφούζ αφηγείται ιστορίες που ακούγονται οικείες σε κάθε Αιγύπτιο και το κάνει χρησιμοποιώντας την επίσημη λογοτεχνική αραβική γλώσσα, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ένα είδος «καθαρεύουσας». Τα έργα του Μαχφούζ διακρίνονται σε σε κατηγορίες με εντελώς διαφορετικό χαρακτήρα μεταξύ τους. Για παράδειγμα, βρίσκει κανείς θαυμάσια δείγματα κοινωνικού ρεαλισμού και ιστορίες μεταφυσικής αλληγορίας.

Στη σταδιοδρομία του πάντως υπάρχει ένα χρονολογικό κενό: το 1952, το έτος της αιγυπτιακής επανάστασης, σταμάτησε να γράφει. Εξήγησε ότι αφού στόχος της επανάστασης ήταν να θεραπεύσει τα δεινά που εκείνος περιέγραφε στα μυθιστορήματά του, ο ρόλος του είχε γίνει δευτερεύων. Επανήλθε στα γράμματα μετά από επτά χρόνια με «Τα παιδιά του Γκεμπελάουι», του οποίου η κυκλοφορία απαγορεύτηκε στη χώρα του και εκδόθηκε στον Λίβανο. Αναφέρεται στην ιστορία του μονοθεϊσμού χρησιμοποιώντας συμβολικά τον Αδάμ, τον Μωυσή, τον Ιησού.
Στο εισαγωγικό σημείωμα του «Μέρες και νύχτες της Αραβίας» ο επιμελητής της έκδοσης Κ. Ι. Τσαούσης χρησιμοποιεί ένα κομμάτι από τη συνομιλία του σουλτάνου Σαχραγιάρ με τον βεζίρη του Νταντάν για να προσδιορίσει τις επιδιώξεις του Ναγκίμπ Μαχφούζ: «Η Σεχραζάτ με δίδαξε να πιστεύω σε αυτά που αρνείται να παραδεχτεί η λογική του ανθρώπου. Με δίδαξε επίσης πώς να επιπλέω μέσα στον ωκεανό των αντιφάσεων. Κάθε φορά που σκοτεινιάζει αισθάνομαι τόσο φτωχός!».

ΠΗΓΗ

http://www.tovima.gr/relatedarticles/article/?aid=88542
ΜΗΔΕΙΑ
ΜΗΔΕΙΑ
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Θηλυκό
Τόπος Τόπος : Θεσσαλονίκη
Ηλικία Ηλικία : 49
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 2153
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 64
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 41610

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty Απ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από ΜΗΔΕΙΑ Πεμ 28 Μαρ - 18:56

ΟΥΜΠΕΡΤΟ ΕΚΟ (UMBERTO ECO 1932)


ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Umberto-eco


Ο Ουμπέρτο Έκο (Umberto Eco) είναι σύγχρονος Ιταλός λόγιος, ακαδημαϊκός καθηγητής και συγγραφέας.

Ο Έκο γεννήθηκε στην Αλεσσάντρια του Πιεμόντε το 1932. Από το 1975 έχει την έδρα του Καθηγητή Σημειωτικής στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, ενώ από το 1988 είναι πρόεδρος του Διεθνούς Κέντρου Μελετών Σημειωτικής στο Πανεπιστήμιο του Σαν Μαρίνο. Είναι συγγραφέας πολλών μελετών και δοκιμίων, που έχουν μεταφραστεί και εκδοθεί σε πολλές γλώσσες ανά τον κόσμο. Το πρώτο του βιβλίο εκδόθηκε το 1965, ενώ το πρώτο του μυθιστόρημα (Το όνομα του Ρόδου) το 1980, και τιμήθηκε με το βραβείο Strega (1981), και το Medicis Etranger (βραβείο που δίνεται στον καλύτερο ξένο λογοτέχνη στην Γαλλία) το 1982.

Φημολογείται ότι το επώνυμο Εκο είναι το αρκτικόλεξο των λέξεων Ex Coelis Oblatus, που σημαίνει «θεϊκό δώρο».
Με την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ο Εκο και η μητέρα του μετακόμισαν σε ένα χωριό στα βουνά του ιταλικού βορρά. Εκεί ο μικρός Ουμπέρτο παρακολουθούσε τις μάχες ανάμεσα στους φασίστες και στους παρτιζάνους με ανάμεικτα συναισθήματα - συνεπαρμένος μεν από τη δράση, αισθανόταν εν μέρει ευγνώμων που ήταν τόσο μικρός για να αναμειχθεί. Ο ίδιος θυμάται εκείνη την εποχή «σαν ένα μικρό γουέστερν. Αυτοί οι λόφοι είναι στη μνήμη μου το θέατρο των στρατιωτικών επιχειρήσεων, στις οποίες ήμουν αυτόπτης μάρτυρας, στην ηλικία των 12 ετών».

Μετά τις πιέσεις του πατέρα του, πήγε να σπουδάσει Νομική στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο, αλλά εγκατέλειψε αυτόν τον τομέα και ακολούθησε σπουδές Μεσαιωνικής Φιλοσοφίας και Λογοτεχνίας. Έκανε το διδακτορικό του στην Φιλοσοφία το 1954, ολοκληρώνοντας τη διατριβή του για τον Θωμά Ακινάτη. Αυτό το θέμα αποτέλεσε και το αντικείμενο του πρώτου του βιβλίου «Ζητήματα αισθητικής στον Θωμά Ακινάτη».

Άρχισε την ενασχόλησή του με τη δημοσιογραφία και, παράλληλα, δέχθηκε την θέση του διευθυντή Πολιτιστικού Προγράμματος στην Κρατική Ιταλική Τηλεόραση (RAI). Αυτό του έδωσε την ευκαιρία να δει την κοινωνία μέσα από τα μάτια των ΜΜΕ, που τότε μονοπωλούνταν και ελέγχονταν από την κυβέρνηση.
Το 1959 ο Ουμπέρτο Έκο έχασε τη δουλειά του στη RAI, γεγονός που δεν τον ενόχλησε ιδιαίτερα, γιατί έτσι άρχισε να ασχολείται περισσότερο με το γράψιμο και τις διαλέξεις. Με το δεύτερο βιβλίο του («Τέχνη και κάλλος στην αισθητική του Μεσαίωνα») απέδειξε στον πατέρα του ότι βρήκε τον δρόμο του στη ζωή (και τη δουλειά που τού ταιριάζει) μέσα από τη λογοτεχνία.

Τον ίδιο χρόνο έγινε γενικός επιμελητής του μη λογοτεχνικού τομέα του εκδοτικού οίκου Bompiani στο Μιλάνο και άρχισε να γράφει τη στήλη «Diario Minimo» (ελάχιστο ημερολόγιο) στην εφημερίδα «Il Verri». Μέσα από τη στήλη αυτή οι απόψεις του για την γλωσσολογία και την κοινωνική πραγματικότητα μπήκαν στα σπίτια των Ιταλών. Μέσα από τη στήλη αυτή άρχισε να εστιάζει το ενδιαφέρον του και να εκλεπτύνει τις απόψεις του στη Σημειολογία.
Με τα ακαδημαϊκά γραπτά του ο Έκο εστιάζει στη σημειολογία και στις επιπτώσεις της στην κοινωνία. Μελέτησε σε βάθος τις κοινωνίες από τον Μεσαίωνα ως σήμερα και τα κοινά στοιχεία ανάμεσα στις γλώσσες, στα σύμβολα και στην κοινωνική ανάπτυξη. Από τότε ως σήμερα έχει γράψει δεκάδες δοκίμια («Πώς γίνεται μια διπλωματική εργασία», «Μεταξύ ψεύδους και ειρωνείας», «Κήνσορες και θεράποντες» (πρωτότυπος τίτλος στα ιταλικά "apocalittici e integrati), «Ο υπεράνθρωπος των μαζών», «Θεωρία της σημειωτικής», «Η Αποκάλυψη του Ιωάννη», «Πέντε ηθικά κείμενα», «Δεύτερο ελάχιστο ημερολόγιο», «Η ποιητική του Τζέιμς Τζόις», «Τι πιστεύει αυτός που δεν πιστεύει» κ.ά.), ενώ παράλληλα συνεργάστηκε με πολλές εφημερίδες.

Από το 1962 ως το τέλος του 1970 ο Έκο ανέπτυξε τη δική του θεωρία στην Σημειολογία. Το 1965 εξελέγη καθηγητής Οπτικών Επικοινωνιών στη Φλωρεντία και το 1966 μετακόμισε στο Μιλάνο, όπου και έγινε καθηγητής της Σημειολογίας στο εκεί πολυτεχνείο. Το ακαδημαϊκό του ενδιαφέρον άρχισε να στρέφεται σε πολιτιστικές μελέτες και αρχίζει να ερευνά τον ρόλο της γλώσσας και της λογοτεχνίας στην κοινωνία, καθώς και την επίδραση της κοινωνίας στη λογοτεχνία και στη γλώσσα. Το 1971 το Πανεπιστήμιο της Μπολόνια του προσέφερε τη θέση του τακτικού καθηγητή της Σημειολογίας και το 1974 ο Έκο οργάνωσε τον Διεθνή Σύνδεσμο Σημειολογικών Μελετών.

Οι μεγάλες αλλαγές που έφερε η δεκαετία του 1970 στην ιταλική κοινωνία επηρέασαν και τα γραπτά του Ουμπέρτο Έκο. Άρχισε, λοιπόν, να γράφει μυθιστορήματα (Το όνομα του Ρόδου - 1980, Το Εκκρεμές του Φουκώ - 1988, Το νησί της προηγούμενης μέρας - 1994, Μπαουντολίνο - 2001, Η μυστηριώδης φλόγα της βασίλισσας Λοάνα - 2006, Το κοιμητήριο της Πράγας - 2010). Όταν έγραψε το πρώτο του μυθιστόρημα «Το όνομα του Ρόδου», οι εκδότες του υπολόγιζαν τις πωλήσεις γύρω στα 30.000 αντίτυπα. Και, φυσικά, δεν φαντάζονταν ποτέ τα 9.000.000 αντίτυπα που πώλησε τελικά το βιβλίο, σε διεθνές επίπεδο, το οποίο έκανε τον συγγραφέα γνωστό στον εξωακαδημαϊκό κόσμο.
Ο Έκο γνωρίζει άπταιστα πέντε γλώσσες, μεταξύ των οποίων αρχαία ελληνικά και λατινικά, που χρησιμοποιεί πολύ συχνά στα βιβλία του, επιστημονικά και λογοτεχνικά. Από την αρχή της καριέρας του ως σήμερα έχει κερδίσει πολλές τιμητικές διακρίσεις και έχει κάνει δεκάδες εκδοτικές επιτυχίες. Παρ' όλα αυτά περνάει τον καιρό του με τη γυναίκα του και τα δύο παιδιά τους ανάμεσα στο σπίτι του στο Μιλάνο (ένα διαμέρισμα-λαβύρινθο με μια βιβλιοθήκη 30.000 βιβλίων) και στο εξοχικό του στο Ρίμινι (ένα τεράστιο κτήμα του 17ου αιώνα, στο οποίο παλιά στεγαζόταν ένα σχολείο Ιησουιτών).

ΠΗΓΗ

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9F%CF%85%CE%BC%CF%80%CE%AD%CF%81%CF%84%CE%BF_%CE%88%CE%BA%CE%BF


Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ
κυκλοφορούν τα μυθιστορήματά του ΤΟ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΠΡΑΓΑΣ, ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΡΟΔΟΥ, ΤΟ ΕΚΚΡΕΜΕΣ ΤΟΥ ΦΟΥΚΩ, ΜΠΑΟΥΝΤΟΛΙΝΟ, καθώς και η συλλογή δοκιμίων ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΕΧΘΡΟ, ενώ ετοιµάζονται επανεκδόσεις και άλλων µυθιστορηµάτων του.


ΠΗΓΗ

http://www.kastaniotis.com/author/828



ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Ουμπέρτο Εκο: «Μας τρέφουν οι θεωρίες συνωμοσίας»


Ο ιταλός συγγραφέας μιλάει αποκλειστικά στο «Βήμα» για τον αντισημιτισμό, τον ρατσισμό και την επίδραση των χαλκευμένων «Πρωτοκόλλων των Σοφών της Σιών» στην εποχή μας.


Τριάντα χρόνια μετά το «Ονομα του ρόδου» που υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες εμπορικές επιτυχίες παγκοσμίως (και στη χώρα μας), και αφού μεσολάβησαν στο μεταξύ άλλα τέσσερα μυθιστορήματα, ο Ουμπέρτο Εκο εξέδωσε τον περασμένο Οκτώβριο το «Κοιμητήριο της Πράγας» που θα κυκλοφορήσει στις 8 Απριλίου και στα ελληνικά από τις εκδόσεις Ψυχογιός σε μετάφραση της Εφης Καλλιφατίδη. Ο Εκο μας μεταφέρει τώρα στον 19ο αιώνα των συνωμοσιών και των κατασκόπων δίνοντάς μας την εξαίρετη τοιχογραφία μιας άλλης Ευρώπης και του πώς ο αντισημιτισμός της εποχής κυριάρχησε σε μεγάλο μέρος της κουλτούρας της.

Πώς δημιουργήθηκαν τα πλαστά «Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών» από την Οχράνα, τη μυστική αστυνομία του τσάρου, και πώς σε τούτο το κλίμα κινήθηκαν κατάσκοποι, δολοφόνοι, ελευθεροτέκτονες, μέλη αποκρυφιστικών οργανώσεων αλλά και της Καθολικής Εκκλησίας. Στο Παρίσι, στην Ιταλία, στην Πράγα εκτυλίσσεται η υπόθεση αυτού του συναρπαστικού βιβλίου που διαβάζεται σαν αστυνομικό μυθιστόρημα αλλά και σαν περιήγηση στη σκοτεινή πλευρά του ευρωπαϊκού 19ου αιώνα, ο οποίος στοίχειωσε και τον επόμενο. Επικοινωνήσαμε με τον συγγραφέα που με την ευκαιρία της έκδοσης του βιβλίου στα ελληνικά μάς παραχώρησε τη συνέντευξη που ακολουθεί αποκλειστικά για «Το Βήμα».


- Στο τελευταίο σας μυθιστόρημα «Το Κοιμητήριο της Πράγας» αναφέρεστε ανάμεσα στα άλλα στην πλαστογραφία, στους ελευθεροτέκτονες και στην ένωση της Ιταλίας. Το κέντρο του μυθιστορήματος όμως νομίζω ότι είναι ο αντισημιτισμός. Πώς επηρέασε ο αντισημιτισμός τη ζωή και την κουλτούρα της σύγχρονης Ευρώπης;

«Ο αντισημιτισμός σήμερα μοιάζει να μην είναι όσο ισχυρός υπήρξε πριν από τον Β Δ Παγκόσμιο Πόλεμο (με εξαίρεση προφανώς τις αραβικές χώρες όπου παραμένει αξεδιάλυτα αναμεμειγμένος με τον αντισιωνισμό). Αυτό όμως φοβάμαι πως είναι μόνο μια ψευδαίσθηση. Για τούτο είναι σημαντικό να συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε εναντίον του ρατσισμού».

- Χαρακτηρίζετε τον Σιμόνε Σιμονίνι, τον κεντρικό- φανταστικό- χαρακτήρα του βιβλίου σας, «τον πιο μισητό άνθρωπο στον κόσμο». Πώς τον συνδέετε με τα άλλα, υπαρκτά ιστορικά πρόσωπα του μυθιστορήματος;

«Ο παππούς Σιμονίνι υπήρξε ιστορικός χαρακτήρας ή τουλάχιστον υπάρχει ένα ιστορικό ντοκουμέντο, μια επιστολή προς τον ηγούμενο Μπαρουέλ υπογεγραμμένη από τον κάπτεν Σιμονίνι, όπως λέω στο μυθιστόρημά μου. Ο εγγονός του Σιμονίνι είναι ο μόνος φανταστικός χαρακτήρας στο μυθιστόρημά μου, στον οποίο απέδωσα πράξεις που έγιναν όντως από ιστορικά πρόσωπα».

- Η υποτιθέμενη συνάντηση των Σοφών της Σιών έλαβε χώρα στο εβραϊκό κοιμητήριο της Πράγας. Υπάρχει κάποιο υπόβαθρο γι΄ αυτό;

«Η συνάντηση στο κοιμητήριο της Πράγας εφευρέθηκε από τον Γκέντσε (έναν πραγματικό γερμανό κατάσκοπο και πλαστογράφο) στο μυθιστόρημά του Βiarritz. Στο δικό μου μυθιστόρημα λέω, αντιθέτως, πως εφευρέθηκε από τον Σιμονίνι και στη συνέχεια αντιγράφηκε από τον Γκέντσε. Εκείνο που αληθεύει ιστορικά είναι πως η συνάντηση αυτή αναφέρθηκε ως πραγματική από πολλές πηγές κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, σε όλες τις περιπτώσεις που περιλαμβάνω στο μυθιστόρημα. Επιπλέον, πολλές από τις προθέσεις που αποδίδονται στους εβραίους στο κοιμητήριο κατά κάποιον τρόπο χρησιμοποιήθηκαν στα Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών».

- Είναι αυτό μια μεταφορά για όσα συμβαίνουν σήμερα;

«Νομίζω ότι κάθε μυθιστόρημα συνιστά μια μεταφορά για τα όσα συμβαίνουν σήμερα. Συν τοις άλλοις όλες οι μηχανορραφίες που αποδίδω στους πλαστογράφους και στις μυστικές υπηρεσίες του 19ου αιώνα είναι ίδιες με αυτές των οποίων είμαστε μάρτυρες σήμερα (λ.χ. η περίπτωση με τα WikiLeaks)».


- Εχετε γράψει παλαιότερα ένα συναρπαστικό δοκίμιο με τίτλο «Ψευδή Πρωτόκολλα». Αυτό ήταν ο πυρήνας του μυθιστορήματός σας;

«Λίγο-πολύ, ναι».


- Πιστεύετε ότι οι συνωμοσίες ορίζουν την Ιστορία; Κι αν αυτό ίσχυε τον 19ο αιώνα, τι ισχύει σήμερα;

«Είμαι εναντίον της παράνοιας των συνωμοσιών (δείτε το Εκκρεμές του Φουκό ). Δεν λέω πως δεν υφίστανται συνωμοσίες αλλά πως όταν επιτυγχάνουν τότε δημοσιοποιούνται και το ίδιο συμβαίνει όταν αποτυγχάνουν. Η δολοφονία του Ιούλιου Καίσαρα ήταν αποτέλεσμα συνωμοσίας, αυτό είναι βέβαιο, αλλά το σχέδιο αποκαλύφθηκε όταν δολοφονήθηκε ο Καίσαρας. Ο Κατιλίνας εξύφανε μια συνωμοσία, όμως αυτή αποκαλύφθηκε όταν την κατήγγειλε ο Κικέρων. Η συνωμοσιολογική παράνοια δεν συνίσταται στην πεποίθηση ότι υπήρξε μια και μόνη συνωμοσία αλλά ότι όλος ο ρους της Ιστορίας κυριαρχείται από μια μυστηριώδη και συνεχή παγκόσμια συνωμοσία. Γι΄ αυτό και είναι μια μορφή παράνοιας».


- Στο «Κοιμητήριο της Πράγας» διαπλέκονται πλήθος ιστορικά γεγονότα όπως η Υπόθεση Ντρέιφους, η Παρισινή Κομμούνα (και πάνω από αυτά πόλεμοι, συνωμοσίες, ίντριγκες και δολοφονίες). Είχατε κάποιο ιστορικό πρόσωπο κατά νουν όταν δημιουργούσατε το πορτρέτο του κεντρικού σας χαρακτήρα Σιμόνε Σιμονίνι;

«Είχα πολλά πρόσωπα κατά νουν. Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από διάφορους Σιμονίνι».

- Είστε ένας εξαιρετικά δημοφιλής συγγραφέας στην Ελλάδα και χιλιάδες αναγνώστες ανυπομονούν να διαβάσουν το νέο σας βιβλίο. Θα είχατε την ευγενή καλοσύνη να τους πείτε ποιο ήταν το κίνητρο να γράψετε το νέο σας μυθιστόρημα;

«Από τη μια μεριά το κίνητρο ήταν ηθικό, ακριβώς γιατί πιστεύω πως ο ρατσισμός εξακολουθεί να είναι επικίνδυνος. Από την άλλη ήταν η αγάπη μου για το μυθιστόρημα τύπου feuilleton (σε συνέχειες)».


- Σχεδιάζετε μήπως να επισκεφθείτε σύντομα την Ελλάδα;

«Πάντοτε ονειρεύομαι να επιστρέψω στην Ελλάδα αλλά προς το παρόν όλον μου τον χρόνο τον τρώνε οι συνεντεύξεις».


«Για εβραϊκή καπιταλιστική συνωμοσία μίλησαν τόσο ο Χίτλερ όσο και ο
Μουσολίνι»

Σε συνέντευξή του τον περασμένο Νοέμβριο ο Ουμπέρτο Εκο είχε πει ότι τα «Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών» διαμορφώθηκαν μέσω μιας συσσώρευσης αντισημιτικών στερεοτύπων. Ποιο από αυτά είναι πλέον επικίνδυνο σήμερα;

«Αυτό που σίγουρα επιβιώνει σήμερα είναι η παράνοια ενός παγκόσμιου σχεδίου, ακόμη κι αν δεν αποδίδεται στους εβραίους αλλά σε άλλα μυστήρια κέντρα μιας παγκόσμιας συνωμοσίας. Δείτε στο Διαδίκτυο ή επισκεφθείτε κάποιο βιβλιοπωλείο που εξειδικεύεται σε αποκρυφιστικά θέματα. Η παγκόσμια συνωμοσία είναι ένα φάντασμα που εξακολουθεί να στοιχειώνει πολλούς ανθρώπους. Ακόμη και ο αντισημιτισμός των ημερών μας παίρνει τη μορφή της αποκάλυψης μιας εβραϊκής-καπιταλιστικής συνωμοσίας- και για εβραϊκή καπιταλιστική συνωμοσία μίλησαν τόσο ο Χίτλερ όσο και ο Μουσολίνι».
-Και στο «Εκκρεμές του Φουκό» αναφέρεστε στα Πρωτόκολλα. Αλλά δίνετε μεγαλύτερη έμφαση στο τελευταίο σας βιβλίο. Γιατί νομίζετε ότι υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που πιστεύουν ότι τα Πρωτόκολλα δεν είναι πλαστογραφημένα αλλά αυθεντικά;

«Ισχύει η προηγούμενη απάντησή μου όπως και η αναφορά του αρχηγού της Οχράνα (σ.σ. της μυστικής αστυνομίας που ίδρυσε ο τσάρος Αλέξανδρος Β΄). Οι δικτάτορες πάντοτε χρειάζονται την εικόνα του Εχθρού για προσφέρουν το αίσθημα της ταυτότητας στους οπαδούς τους. Δείτε τον Καντάφι που ορίζει την εξέγερση των νεαρών Λίβυων ως επακόλουθο μιας συνωμοσίας της Αλ Κάιντα από την οποία έχουν παρασυρθεί οι επαναστατημένοι νέοι. Εν πάση περιπτώσει, στους ανθρώπους αρέσει να νιώθουν ισχυρότεροι μέσα στις προκαταλήψεις τους. Μια διάσημη αντισημίτρια συγγραφέας, η Νέστα Γουέμπστερ, έγραψε το 1924: “Ισως τα Πρωτόκολλα να είναι πλαστά, αλλά αφού λένε τι (εγώ, η Νέστα Γουέμπστερ νομίζω πως) είναι αληθινό, τότε θα πρέπει να θεωρούνται γνήσια” . Τέλειο...».

«Εγώ τους Εβραίους τούς έβλεπα κάθε βράδυ στον ύπνο μου για χρόνια»
Προδημοσιεύουμε ένα απόσπασμα από το δεύτερο κεφάλαιο του μυθιστορήματος (Από το Ημερολόγιο του Σιμόνε Σιμονίνι)


ΠΟΙΟΣ ΕΙΜΑΙ;

24 Μαρτίου 1897 Νιώθω κάποια αμηχανία τώρα που κάθομαι να γράψω, λες και ξεγυμνώνω την ψυχή μου, κατόπιν της εντολής όχι, για τον Θεό! ας πούμε της συμβουλής- ενός Γερμανού (ή Αυστριακού, αλλά είναι το ίδιο) Εβραίου. Ποιος είμαι; Ισως να ήταν πιο χρήσιμο να αναρωτηθώ για τα πάθη μου, παρά για τα γεγονότα της ζωής μου. Ποιον αγαπώ; Δεν μου έρχονται στο νου πολλοί αγαπημένοι...

Ποιον μισώ; Τους Εβραίους, νιώθω την παρόρμηση να πω, αλλά το γεγονός ότι υπέκυψα τόσο δουλικά στις παροτρύνσεις αυτού του Αυστριακού (ή Γερμανού) γιατρού δείχνει ότι δεν έχω τίποτα εναντίον των καταραμένων των Εβραίων.

Για τους Εβραίους ξέρω μόνον όσα μου δίδαξε ο παππούς: «Είναι ο κατεξοχήν άθεος λαός», με δασκάλευε. «Ξεκινούν από την έννοια ότι το καλό πρέπει να πραγματοποιηθεί εδώ και όχι μετά θάνατον. Ετσι, δρουν αποκλειστικά για την κατάκτηση αυτού του κόσμου».

Τα παιδικά μου χρόνια τα βάραινε το φάντασμά τους. Ο παππούς μού περιέγραφε εκείνα τα μάτια που σε κατασκοπεύουν, τόσο ψεύτικα που σε κάνουν να πανιάζεις, εκείνα τα γλοιώδη χαμόγελα, εκείνα τα χείλη ύαινας που ανασηκώνονται πάνω από τα δόντια, εκείνα τα βαριά, διεφθαρμένα, άσκημα βλέμματα, εκείνες τις πάντα ανήσυχες ρυτίδες ανάμεσα στη μύτη και στα χείλη, που χαράχτηκαν από το μίσος, εκείνη τη μύτη τους, γαμψή σαν αρπακτικού πτηνού....Και το μάτι, αχ, το μάτι... Στριφογυρνάει πυρετωδώς, με κόρες στο χρώμα του φρυγανισμένου ψωμιού, αποκαλύπτοντας αρρώστιες του ήπατος, χαλασμένου από τις εκκρίσεις που προκάλεσε ένα μίσος δε κα οκτώ αιώνων, και χάνεται μέσα σε χίλιες μικρές ρυτίδες που τονίζονται με την ηλικία- ήδη στα είκοσί μου, ο Ιουδαίος είναι σταφιδιασμένος σαν γέρος.... Και όταν ήμουν αρκετά μεγάλος για να καταλάβω, μου υπενθύμιζε ότι ο Εβραίος, πέρα από ματαιόδοξος σαν Ισπανός, αδαής σαν Κροάτης, ερωτύλος σαν Λεβαντίνος, αχάριστος σαν Μαλτέζος, θρασύς σαν τσιγγάνος, βρόμικος σαν Αγγλος, λιγδιάρης σαν Καλμούχος, αυταρχικός σαν Πρώσος και συκοφάντης σαν αυτούς που είναι από το Αστυ, είναι και μοιχός, εξαιτίας του ασυγκράτητου πόθου του - ο οποίος οφείλεται στην περιτομή που τους κάνει να έχουν πιο εύκολα στύσεις, με μια τερατώδη δυσαναλογία ανάμεσα στο νανισμό του σώματός τους και τη σπηλαιώδη χωρητικότητα εκείνης της μισοακρωτηριασμένης τους προεξοχής.

Εγώ τους Εβραίους τους έβλεπα κάθε βράδυ στον ύπνο μου για χρόνια. Ευτυχώς, δεν τους συνάντησα ποτέ, εκτός από την πουτανίτσα στο γκέτο του Τορίνο, τότε που ήμουν νεαρός (αλλά δεν αντάλλαξα πάνω από δυο λέξεις μαζί της)...

Τους Γερμανούς τους γνώρισα και δούλεψα και γι΄ αυτούς: το κατώτερο είδος ανθρώπων που μπορεί να διανοηθεί κανείς. Ο Γερμανός παράγει κατά μέσο όρο τον διπλάσιο όγκο περιττωμάτων από έναν Γάλλο. Υπερβολική δραστηριότητα των εντέρων και ελλιπής του εγκεφάλου, πράγμα που αποδεικνύει την κατωτερότητα της φυσιολογίας τους. Την εποχή των βαρβαρικών εισβολών, οι γερμανικές ορδές διάνθιζαν τη διαδρομή τους με παράλογες ποσότητες σωματικών εκκριμάτων. Εξάλλου, ακόμα και κατά τους προηγούμενους αιώνες, ο Γάλλος ταξιδιώτης καταλάβαινε αμέσως αν είχε διασχίσει τα σύνορα της Αλσατίας, χάρη στο αφύσικο μέγεθος των περιττωμάτων που έβλεπε κατά μήκος των δρόμων...

Ο Γερμανός ζει σε μια κατάσταση διαρκούς εντερικής αμηχανίας, που οφείλεται στην υπερβολική μπίρα και στα χοιρινά λουκάνικα που καταβροχθίζει. Τους είδα ένα βράδυ, στη διάρκεια του μοναδικού ταξιδιού μου στο Μόναχο, σ΄ εκείνους τους ιερόσυλους ναούς τους, γεμάτους καπνούς, όπως τα εγγλέζικα λιμάνια, να ζέχνουν λίπος και λαρδί• κάθονταν ακόμα και δύο δύο, εκείνος κι εκείνη, με τα χέρια σφιγμένα γύρω από κάτι μπουκάλια μπίρας που θα ξεδιψούσαν ακόμα και μιαν αγέλη παχύδερμων, μύτη με μύτη, σ΄ έναν κτηνώδη ερωτικό διάλογο, σαν δύο σκυλιά που μυρίζονται, με τα θορυβώδη και άχαρα γέλια τους, την ασαφή λαρυγγική ευθυμία τους, γυαλίζοντας από το μόνιμο λίπος που καλύπτει τα πρόσωπα και τα σώματά τους, σαν το λάδι στην επιδερμίδα των αρχαίων αθλητών του ιπποδρόμου.

Γεμίζουν το στόμα με το Geist τους, που πάει να πει πνεύμα, αλλά είναι το πνεύμα του ζύθου τους• τους αποβλακώνει από νέους και εξηγεί γιατί πέρα απ΄ τον Ρήνο, δεν δημιουργήθηκε ποτέ κάτι ενδιαφέρον στην τέχνη, εκτός από ορισμένους πίνακες με αποτρόπαια μούτρα και από ποιήματα θανατηφόρας ανίας. Κι ας μη μιλήσουμε για τη μουσική τους: δεν λέω για εκείνον τον ατζαμή και πένθιμο Βάγκνερ που τώρα ξετρελαίνει ακόμα και τους Γάλλους, μα από το λίγο που έχω ακούσει, και οι συνθέσεις εκείνου του Μπαχ τους στερούνται εντελώς αρμονίας, είναι ψυχρές σαν μια χειμωνιάτικη νύχτα, ενώ οι συμφωνίες εκείνου του Μπετόβεν είναι ένα όργιο βαρβαρότητας.

ΠΗΓΗ

http://www.tovima.gr/books-ideas/article/?aid=393446

ΜΗΔΕΙΑ
ΜΗΔΕΙΑ
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Θηλυκό
Τόπος Τόπος : Θεσσαλονίκη
Ηλικία Ηλικία : 49
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 2153
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 64
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 41610

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty Απ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από ΜΗΔΕΙΑ Παρ 29 Μαρ - 18:06

ΑΛΕΞΑΝΤΡ [ΣΕΡΓΚΕΓΕΒΙΤΣ] ΠΟΥΣΚΙΝ (ALEKSANDR SERGEYEVICH PUSHKIN 1799 – 1837)


ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Image.axd?picture=2010%2F2%2FAlexander_Pushkin2


Ο Αλεξάντρ Σεργκέγεβιτς […] ήταν Ρώσος λογοτέχνης, ο μεγαλύτερος ποιητής της Ρωσίας που θεωρείται και ο δημιουργός της νεότερης ρωσικής λογοτεχνίας και γνωστός φιλέλληνας.


Πρώτα χρόνια και εφηβεία

Ο Πούσκιν γεννήθηκε στη Μόσχα, από γονείς ευγενείς, τον Σεργκέι Λβόβιτς Πούσκιν και η Ναντέζντα (Νάντια) Όσιποβνα Χάννιμπαλ, (Надежда Осиповна Ганнибал) οι οποίοι μόλις είχαν εγκατασταθεί στην πρωτεύουσα μετά την παραίτηση του πατέρα του, Σεργκέι, από τον τσαρικό στρατό και τη γέννηση της αδελφής του Όλγας λίγο καιρό νωρίτερα. Το 1805 γεννήθηκε και το τρίτο παιδί, ο Λεβ. Οι γονείς τους τα παραμελούσαν με τον πατέρα να διαθέτει πολύ λίγο χρόνο γι' αυτά και τη μητέρα να είναι πολύ ιδιότροπη στην έκφραση της αγάπης της.

Ο Πούσκιν μικρός ήταν χοντρός και αδέξιος στις κινήσεις του. Η μητέρα του επινοούσε τιμωρίες για να του αποβάλει τις κακές συνήθειες και την αδεξιότητά του, στο τέλος όμως η υπομονή της εξαντλούνταν με το ανυπάκουο και σκυθρωπό παιδί της. Ήταν, αντίθετα, πολύ τρυφερή στην Όλγα και ιδιαιτέρως στον μικρότερο αδελφό του ποιητή, τον Λεβ, κάνοντας τον Αλεξάντρ εσωστρεφές παιδί.
Mε τους γονείς του μιλούσε γαλλικά, συνήθεια των ευγενών της εποχής. Τα ρωσικά τα έμαθε από τη γιαγιά του από την πλευρά της μητέρας του και τους δουλοπάροικους που υπηρετούσαν στο σπίτι του. Δύο δουλοπάροικοι άσκησαν μεγάλη επίδραση πάνω του: ο Νικολάι Κοζλόφ που έμεινε κοντά του πιστός και όταν μεγάλωσε, και η τροφός του Αρίνα Ροντιόνοβνα, μέσω της οποίας έμαθε τη λαϊκή ρωσική ποίηση. Ο θείος του, ποιητής Βασίλι Πούσκιν (αδελφός του πατέρα του), τον βοήθησε επίσης στα πρώιμα καλλιτεχνικά του βήματα και αγαπήθηκε ιδιαίτερα από τον μικρό Αλέξανδρο.

Το 1811, σε ηλικία 12 ετών έφυγε από τη Μόσχα για την Αγία Πετρούπολη και μπήκε υπότροφος στο Λύκειο του Τσάρκογιε Σελό, που μόλις είχε εγκαινιάσει τη λειτουργία του, ιδρυμένο από τον Αλέξανδρο Α'. Το Λύκειο αποτέλεσε λίκνο ελεύθερων πνευμάτων και επαναστατών, με πολλούς νέους, τέκνα ευγενών, να ενστερνίζονται φιλελεύθερες ιδέες. Η ποίηση αποτελούσε μάθημα με μεγάλη σπουδαιότητα, με τους μισούς μαθητές να γράφουν ποιήματα. Ο Πούσκιν έκανε δύο εγκάρδιους φίλους εκεί, τον Βίλχελμ Κάρλοβιτς Κύχελμπέκερ, γερμανικής καταγωγής, ο οποίος διακρίθηκε μετέπειτα ως ποιητής και, αφού εισήλθε στον κύκλο των Δεκεμβριστών, έλαβε μέρος στην εξέγερση του Δεκεμβρίου του 1825 και τον Αντόν Αντόνοβιτς Ντέλβιγκ, τέκνο ευγενών, βαλτικής καταγωγής, ο οποίος επίσης διακρίθηκε ως ποιητής και κριτικός λογοτεχνίας.

Το 1815 ο Πούσκιν έγραψε το ποίημα Ο ίσκιος του Φονβίζιν, όπου σατίριζε δριμύτατα τους αρχαΐζοντες (τους ομιλητές της σλαβονική γλώσσα σλαβονική), τα αρχαία σλαβικά), παίρνοντας σαφή θέση στο γλωσσικό πρόβλημα που γνώριζε όξυνση τότε. Το 1817 έγραψε την ωδή Η ελευθερία, όπου ενώνει τη φωνή του με τον Αλεξάντρ Νικολάγιεβιτς Ραντίτσεφ και τον Βασίλι Βασίλιεβιτς Καπνίστ κατά του δεσποτισμού. Αντίθετα από την επιθετικότητα του Ραντίτσεφ, απηύθυνε έκκληση στους άρχοντες για εγκαθίδρυση της συνταγματικής μοναρχίας, επικαλούμενος το Φυσικό Δίκαιο της ελευθερίας. Η ωδή αυτή διαβάστηκε από πολλούς, θεωρήθηκε όμως αντικαθεστωτική και δεν τυπώθηκε παρά μόνο στο εξωτερικό πολλά χρόνια μετά το θάνατό του.


Από το Τσάρκογιε-Σελό στη Μολδαβία

Οι νέοι που έβγαιναν από το Λύκειο του Τσάρκογιε-Σελό διορίζονταν -συνήθως σύμφωνα με τις προτιμήσεις τους- είτε σε στρατιωτικά συντάγματα είτε στις κεντρικές πολιτικές υπηρεσίες. Οι περισσότεροι στη συνέχεια παραμελούσαν τα καθήκοντά τους και χαίρονταν τη ζωή, ύστερα από χρόνια στα θρανία. Ο Πούσκιν αποφοίτησε και διορίστηκε στο Υπουργείο των Εξωτερικών. Αρχισε να συχνάζει σε λογοτεχνικούς κύκλους και να ζει έντονα. Ο πρίγκιπας Πιοτρ Αντρέγεβιτς Βιάζεμσκι έγραφε τότε στον θείο τού ποιητή, Βασίλι Πούσκιν: Πρέπει να τον κλείσουμε σε κανένα φρενοκομείο. Τι διαβόλους έχει μέσα του! Όλη την κινητή και ακίνητη περιουσία μου δίνω, για να μπορώ να γράψω τέτοιους στίχους. Αυτό το λυσσασμένο ξεπεταρόνι θα μας καταφέρει όλους εμάς-εμάς και τους προγόνους μας.
Πολλά ποιήματα που έγραψε ο Πούσκιν στα χρόνια 1817-1820 συντίθενται από παιχνιδιάρικους στίχους, εκφράζοντας, άλλα από αυτά ήρεμα αισθήματα και άλλα ισχυρά πάθη, όπως το ποίημα Ο θρίαμβος του Βάκχου. Την ίδια περίοδο ο ποιητής έγραψε το πρώτο μεγάλο ποιητικό του έργο, ένα κωμικοηρωικό έπος τριών χιλιάδων στίχων, το Ρουσλάν και Λιουντμίλλα, ένα μεγάλο παραμύθι με θρυλικές περιπέτειες του ήρωα, που αναζητά την αγαπημένη του κι αγωνίζεται να τη σώσει από τις εχθρικές μαγικές δυνάμεις. Παράλληλα όμως συνέχισε την καυστική μέσω των γραπτών του κατά της κοινωνικής κατάστασης στην τσαρική Ρωσία και της έντονης δεσποτικής φύσης της, προκαλώντας τελικά την οργή του τσάρου Αλέξανδρου Α', ο οποίος αποφάσισε να τον στείλει εξόριστο στη Σιβηρία ή στον ακόμα πιο παγωμένο Βορρά, σε ένα μοναστήρι σε ένα νησί της Λευκής Θάλασσας.

Έσπευσαν πάντως να τον βοηθήσουν τρεις κορυφαίοι τότε εκπρόσωποι των ρωσικών γραμμάτων, ο λογοτέχνης και ιστορικός Νικολάι Μιχάιλοβιτς Καραμζίν, ο ποιητής Βασίλι Αντρέγεβιτς Ζουκόφσκι και ο Αλεξέι Νικολάγιεβιτς Ολένιν, πρόεδρος της Ακαδημίας Καλών Τεχνών, άντρας με εξαιρετική ευρυμάθεια. Ενεργοποίησαν υψηλές γνωριμίες τους και με τη συνδρομή και της τσαρίνας κινητοποιήθηκαν για να τον σώσουν από την οργή του τσάρου. Την πλάστιγγα όμως οριστικά υπέρ του έκρινε ο Ιωάννης Καποδίστριας, άμεσος προϊστάμενος του Πούσκιν στο Υπουργείο Εξωτερικών, αφού πρώτα τού υποσχέθηκε ο Πούσκιν να μείνει μακριά από την πολιτική για ένα χρόνο. Μετά την υπόσχεση αυτή ο Καποδίστριας απέσπασε την έγκριση του τσάρου για μετάθεση του αντιδραστικού Πούσκιν στη Νότια Ρωσία.


Από τη Μολδαβία στον Δεκέμβρη του 1825

Στο τότε ρωσικό Κισινιόφ, την πρωτεύουσα σήμερα της Μολδαβίας (Κισινάου στα ρουμανικά), στη Βεσσαραβία της νότιας Ρωσίας όπου μετατέθηκε, ο Πούσκιν τέθηκε υπό την επίβλεψη του στρατηγού Ιβάν Νίκιτιτς Ίνζοφ, ανθρώπου γενναίου και καλλιεργημένου, διακεκριμένο πολεμιστή των ναπολεόντειων πολέμων, έπειτα από επιθυμία του Καποδίστρια, ο οποίος με επιστολή του στον στρατηγό τού ζητάει να δείξει φροντίδα στον νεαρό ποιητή, συμπληρώνοντας: Δεν υπάρχει ακρότητα στην οποία να μην υπέπεσε ο ατυχής αυτός νέος, όπως δεν υπάρχει και τελειότητα που δεν θα μπορούσε να επιτύχει με την υψηλή ποιότητα των χαρισμάτων του.

Στο Κισινιόφ, το 1821, ο Πούσκιν ήρθε πιο κοντά στην υπόθεση της προσπάθειας των Ελλήνων για ανεξαρτησία, πιστεύοντας ακράδαντα ότι η Ελλάδα θα θριάμβευε και εκθειάζοντας την ανδρεία του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Ο ενθουσιασμός του όμως δεν κράτησε πολύ. Απογοητεύτηκε με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη αποδίδοντάς του ανικανότητα στον ηγετικό ρόλο που είχε αναλάβει. Η εκτίμηση αυτή του ποιητή βασίστηκε σε εσφαλμένες και ανεπαρκείς πληροφορίες. Θεωρούσε ακόμα γενναίο τον Υψηλάντη, δυσφόρησε όμως που μετά την άτυχη μάχη στο Δραγατσάνι (7 Ιουνίου 1821), ο Υψηλάντης κατέφυγε στην Αυστρία.

Η απογοήτευση του Πούσκιν από την αναβλητικότητα, τη διχόνοια και την αδιαφορία πολλών Ελλήνων για την εθνική υπόθεση, τον εξοργίζει και στηλιτεύει αγανακτισμένος τους Έλληνες ως έναν άθλιο λαό ληστάρχων και μπακάληδων, σπεύδοντας όμως μετανιωμένος και έχοντας πικράνει κάποιους φίλους του, να δηλώσει ότι η καρδιά του δεν θα μπορούσε να νιώσει εχθρότητα στις ευγενικές προσπάθειες ενός αναγεννώμενου λαού.

Την ίδια εποχή, έγραψε μια από τις καλύτερες μπαλάντες του, Το τραγούδι του σοφού Ολέγκ, βασισμένο σε σκανδιναβικό και ρωσικό μύθο. Στη μπαλάντα αυτή στρέφεται στους καιρούς του Ολέγκ και του Ίγκορ, πρώτων ηγεμόνων του Κιέβου (μετά το Νόβγκοροντ, δεύτερη πρωτεύουσα των Ρως). Η μπαλάντα ακολουθούσε το καλλιτεχνικό ρεύμα του Ρομαντισμού και μιλούσε για την αξία της συντροφικότητας, τους φίλους που αφήσαμε πίσω, την αλαζονεία, την τιμή, τις αρχέγονες ιδέες της συλλογικότητας που προδώσαμε και τη νέμεση. Είναι ποίημα σαφώς επηρεασμένο από το έργο του λόρδου Μπάιρον).
Ως τα τέλη του 1822 έγραψε τα ποιήματα Ο αιχμάλωτος του Καυκάσου, Οι αδελφοί λήσταρχοι (δεν το ολοκλήρωσε), Η πηγή του Μπαχτσε-σαράι. Είχε κάνει τότε και αρκετά ταξίδια, στο Κίεβο, στο Αικατερίνοσλαβ (σημερινό Ντνιπροπετρόφσκ στην ανατολική Ουκρανία) και ένα μεγάλο ταξίδι στον Καύκασο. Χαρακτηριστικό θέμα των ποιημάτων Ο αιχμάλωτος του Καυκάσου και τηςΠηγής του Μπαχτσε-σαράι είναι ο ανεκπλήρωτος έρωτας. Από τα γράμματα του ποιητή διαφαίνεται πως το ποίημα Η πηγή του Μπαχτσε-σαράι είναι στενά δεμένο με ένα δυνατό προσωπικό αίσθημα, τον ένα από τους δύο πιο αγνούς έρωτες της ζωής του Πούσκιν, έρωτα που εκφράζει με το φλογισμένο στόμα του χάνου (ηγεμόνα στους ταταρικούς λαούς) Γιρέι. Οι μελετητές του δεν είναι σύμφωνοι ως προς το όνομα της κοπέλας που αγαπούσε. Πιο πιθανό είναι αυτή να ήταν η Σοφία Ποτόσκαγια, συνομήλική του, κόρη Πολωνορώσου στρατηγού και Ελληνίδας Κωνσταντινουπολίτισσας, την οποία αγαπούσε από μικρός, από τα χρόνια της Αγίας Πετρούπολης. Η Σοφία τού είχε διηγηθεί την περιπέτεια της γιαγιάς της, που ο χάνος της Κριμαίας την είχε πάρει αιχμάλωτη στο Μπαχτσέ-σαράι (ή Μπαχτσισαράι-Παλάτι των Κήπων-πρωτεύουσα του Χανάτου της Κριμαίας).


Δεκέμβρης 1825

Τον Δεκέμβριο του 1825 σημειώθηκε στην Αγία Πετρούπολη και τη Μόσχα εξέγερση κατά του τσάρου, εξέγερση με διαφορετικό αίτημα στις δυο πόλεις. Στη μεν Αγία Πετρούπολη το αίτημα ήταν η παροχή Συντάγματος, στη δε Μόσχα η εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας. Κοινό όμως αίτημα και των δυο κινημάτων ήταν η απελευθέρωση των χωρικών από τη δουλοπαροικία και του λαού από το δεσποτισμό. Η εξέγερση απέτυχε υπό το βάρος των κανονιών και ακολούθησαν τα μαρτύρια των Δεκεμβριστών. Ξεκίνησαν ανακρίσεις με συμμετοχή και του ίδιου του αυτοκράτορα, Νικολάου Α' στην ανακριτική επιτροπή. Καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν δια απαγχονισμού οι θεωρούμενοι ως πρωταίτιοι, οι Πιοτρ Γκριγκόρεβιτς Κακόφσκι, Σεργκέι Ιβάνοβιτς Μουράβιοφ-Αποστόλ, Μιχαήλ Παύλοβιτς Μπεστούσεφ-Ριουμίν, ο ποιητής Κοντράτι Φιοντόροβιτς Ρυλέγιεφ και ο συνταγματάρχης και ιδεολογικό μυαλό του κινήματος Πάβελ Ιβάνοβιτς Πέστελ, βετεράνος των πολέμων 1812-1813. Όλοι τους, με εξαίρεση τον πρώτο, ήταν πολύ καλοί φίλοι του Πούσκιν. Πολλοί άλλοι εξορίστηκαν σε καταναγκαστικά έργα στα βάθη της Σιβηρίας και πέθαναν από τις κακουχίες ή επέστρεψαν στα σπίτια τους μετά από πολλά χρόνια. Πολλοί από τους Δεκεμβριστές που μαρτύρησαν στους τόπους εξορίας ήταν από το Λύκειο του Τσάρκογιε-Σελό παλιοί συμμαθητές του ποιητή. Πολλοί από αυτούς που τούς ανέκριναν ήταν συμμαθητές τους από το ίδιο Λύκειο.

Ο Πούσκιν έγινε κι αυτός στόχος των ανακριτικών Αρχών. Ο τσάρος όμως Νικόλαος Ά, σκέφθηκε ότι η σύλληψη του πιο φημισμένου ποιητή της Ρωσίας θα έβλαπτε το θρόνο του, ιδίως μάλιστα από τη στιγμή που δεν υπήρχαν στοιχεία ούτε καν ηθικής συνέργειάς του στο κίνημα των Δεκεμβριστών. Παράλληλα, ο καλός φίλος του Πούσκιν, Ζουκόφσκι, παρέδωσε επιστολή του ποιητή στον τσάρο στην οποία επικαλείται τη μεγαλοψυχία του αυτοκράτορα και υπόσχεται ότι δεν θα εκδηλώσει από εδώ και πέρα γνώμες αντίθετες προς την καθιερωμένη τάξη. Ο συμβιβασμός δεν τον απήλλαξε όμως αμέσως, ούτε και αργότερα, από δύσκολες ώρες. Ως τις αρχές Σεπτεμβρίου του 1826 βρισκόταν υπό την επιτήρηση των τοπικών Αρχών, στο Μιχαηλόφσκογιε, παραθεριστικό μέρος της οικογένειάς του στην Περιφέρεια του Πσκοφ.


Μετά την εξορία

Μετά την επιστροφή του από την εξορία, ο Πούσκιν πέρασε δύσκολες μέρες στην Μόσχα. Η λογοκρισία των έργων του –την οποία σύμφωνα με την υπόσχεσή του ασκούσε προσωπικά ο τσάρος- ήταν πολύ πιεστική και η παρακολούθηση της αστυνομίας πολύ στενή. Επί πλέον οι κριτικοί αντιμετώπισαν τα έργα του αυτής της περιόδου δυσμενώς και, το χειρότερο, πολλοί ομοϊδεάτες του τον κατηγόρησαν ως αποστάτη . Παρά ταύτα εκείνη την εποχή έγραψε τις λεγόμενες «μικρές τραγωδίες» του (Μότσαρτ και Σαλιέρι, Ο πέτρινος επισκέπτης κ.α.), πεζογραφήματα, ποιήματα και άρθρα.
Παράλληλα από το 1826 μέχρι το 1831 ο Πούσκιν ζούσε μιαν άσωτη ζωή στη Μόσχα. Το 1831 παντρεύτηκε την Ναταλία Νικολάγεβνα Γκοντσάροβα ύστερα από μια περιπετειώδη σχέση. Εγκαταστάθηκε στην Αγία Πετρούπολη, διορίστηκε και πάλι σε κρατική θέση και το 1834 πήρε το αυλικό αξίωμα του Kammerjunker. Του ανατέθηκε να γράψει μιαν ιστορία του Μεγάλου Πέτρου τον οποίο θαύμαζε, αλλά αυτός έγραψε την Ιστορία [της εξέγερσης] του Πουγκατσόφ, ένα μυθιστόρημα με συναφές θέμα (Η κόρη του λοχαγού), το ημιτελές μυθιστόρημα Ντουμπρόβσκι και άλλα ελάσσονα έργα, που έμειναν επίσης ημιτελή.


Το τέλος

Ο Ζωρζ ντ’ Αντές (Georges d'Anthès) ήταν Γάλλος εμιγκρέ, αξιωματικός της φρουράς στην Αγία Πετρούπολη. Γνωρίστηκε με το ζεύγος Πούσκιν και φλέρταρε αρκετά φανερά την Ναταλία. Ο Πούσκιν απείλησε τον ντ’ Αντές και τότε ο τελευταίος παντρεύτηκε την αδελφή της Ναταλίας, Εκατερίνα Γκοντσάροβα. Οι φήμες όμως και τα ανώνυμα γράμματα δεν σταματούσαν, με συνέπεια να γράψει ο ποιητής ένα προσβλητικό γράμμα στον θετό πατέρα του ντ’ Αντές, τον Ολλανδό επιτετραμμένο βαρώνο Heeckeren. Η μονομαχία που ακολούθησε ήταν η τελευταία από τις πολυάριθμες του Πούσκιν. Τραυματίστηκε στο στομάχι και σε δύο μέρες πέθανε.


Μερικά από τα έργα του

Αφηγηματική ποίηση

• Ρουσλάν και Λουντμίλα, 1820
• Ο αιχμάλωτος του Καυκάσου, 1820-1
• Γαβριηλιάδα, 1821
• Οι αδελφοί ληστές, 1821-2
• Η κρήνη του Μπαχτσίσαράι, 1823
• Τσιγγάνοι, 1824
• Κόμης Νουλίν, 1825
• Πολτάβα, 1829
• Το μικρό σπίτι στην Κολομνά, 1830
• Άντζελο, 1833
• Ο μπρούτζινος ιππέας, 1833
• Ευγένιος Ονέγκιν, 1825-32, έμμετρο μυθιστόρημα


Πεζογραφία

• Ο αράπης του Μεγάλου Πέτρου, ημιτελές μυθιστόρημα, 1828
• Οι ιστορίες του μακαρίτη Ιβάν Πέτροβιτς Μπελκίν, διηγήματα 1831
• Ντάμα Πίκα, διήγημα, 1834
• Κιρτζαλί, διήγημα, 1834
• Ιστορία του Πουγκατσέφ, ιστορία, 1834
• Η κόρη του λοχαγού, μυθιστόρημα, 1836
• Ταξίδι στο Ερζερούμ, ταξιδιωτικό, 1836
• Ροσλάβλεφ, ημιτελές μυθιστόρημα, 1836
• Ντουμπρόφσκι, ημιτελές μυθιστόρημα, 1841


ΠΗΓΗ

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%BB%CE%B5%CE%BE%CE%AC%CE%BD%CF%84%CF%81_%CE%A3%CE%B5%CF%81%CE%B3%CE%BA%CE%AD%CE%B3%CE%B5%CE%B2%CE%B9%CF%84%CF%82_%CE%A0%CE%BF%CF%8D%CF%83%CE%BA%CE%B9%CE%BD



Αλεξάντρ Πούσκιν, ο εθνικός ποιητής της Ρωσίας


«Ο Πούσκιν ήταν για όλους τους ποιητές σαν μια ποιητική φλόγα που έπεσε απ’ τα ουράνια και από την οποία σαν κεράκια άναψαν άλλοι αυτοφυείς ποιητές.

Γύρω του διαμορφώθηκε ολόκληρος αστερισμός» είπε ο διάσημος Ρώσος συγγραφέας Nikolai Gogol για τον Αλεξάντρ Πούσκιν, τον ποιητή ο οποίος μέσα στη σύντομη ζωή του δημιούργησε έργα που άλλαξαν δραματικά την πορεία της ρωσικής λογοτεχνίας.

Ο Aleksandr Sergeyevich Pushkin, γόνος παλαιότατης αριστοκρατικής οικογένειας, γεννήθηκε στη Μόσχα στις 6 Ιουνίου του 1799. Από μικρός επέδειξε ισχυρή κλίση προς τη λογοτεχνία, πιάνοντας την πένα από παιδί, ενώ γνωρίζεται με σπουδαίες προσωπικότητες των τεχνών και των γραμμάτων στο σπίτι του, το οποίο αποτελεί εστία συγκέντρωσης προσωπικοτήτων της εποχής.

Είναι μόλις 15 ετών όταν δημοσιεύει το πρώτο του ποίημα, ενώ με την αποφοίτησή του από το Αυτοκρατορικό Λύκειο είναι ήδη ευρέως γνωστός για το ταλέντο του στους λογοτεχνικούς κύκλους της εποχής. Η πρόσφατη Γαλλική Επανάσταση εμπνέει το νεαρό Πούσκιν, ο οποίος προσηλώνεται στα φιλελεύθερα ιδεώδη και τον ουμανισμό.

Σε ηλικία 20 περίπου ετών γνωρίζει το έργο του Λόρδου Βύρωνα ενώ σταδιακά αναδεικνύεται ως ο εκπρόσωπος των ριζοσπαστικών λογοτεχνών, κάτι που προκαλεί τη σύγκρουσή του με την κυβέρνηση. Ως αποτέλεσμα, εξορίζεται από την πρωτεύουσα και βρίσκεται στον Καύκασο, την Κριμαία, την Καμένκα και το Τσισνάου, όπου έγινε μέλος της μασονικής στοάς αλλά και της ελληνικής Φιλικής Εταιρίας, με σκοπό την απελευθέρωση της χώρας από τον τουρκικό ζυγό.

Όταν ξέσπασε η επανάσταση, ο Πούσκιν κρατούσε ημερολόγιο με τα σημαντικότερα γεγονότα του ελληνικού αγώνα, ενώ συνέθεσε και αρκετά ποιήματα. Τα χρόνια αυτά γράφει τον «Αιχμάλωτο του Καυκάσου», ενώ στη συνέχεια μετά από νέα σύγκρουση με το τσαρικό καθεστώς, εξορίζεται στο κτήμα της μητέρας του, όπου αναγκάζεται να παραμείνει για δυο χρόνια.

Στα χρόνια αυτά της εξορίας έγραψε το δράμα «Μπόρις Γκουντούνοφ», το όποιο όμως δεν θα κατορθώσει να δημοσιεύσει πριν από το 1830, λόγω της λογοκρισίας την οποία υφίσταται ακόμα και μετά την χάρη που λαμβάνει από τον τσάρο Νικόλαο τον Α’. Το πρωτότυπο του δράματος ωστόσο, χωρίς λογοκριτικές επεμβάσεις δεν δημοσιεύθηκε πριν από το 2007.

Ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, θαυμαστής του «Γκουντούνοφ», έγραψε αργότερα: «Θα μπορούσαν να γραφούν ολόκληρα βιβλία πάνω στους χαρακτήρες του έργου αυτού, που ο Πούσκιν άντλησε από τη ρωσική γη, που πρώτος αυτός ανακάλυψε, λάξεψε και έθεσε μπροστά στα μάτια μας, για τώρα και για πάντα, μέσα στην αδιαφιλονίκητα σεμνή και μεγαλόπρεπη μαζί ψυχική ομορφιά τους».

Στις 18 Φλεβάρη 1831 παντρεύεται την διάσημη καλλονή της εποχής, Natalia Goncharova. Το 1833 δημοσιεύεται η έμμετρη του σύνθεσή του «Ευγένιος Ονέγκιν», έργο το οποίο αποδεικνύεται προφητικό αφού ο ποιητής θα έχει το ίδιο τέλος με αυτό του διάσημου ήρωά του. Ο κορυφαίος Ρώσος κριτικός της εποχής Vissarion Belinsky χαρακτηρίζει τον «Ευγένιο Ονέγκιν» «εγκυκλοπαίδεια της ρωσικής ζωής και καθρέφτη της εθνικής συνείδησης στην πρώτη της αφύπνιση». Ο ίδιος ο Πούσκιν αποκαλεί την αισθητική αντίληψή του που αποτυπώνεται στον «Ονέγκιν» ρομαντικό ρεαλισμό και τον εαυτό του «ποιητή της πραγματικότητας».

Στις 29 Γενάρη 1837, ο Πούσκιν τραυματίζεται θανάσιμα σε μονομαχία με τον Ζορζ ντ' Αντές και δυο μέρες αργότερα πεθαίνει, είδηση που προκαλεί μεγάλη συγκίνηση σε ολόκληρη τη χώρα. Ο ποιητής Mikhail Lermontov συνθέτει την ωδή «Ο θάνατος του ποιητή», η οποία, ειρωνικά, προφητεύει και τον δικό του θάνατο, επίσης σε μονομαχία.

Ο Αλεξάντρ Πούσκιν άφησε πίσω του περί τα 800 λυρικά και αφηγηματικά ποιήματα, πολιτικά κείμενα και δοκίμια, τα περισσότερα από τα οποία δημοσιεύθηκαν μετά θάνατον εξαιτίας της τσαρικής λογοκρισίας. Χαρακτηρίζεται ο θεμελιωτής της νέας ρωσικής λογοτεχνίας και τιμάται ως ο εθνικός ποιητής της Ρωσίας. «Άδειος, είν' όποιος προσπαθεί να γεμίσει από τον εαυτό του» Αλεξάντρ Πούσκιν.

ΠΗΓΗ

http://www.axortagos.gr/aleksantr-pouskin-ethnikos-poiitis-tis-rosias_2.html
ΜΗΔΕΙΑ
ΜΗΔΕΙΑ
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Θηλυκό
Τόπος Τόπος : Θεσσαλονίκη
Ηλικία Ηλικία : 49
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 2153
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 64
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 41610

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty Απ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από ΜΗΔΕΙΑ Παρ 29 Μαρ - 18:14

ΑΝΤΟΝ [ΠΑΒΛΟΒΙΤΣ] ΤΣΕΧΟΦ (ANTON PAVLOVICH CHEKHOV 1860 – 1904)


ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. ChekhovA


Ο Αντόν Πάβλοβιτς Τσέχωφ' (Ρωσικά: Анто́н Па́влович Че́хов) ήταν Ρώσος συγγραφέας πολλών διηγημάτων και θεατρικών έργων. Γεννήθηκε στις 29 Ιανουαρίου (17 Ιανουαρίου με το παλαιό ημερολόγιο) 1860 στην κωμόπολη Ταγκανρόγκ, στη νότια Ρωσία. Πέθανε στις 02 Ιουλίου 1904 στη γερμανική πόλη Μπαντενβέιλερ και τάφηκε στη Μόσχα στις 09 Ιουλίου 1904. Θεωρείται από τις πιο σημαντικές μορφές της παγκόσμιας δραματουργίας και άσκησε μεγάλη επίδραση στη θεατρική λογοτεχνία του 20ου αιώνα. Στα έργα του αποτυπώνεται η διαρκής φθορά της καθημερινής ζωής. Οι ήρωες του είναι άνθρωποι της ανώτερης κυρίως τάξης, που “ξοδεύουν” τη ζωή τους μέσα στην πνιγερή ατμόσφαιρα της ρώσικης επαρχίας.


Παιδική Ηλικία

Ήταν το τρίτο από τα έξι παιδιά της οικογένειάς του (Αλέξανδρος, Νικόλαος, Ιβάν, Μαρία, Μιχαήλ) και μεγάλωσε σε πολύ αυστηρό και θρησκευτικό περιβάλλον. Ο παππούς του Τσέχωφ ήταν δουλοπάροικος, που εξαγόρασε τη ελευθερία του. Ο πατέρας του (Πάβελ Εγκοροβιτς) δούλευε ως λογιστής και διατηρούσε τυροκομείο. Το ελάχιστο κέρδος του πατέρα ήταν αδύνατο να καλύψει τις ανάγκες της μεγάλης οικογένειας, γεγονός που τον ανάγκασε να δηλώσει πτώχευση. Τα δύο μεγαλύτερα αδέρφια του Τσέχωφ, ο Αλέξανδρος και ο Νικόλαος, αντιδρώντας στον αυταρχισμό του πατέρα τους και στην καθημερινή τους μιζέρια έφυγαν απ' το σπίτι. Για να αποφύγει τη δικαστική δίωξη των δανειστών του ο πατέρας του κατέφυγε στη Μόσχα. Λίγο αργότερα έφυγε και η μητέρα του με τα αδέρφια του, Μαρία και Μιχαήλ. Τα πρώτα του γράμματα τα έμαθε στην προπαρασκευαστική τάξη του ενοριακού ελληνικού σχολείου του Ταγκανρόγκ και στη συνέχεια φοίτησε στο κλασικό γυμνάσιο της πόλης. Από την 6η τάξη του γυμνασίου αναγκάστηκε μόνος του να βγάζει το ψωμί του παραδίδοντας μαθήματα κατ' οίκον. Πούλησε ότι είχε απομείνει από τα πράγματα του σπιτιού και έστειλε τα λεφτά στους γονείς του στην Μόσχα.


Πρώιμα Έργα

Το 1879 ο Τσέχοφ μπαίνει στο Ιατρικό Τμήμα του Πανεπιστημίου της Μόσχας, από όπου αποφοίτησε το 1884. Από τα χρόνια του γυμνασίου έγραφε χιουμοριστικές σκηνές, αφηγήσεις, μονόπρακτα και ως φοιτητής δημοσίευσε τα πρώτα του ευθυμογραφήματα. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά «Ξυπνητήρι», «Θεατής», «Μόσχα», «Φως και σκιά», «Θραύσματα» κ.ά., με το ψευδώνυμο Αντόσια Τσεχοντέ. Το 1884 κυκλοφόρησε το πρώτο του βιβλίο διηγημάτων «Τα παραμύθια της Μελπομένης» και το 1885 τις "Φανταχτερές Ιστορίες"


Κυρίως Έργο

Παράλληλα με το επάγγελμα του ιατρού, αναπτύσσει μεγάλη και σημαντική συγγραφική δραστηριότητα. Το 1886 γράφει το πρώτο του μονόπρακτο με τίτλο "Κύκνειο άσμα". Το 1887 ανεβαίνει στη σκηνή του Θεάτρου Κορς στη Μόσχα το έργο του "Ιβάνοφ", το οποίο δέχεται αντικρουόμενες κριτικές. Γεγονός που τον οδήγησε να μην δώσει ποτέ σε επαγγελματικό θίασο το δεύτερο θεατρικό του έργο το “Δαίμονας του δάσους” (πρώτη μορφή του έργου “Θείος Βάνιας”). Το 1888 του απονέμεται το Βραβείο Πούσκιν. Το 1891 ταξιδεύει στην Ευρώπη. Επιστρέφοντας στη Ρωσία εργάζεται εντατικά ως γιατρός για την καταπολέμηση της χολέρας. Εγκαθίσταται στο Μελίχοβο της Ουκρανίας, όπου ως γιατρός εξυπηρετεί 26 χωριά και 7 εργοστάσια. Προηγουμένως, έχει επισκεφτεί τη νήσο Σαχαλίνη, μελετώντας τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης των καταδίκων. Το 1894 πραγματοποιεί το δεύτερο ταξίδι του στο εξωτερικό. Το 1896 ανεβαίνει ανεπιτυχώς στην Πετρούπολη, στο θέατρο Αλεξαντρίνσκι, το έργο του "Ο Γλάρος". Τη χρονιά εκείνη αντιμετωπίζει την πρώτη σοβαρή εκδήλωση της φυματίωσης. Επίσης, το 1896, με χρήματα που συγκεντρώνει από εράνους, φιλανθρωπίες και παραστάσεις, χτίζει ένα σχολείο στο Ταλέζ. Νέα κρίση της αρρώστιας του 1897, τον αναγκάζει να πάει στη Ριβιέρα της Νότιας Γαλλίας, ενώ ανεβαίνει στην ρωσική επαρχία "Ο θείος Βάνιας".

Το 1898 και 1899 παρουσιάζονται στο κοινό της Μόσχας από το Θέατρο Τέχνης, με πολύ μεγάλη επιτυχία, τα έργα του "Ο Γλάρος" και "Ο θείος Βάνιας”. Η συνεργασία του Τσέχοφ με το Θέατρο Τέχνης και τον Στανισλάβσκι στάθηκε καθοριστική στη διαμόρφωση της δραματουργίας τους. Την εποχή αυτή εγκαθίσταται μόνιμα στη Γιάλτα της Κριμαίας, λόγω της υγείας του. Το 1900 γίνεται μέλος της Ρωσικής Ακαδημίας και το 1901 παντρεύεται την ηθοποιό Όλγα Κνίππερ. Την ίδια χρονιά ανεβαίνουν στη Μόσχα "Οι τρεις αδερφές", πάλι από το Θέατρο Τέχνης. Το 1902 παραιτείται από τη Ρωσική Ακαδημία, ως ένδειξη διαμαρτυρίας για την μη αποδοχή ως μέλους της, του Γκόρκι. Το 1904 , λίγο πριν το θάνατο του, το Θέατρο Τέχνης παρουσιάζει το έργο του "Ο βυσσινόκηπος".


Συλλογές Διηγημάτων

• Μελπομένη
• Φανταχτερές ιστορίες
• Η αρραβωνιαστικιά
• Το βατραχόψαρο
• Για την αγάπη
• Ένας άνθρωπος σε θήκη
• Η κυρία με το σκυλάκι
• Ο μαύρος μοναχός
• Η μονομαχία
• Η νύστα
• Νύχτα Χριστουγέννων
• Ο φοιτητής
• Χαμαιλέοντας


Θεατρικά Έργα

• Το κύκνειο άσμα (μονόπρακτο)
• Μέσω Σιβηρίας (μονόπρακτο)
• Ιβάνοφ
• Αρκούδα (μονόπρακτο)
• Οι βλαβερές συνέπειες του καπνού (μονόπρακτο)
• Πλατόνοφ
• Πρόταση γάμου (μονόπρακτο)
• Μια αθέλητη τραγωδία (μονόπρακτο)
• Η επέτειος (μονόπρακτο)
• Γλάρος
• Στο μεγάλο δρόμο
• Θείος Βάνια
• Τρεις αδελφές
• Βυσσινόκηπος


ΠΗΓΗ

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%BD%CF%84%CF%8C%CE%BD_%CE%A4%CF%83%CE%AD%CF%87%CF%89%CF%86



Τα ‘ελληνικά χρόνια’ του Αντόν Πάβλοβιτς Τσέχωφ

Εκατόν οκτώ χρόνια μετά το θάνατο του Τσέχωφ, που έχει ασκήσει μεγάλη επιρροή στη θεατρική λογοτεχνία το20ου αιώνα, τα έργα του συνεχίζουν και σήμερα να «μαγεύουν» τo θεατρόφιλο κοινό, σε όλο τον κόσμο. Μάλιστα, το 2004 έγιναν εκδηλώσεις σε όλη την υφήλιο στη μνήμη εκείνης της θλιβερής στιγμής (2 Ιουλίου 1904), όταν η Ρωσία αποχαιρέτησε το μεγάλο συγγραφέα και σπουδαίο δραματουργό της.

Ο Αντόν Πάβλοβιτς Τσέχoφ γεννήθηκε στις 17 Ιανουαρίου 1860, στην κωμόπολη Ταγκανρόγκ, στις ζεστές ακτές της Αζοφικής, στη νότια Ρωσία. Εκεί, ο Τσέχωφ έζησε μέχρι το 1879, οπότε έφυγε για να εγγραφεί στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Μόσχας. «Υπήρξε, αναμφίβολα, μία από τις πιο σημαντικές μορφές της παγκόσμιας δραματουργίας» επισημαίνει η φιλόλογος-γλωσσολόγος Αικατερίνη Πάππου-Ζουραβλιόβα, αναπληρώτρια καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας. «Στο Ταγκανρόγκ, που αγάπησε όσο καμία άλλη πόλη, διαμορφώθηκε ο ψυχικός του κόσμος και η κοσμοθεωρία του μελλοντικού συγγραφέα». Στα χρόνια που έζησε στο αγαπημένο Ταγκανρόγκ, ο Τσέχωφ συνδέθηκε στενά με το ελληνικό στοιχείο, που κυριαρχούσε στην όμορφη αυτή
ακμάζουσα ρωσική πόλη. Αυτό το άγνωστο κεφάλαιο στη ζωή του μεγάλου Ρώσου συγγραφέα, αποκαλύπτει η κα Ζουραβλιόβα στο τελευταίο της βιβλίο, με θέμα «Γλώσσα και πολιτισμός των Ελλήνων της Αζοφικής. Η συμβολή των μεταφράσεων στα Μαριουπολίτικα-η περίπτωση του Τσέχωφ» που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Αντ. Σταμούλη.


‘Στο Ταγκανρόγκ βασιλεύουν οι Έλληνες’

Στον αστερισμό των ρωσικών πόλεων, το Ταγκανρόγκ κατέχει εξέχουσα θέση και η ιστορία του συνδέεται στενά με τρεις αυτοκράτορες της Ρωσίας, τον Μεγάλο Πέτρο, την Αικατερίνη Β΄ και τον Αλέξανδρο Α΄. Εκεί, στις 17 Ιανουαρίου (με το παλιό ημερολόγιο) του 1860, η οικογένεια του Π. Ε. Τσέχωφ και της Ε. Γ. Τσέχωφ απέκτησε τον τρίτο γιο της, τον Αντόν. Τον βαπτίσαν Έλληνες ανάδοχοι, ο Σπυρίδων Φιόντοροβιτς Τίτοβ και η Ελιζαβέτα Γιεφίμοβνα Σοφιανοπούλου, στον ελληνικό καθεδρικό ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. «Καθώς η Αζοφική είναι μία ζεστή θάλασσα, τα εμπορικά πλοία μπορούσαν να μεταφέρουν, όλο το χρόνο, στην Αθήνα, στην Κωνσταντινούπολη, στη Μασσαλία, στο Λονδίνο, το χαβιάρι που εκείνη την εποχή υπήρχε σε αφθονία και ήταν πολύ φθηνό, αλλά και ψάρια, σιτάρι, σίδηρο, λινά υφάσματα κ.ά.» επισημαίνει η κα Ζουραβλιόβα. «Μπορούσε κανείς, περπατώντας στο λιμάνι, να διαβάσει στις πρύμνες των πλοίων τα ελληνικά ονόματα, ‘Άγιος Νικόλαος’, ‘Άγιος Γεράσιμος’, ‘Σοφία Μαβλουντί-Μπαγκρί’, κ.ά.». Όλους τους επισκέπτες της πόλης εκείνης της εποχής τους εντυπωσίαζε η εξωτική ιδιαιτερότητά της, που δεν ήταν άλλη από τους πολλούς ξένους κατοίκους της- Έλληνες, Τούρκοι, Γάλλοι, Ιταλοί, Γερμανοί, Ολλανδοί. Στην πολυπολιτισμική αυτή πόλη, στην οποία
λειτουργούσαν προξενεία 16 ξένων κρατών, υπήρχε και ελληνική οδός, η Γκρέτσεσκαγια, όπως ονομάζεται και σήμερα. Ο συγγραφέας Β. Α. Σλεπτσόβ (1836-1878) που επισκέφτηκε το Ταγκανρόγκ το 1877 γράφει: «Στο Ταγκανρόγκ βασιλεύουν οι Έλληνες. Μοιάζει λίγο με το Κίεβο, μόνο που εδώ έχει παντού Έλληνες. Όλοι είναι Έλληνες: οι πλανόδιοι πωλητές, οι παπάδες, οι μαθητές γυμνασίου, οι κρατικοί υπάλληλοι, οι τεχνίτες. Ακόμη και οι ταμπέλες είναι γραμμένες στα ελληνικά…».


Οι πιο πλούσιοι...

Οι πιο σημαντικές κοινότητες ήταν η ελληνική και η ιταλική, στις χώρες των οποίων ήταν σε εξέλιξη ο αγώνας για εθνική ανεξαρτησία. «Οι Έλληνες ήταν οι πιο πλούσιοι στην πόλη» επισημαίνει με καμάρι η κα Ζουραβλιόβα, γεννημένη και μεγαλωμένη η ίδια στα «σπλάχνα» των Ελλήνων της Μαριούπολης. «Ανάμεσά τους οι πιο σημαντικοί ήταν οι Βαλιάνο, Καντελάκη, Αλφεράκη, Σαραμανγκά, Ντεπαλντό, κ.ά. Κατά καιρούς, Έλληνες, όπως οι Σ. Βαλιάνος, Κ. Γ. Φώτης, Α. Ν. Αλφεράκης, Π. Φ. Ιορδάνοφ, Ι. Α. Βαρβάκης, υπήρξαν επικεφαλής της τοπικής αυτοδιοίκησης. Ο Α.
Ν. Αλφεράκης, μάλιστα, συνέβαλε στην ανακατασκευή του λιμανιού, αλλά και στην ανάπτυξη της στοιχειώδους εκπαίδευσης. Επί των ημερών του, το Ταγκανρόγκ απόκτησε τη φήμη μιας από τις πιο μουσικές πόλεις της Ρωσίας» συμπληρώνει.

Το 1781, στην οδό Γκρετσέσκαγια άρχισε να λειτουργεί η εκκλησία των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, η οποία γκρεμίστηκε μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο. Το ίδιο έτος ιδρύθηκε και το Ελληνικό Εμπορικό Επιμελητήριο, που από το 1784 μετατράπηκε σε Ελληνικό Δημοτικό Συμβούλιο. Ανάμεσα στους Έλληνες που μετοίκησαν στη Ρωσία ήταν εκπρόσωποι της αστικής τάξης- ευγενείς, έμποροι, πλοιοκτήτες. Αξίζει να αναφερθεί ότι το 1872 στο Ταγκανρόγκ ασχολούνταν με το εμπόριο 1807 έμποροι, ανάμεσα στους οποίους πρώτοι ήταν οι Έλληνες (481), και ακολουθούσαν οι Ρώσοι (334), οι Εβραίοι (242), 30 Γερμανοί κ.ά. Κάποιες από τις οικογένειες εμπόρων του Ταγκανρόγκ, όπως οι Ράλλης, Σκαραμαγκάς, Ροδοκανάκης, Μουσούρης, Ραζής, Λασκαράκης, κ.ά., οι οποίες είχαν παραρτήματα των εμπορικών οίκων τους στην περιοχή της Αζοφικής (στο Ροστόφ και στη Μαριούπολη), ήταν πολύ γνωστοί, όχι μόνο στη Ρωσία αλλά και σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Το ελληνικό μοναστήρι «Ιερουσαλίμσκιι», το μοναδικό στην πόλη, το έχτισε ο Ιωάννης Βαρβάκης, ο οποίος ίδρυσε και το πρώτο νοσοκομείο της πόλης και παιδικό σταθμό, ενώ δώρισε το σπίτι του στο Γυμνάσιο Αρρένων. Επίσης, ο Γεράσιμος Δεπάλδος χρηματοδότησε την κατασκευή της πανέμορφης πέτρινης σκάλας που οδηγεί προς τη θάλασσα. «Σε γενικές γραμμές, πολλά αρχοντικά που χτίστηκαν από Έλληνες, αποτελούν αριστουργήματα της αρχιτεκτονικής και σήμερα χρησιμοποιούνται ως κατοικίες και ως δημόσια κτίρια που ομορφαίνουν την πόλη» σημειώνει η κα Ζουραβλιόβα. «Με αυτόν τον τρόπο, μπορεί κανείς να πει, ότι οι Έλληνες έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ιστορία του Ταγκανρόγκ και επηρέασαν όλες τις πτυχές της ζωής του» προσθέτει. Το 1842, άνοιξε το Γυμνάσιο, στο οποίο δίδασκαν, εκτός από τις αρχαίες γλώσσες, και τα Νέα Ελληνικά. Την ίδια χρονιά ιδρύθηκε Ελληνική Σχολή και αργότερα, το 1861, ελληνικό ιδιωτικό σχολείο, στο οποίο για κάποιο χρονικό διάστημα φοίτησε και ο Τσέχωφ. Ο πατέρας του, άλλωστε, θεωρούσε ότι για να έχει κάποιος μεγάλη επιτυχία στη ζωή αρκούσε η γνώση των ελληνικών και η πείρα στο εμπόριο. Ονειρευόταν, ακόμα, να τους στείλει να σπουδάσουν σε αθηναϊκό πανεπιστήμιο.


Οι Ελληνες φίλοι

«Ο Αντόν Τσέχωφ μεγάλωσε όχι μόνο σε ρωσικό, αλλά και σε ελληνικό περιβάλλον, το οποίο δεν μπορούσε να μην επηρεάσει την προσωπικότητά του. Τον βάφτισαν Έλληνες, ενώ μεταξύ των φίλων που είχε κατά τη διάρκεια των σπουδών (στο Γυμνάσιο και στο Πανεπιστήμιο) ήταν οι Έλληνες Ανδρέας Δρόσος και Β. Ζεμπουλάτοφ. Ο Έλληνας συμμαθητής του στο Γυμνάσιο Π. Φ. Ιορδάνοφ αποτέλεσε αργότερα το συνδετικό κρίκο μεταξύ του μεγάλου συγγραφέα και της γενέτειράς του. Είχε συνεχή αλληλογραφία με τον Α. Τσέχωφ και λάμβανε από αυτόν τεράστια δέματα με βιβλία για το μελλοντικό μουσείο που σκόπευε να ιδρύσει. Ας σημειώσουμε, ότι το 1897, όταν ο Ιορδάνοφ ήταν δήμαρχος, έγινε στην πόλη και η πρώτη πανρωσική απογραφή πληθυσμού. Μεταξύ των κοντινών οικογενειακών φίλων, εκτός από τον Ιορδάνοφ, ήταν οι Σκαραμαγκάς, Χατζηχρήστος και Μαλαξιανός» επισημαίνει η κα Ζουραβλιόβα. Αυτό, λοιπόν, ήταν το Ταγκανρόγκ τον καιρό του Α. Τσέχωφ και λίγο αργότερα, κατά τον 19ο και στις αρχές του 20ου αιώνα. Συγγενείς της γυναίκας του θείου του Μιτροφάν Εγκόροβοτς ήταν οι Έλληνες Καμπούροφ. Στους δρόμους της πόλης, ο Τσέχωφ έβλεπε ελληνικές πινακίδες, στο
λιμάνι ελληνικά καράβια κι έψελνε με τα αδέρφια του στην ελληνική εκκλησία των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. «Ο πατέρας του Αντόν έβαλε τους πέντε γιους του και στη χορωδία της εκκλησίας: έψελναν στο ελληνικό μοναστήρι, στην εκκλησία του Αγίου Μιτροφάν και στην εκκλησία που βρισκόταν μέσα στο παλάτι του Αλέξανδρου του Α΄. Επίσης, τραγουδούσαν στο σπίτι τους στη χορωδία που είχε φτιάξει ο πατέρας τους. Ο ίδιος ο Πάβελ Εγκόροβιτς έλεγε: ‘Στο Άγιο Όρος, οι νέοι όλη τη νύχτα διαβάζουν και ψέλνουν και από αυτό τίποτα δεν έπαθαν. Εγώ ο ίδιος, από νεαρή ηλικία, ψέλνω και δόξα τω Θεώ είμαι καλά. Ποτέ δεν βλάπτει να υπηρετείς το Θεό’». Το φθινόπωρο του 1874, ο Τσέχωφ για πρώτη φορά επισκέπτεται το θέατρο, το οποίο αγάπησε για όλη του τη ζωή. «Τότε άρχισε να οργανώνει στο σπίτι παραστάσεις. Στο σπίτι του Ανδρέα Δρόσου, του φίλου του από το γυμνάσιο και φανατικού θεατρόφιλου, οργανώνονταν θεατρικές παραστάσεις. Στον Αντόν άρεσε περισσότερο να παίζει το γέρο-καθηγητή που παραδίδει μάθημα. Αυτό αποτέλεσε τη βάση του πρώτου του διηγήματος,‘Επιστολή στο γείτονα επιστήμονα’», αναφέρει η κα Ζουραβλιόβα. Ο Τσέχωφ, από μικρό παιδί έβλεπε τη ζωή, έτσι όπως ήταν. Στο μπακάλικο της οικογένειας συνέχεια υπήρχαν πολλοί πελάτες, έρχονταν για αγορές γραφειοκράτες, υπάλληλοι, μοναχοί, Έλληνες του Ταγκανρόγκ, αγρότες, έμποροι από διάφορες χώρες. Όλα αυτά έμειναν στη μνήμη του νεαρού Αντόν. Αργότερα όλοι αυτοί έγιναν ήρωες των διηγημάτων και των θεατρικών του έργων. Δίκαια ο Κ. Τσουκόβσκι σημειώνει ότι χωρίς αυτή την πρωτοφανή κοινωνικότητα, χωρίς αυτή τη συνεχή διάθεση να συναναστραφεί με κάθε άνθρωπο, χωρίς αυτό το οξύ ενδιαφέρον για τη ζωή, τα ήθη, τις συζητήσεις, τα επαγγέλματα εκατοντάδων και χιλιάδων ανθρώπων, δεν θα υπήρχε- φυσικά- αυτή η τεράστια εγκυκλοπαίδεια της ρωσικής καθημερινής ζωής των δεκαετιών ’80 και ’90, η οποία αποκαλείται μικρά διηγήματα του Τσέχωφ». Στις 15 Ιουνίου 1879, ο Τσέχωφ πήρε το απολυτήριο γυμνασίου. Μαζί με τους συμμαθητές του, τον Έλληνα Β. Ζεμπουλάτοβ και τον Καζάκο Ντ. Σαβέλεβ, αφού πήρε υποτροφία από τη Δούμα της πόλης, έφυγε από το Ταγκανρόγκ για τη Μόσχα για να σπουδάσει στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Μόσχας. Η επιστήμη τον κέρδισε, έγινε γιατρός, δεν τον έχασε, όμως, η λογοτεχνία, την οποία λάτρευε, καθώς, όπως έλεγε, η ιατρική γι’ αυτόν ήταν η «σύζυγος», ενώ η λογοτεχνία η παντοτινή «ερωμένη».

Διαμαντένια Ριμπά


ΠΗΓΗ

http://omogeneia.ana-mpa.gr/diaspora-pdf-11-12-2006/DIASPORA129.pdf
ΜΗΔΕΙΑ
ΜΗΔΕΙΑ
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Θηλυκό
Τόπος Τόπος : Θεσσαλονίκη
Ηλικία Ηλικία : 49
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 2153
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 64
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 41610

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty Απ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από ΜΗΔΕΙΑ Σαβ 27 Απρ - 17:54

ΕΡΝΕΣΤ ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ (ERNEST HEMINGWAY 1899 – 1961)

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Hemingway_060108


O Έρνεστ Μίλλερ Χέμινγουεϊ (Ernest Miller Hemingway, 21 Ιουλίου 1899 - 2 Ιουλίου 1961) ήταν ένας από τους σημαντικότερους Αμερικανούς συγγραφείς του 20ού αιώνα, γνωστός ακόμα και για το δημοσιογραφικό του έργο. Αποτέλεσε μέλος της αποκαλούμενης "Χαμένης Γενιάς" (Lost Generation) των Αμερικανών λογοτεχνών στο Παρίσι, στις δεκαετίες 1920 και 1930. Ανάμεσα στα πιο γνωστά έργα του συγκαταλέγονται Ο Γέρος και η Θάλασσα, Για ποιον χτυπά η καμπάνα και ο Αποχαιρετισμός στα όπλα. Το 1953 τιμήθηκε με το Βραβείο Πούλιτζερ, ενώ τον επόμενο χρόνο βραβεύτηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.


Νεανικά χρόνια

Ο Χέμινγουεϊ γεννήθηκε το 1899 στο Όουκ Παρκ του Ιλλινόις, κοντά στην πόλη του Σικάγο, αποτελώντας τον πρώτο γιο – και δεύτερο από τα συνολικά έξι παιδιά – του Κλάρενς Έντμοντς Χέμινγουεϊ και της Γκρέις Χωλ. Είχε συνολικά τέσσερις αδελφές και έναν αδελφό, ενώ έλαβε τα ονόματά του από τον παππού του Έρνεστ Χωλ και τον θείο του Μίλλερ Χωλ. Η μητέρα του διέθετε ιδιαίτερη κλίση στο τραγούδι και στο παρελθόν είχε πραγματοποιήσει καριέρα στην όπερα διδάσκοντας παράλληλα μουσική και τραγούδι. Ο πατέρας του ήταν γιατρός αλλά και ερασιτέχνης ψαράς και κυνηγός, μεταδίδοντας στον Χέμινγουεϊ τη φυσιολατρεία και το ενδιαφέρον για τον αθλητισμό. Το Όουκ Παρκ, στο οποίο μεγάλωσε, αποτελούσε μία συντηρητική πόλη την οποία ο ίδιος αποκάλεσε αργότερα ως πόλη με "ανοιχτές αυλές και στενά μυαλά", ενώ ανατράφηκε σύμφωνα με την παράδοση, σε ένα έντονα θρησκευτικό περιβάλλον.
Κατά τη διάρκεια των γυμνασιακών του σπουδών, ο Χέμινγουεϊ διακρίθηκε για τις επιδόσεις του όχι μόνο στα γράμματα (ειδικότερα στη φιλολογία) αλλά και στα αθλήματα του μποξ και του αμερικάνικου ποδοσφαίρου. Παράλληλα, έγραψε τα πρώτα του άρθρα στην εφημερίδα Trapeze καθώς και στο λογοτεχνικό περιοδικό Tabula του γυμνασίου του. Αποφοιτώντας, δεν συνέχισε τις σπουδές του σε κάποιο κολέγιο, αλλά ξεκίνησε να εργάζεται ως δημοσιογράφος, το 1917, στην εφημερίδα The Kansas City Star, θέση στην οποία τελικά παρέμεινε για μόλις έξι μήνες. Κατά την σύντομη παραμονή του, ο ίδιος έγραψε πως έμαθε τους καλύτερους κανόνες συγγραφής, αναφερόμενος προφανώς στις οδηγίες προς τους δημοσιογράφους, για σύντομες προτάσεις και παραγράφους, ενεργητικά ρήματα και αυθεντικότητα στη γραφή.


Πρώτος παγκόσμιος πόλεμος

Σε ηλικία δεκαοχτώ ετών, ο Χέμινγουεϊ, μετά από προτροπή του πατέρα του, προσπάθησε να καταταχθεί στον Αμερικανικό στρατό για να λάβει μέρος στον Α' Παγκόσμιο πόλεμο. Τελικά απορρίφθηκε, πιθανά εξαιτίας προβλήματος όρασης του από το αριστερό του μάτι, ωστόσο δεν έχει διασωθεί ιατρικό αρχείο που να επιβεβαιώνει τον λόγο για τον οποίο απορρίφθηκε. Παρά την αδυναμία του να καταταγεί στο στρατό, το Δεκέμβριο του 1917, έγινε δεκτός ως εθελοντής οδηγός ασθενοφόρου του Ερυθρού Σταυρού και αφού αποχώρησε από την εφημερίδα όπου εργαζόταν, τον Απρίλιο του 1918 αναχώρησε για το ιταλικό μέτωπο. Αρχικά επισκέφτηκε το Παρίσι και στη συνέχεια ταξιδεψε στο Μιλάνο στις αρχές Ιουνίου, όταν και έλαβε τις πρώτες διαταγές.
Σύντομα ήρθε σε επαφή με την τραγικότητα και τις βαρβαρότητες του πολέμου, έχοντας ως αποστολή την περισυλλογή πτωμάτων. Λίγες εβδομάδες μετά την άφιξή του στην Ιταλία, στις 8 Ιουλίου του 1918, ο Χέμινγουεϊ τραυματίστηκε από θραύσματα, ενώ μετέφερε εφόδια στους στρατιώτες και τελικά παρασημοφορήθηκε από το ιταλικό κράτος για την ανδρεία του. Οι εμπειρίες του στο μέτωπο, η ανάρρωσή του σε νοσοκομείο του Μιλάνου μετά τον τραυματισμό του καθώς και η σχέση που ανέπτυξε με την νοσοκόμα Agnes von Kurowsky αποτέλεσαν υλικό για το μεταγενέστερο μυθιστόρημά του Αποχαιρετισμός στα όπλα. Η αποτυχία του ειδυλίου του με την Agnes του προκάλεσε ένα βαρύ ψυχικό τραύμα που τον επηρέασε πολύ στην μετέπειτα ζωή του.


Πρώτα λογοτεχνικά έργα

Με τη λήξη του πολέμου, ο Χέμινγουεϊ επέστρεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες και το Όουκ Παρκ. Το 1920 άρχισε να εργάζεται ως δημοσιογράφος και ανταποκριτής της εφημερίδας Toronto Star Weekly του Τορόντο. Τον επόμενο χρόνο, παντρεύτηκε την Χάντλυ Ρίτσαρντσον και για ένα διάστημα έζησαν στο Παρίσι, όπου ο Χέμινγουεϊ γνώρισε αρκετούς λογοτέχνες ενώ συνδέθηκε φιλικά με τον Σκοτ Φιτζέραλντ, τον Έζρα Πάουντ και τον Τζαίημς Τζόυς. Κάλυψε δημοσιογραφικά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο με σημαντικές ανταποκρίσεις για την καταστροφή της Σμύρνης και την ανταλλαγή πληθυσμών στη Θράκη. Παράλληλα, το 1923 ολοκλήρωσε και το πρώτο του βιβλίο, με τίτλο Τρία Διηγήματα και Δέκα Ποιήματα (Three Stories and Ten Poems) το οποίο εκδόθηκε στο Παρίσι από τον Robert McAlmon. Την ίδια χρονιά, ο Χέμινγουεϊ επέστρεψε για ένα σύντομο χρονικό διάστημα στην Αμερική λόγω της εγκυμοσύνης της συζύγου του και προκειμένου να γεννηθεί εκεί ο γιος τους, υπό καλύτερες συνθήκες. Την περίοδο αυτή, εργάστηκε στην εφημερίδα Toronto Daily Star ενώ παραιτήθηκε την 1η Ιανουαρίου του 1924 προκειμένου να επιστρέψει οικογενειακώς στο Παρίσι.

Μετά από σχετική σύσταση του Έζρα Πάουντ, ο Φορντ Μάντοξ Φορντ δημοσίευσε διηγήματά του Χέμινγουεϊ στο λογοτεχνικό περιοδικό Transatlantic Review. Την περίοδο 1925-1929 ολοκλήρωσε μερικά από τα σημαντικότερα έργα του, μεταξύ των οποίων η συλλογή διηγημάτων του Στον Καιρό μας (In Our Time), το μυθιστόρημα Ο Ήλιος ανατέλλει ξανά (The Sun Also Rises), η συλλογή Άντρες χωρίς γυναίκες (Men Without Women) και ο Αποχαιρετισμός στα Όπλα (1929), έργο με το οποίο γνώρισε και σημαντική αναγνώριση και εμπορική επιτυχία. Γνωρίστηκε επίσης με την Γερτρούδη Στάιν η οποία τον εισήγαγε στον κύκλο των καλλιτεχνών με επίκεντρο την Μονμάρτρη και ειδικότερα την λογοτεχνική Χαμένη Γενιά (Lost Generation) των εξόριστων Αμερικανών συγγραφέων του Παρισιού.


Αμερική

Το 1927 χώρισε με την Χάντλυ Ρίτσαρντσον, παντρεύτηκε για δεύτερη φορά, την αμερικανίδα Πωλίν Φάιφερ, ανταποκρίτρια μόδας για τα περιοδικά Vanity Fair και Vogue και μαζί εγκαταστάθηκαν τον επόμενο χρόνο στo Key West της Φλόριντα, τόπο που αποτέλεσε μία σταθερή βάση για τον Χέμινγουεϊ τα επόμενα χρόνια. Στις 28 Ιουνίου απέκτησε τον δεύτερο γιο του, τον Πάτρικ ενώ το Δεκέμβριο του 1928 σημειώθηκε η αυτοκτονία του πατέρα του, ο οποίος αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα καθώς και προβλήματα υγείας. Η δημοσίευση του Αποχαιρετισμός στα Όπλα στις 27 Σεπτεμβρίου του 1929, του πρόσφερε σημαντική λογοτεχνική και εμπορική αναγνώριση. Το 1932 εκδόθηκε ο Θάνατος στο απομεσήμερο (Death in the Afternoon), έργο στο οποίο ο Χέμινγουεϊ διαπραγματεύτηκε την ταυρομαχία, τόσο εγκυκλοπαιδικά όσο και με αναφορές στην μεταφυσική και θρησκευτική της διάσταση. Υπήρξε θαυμαστής των ταυρομαχιών ήδη από το 1925 μετά από ταξίδια του στην Ισπανία.
Το καλοκαίρι του 1933, ταξίδεψε στην Αφρική όπου συμμετείχε σε σαφάρι για διάστημα περίπου τριών μηνών. Οι εμπερίες του αποτέλεσαν υλικό για το μυθιστόρημα Οι Πράσινοι Λόφοι της Αφρικής (Green Hills of Africa) που εκδόθηκε το 1935. Τον Μάρτιο του 1937 ο Χέμινγουεϊ ταξίδεψε στην Ισπανία προκειμένου να καλύψει δημοσιογραφικά τον ισπανικό εμφύλιο. Την περίοδο αυτή ανέπτυξε παράλληλα σχέση με την Μάρθρα Γκέλχορν, η οποία επίσης κάλυπτε τον πόλεμο, γεγονός που οδήγησε σε ένα δεύτερο διαζύγιο το 1940 και σε έναν τρίτο γάμο του με την Γκέλχορν, λίγες εβδομάδες αργότερα.


Κούβα

Μετά τον τρίτο του γάμο, ο Χέμινγουεϊ εγκαταστάθηκε στην Κούβα, στην βίλα Φίνκα Βίχια (Finca Vigia), κοντά στην Αβάνα. Το συγκεκριμένο σπίτι, αποτέλεσε το πρώτο που αγόρασε ο ίδιος ο Χέμινγουεϊ, έναντι 18.500 δολλαρίων. Είχε παλαιότερα ξαναταξιδέψει στην Κούβα, το 1928 και θα αποτελούσε την βάση του, σχεδόν μέχρι το θάνατό του. Στην εποχή που ξέσπασε ο Ισπανικός Εμφύλιος Πόλεμος αρθρογραφεί υπερ της Δημοκρατίας και ενεργοποιείται γύρω από ομάδες συμπαθούντων που στέλνουν βοήθεια στα κυβερνητικά στρατεύματα. Ο ίδιος αποφασίζει να πάρει μέρος στις πολεμικές ανταποκρίσεις στο μέτωπο της Αραγωνας και κυρίως γύρω από την πολιορκημένη Μαδρίτη. Το ξενοδοχείο Φλόριντα στη Μαδρίτη στο οποίο έμενε συγκέντρωνε γύρω του τους πιο γνωστούς αμερικανούς εθελοντές στον πόλεμο τους οποίους γνώριζε προσωπικά και ήταν φίλος τους, όπως ο Ρόμπερτ Μέρριμαν αρχηγός των αμερικανικών εθελοντικών ταξιαρχιών και ο πιλότος άσσος Φρανκ Γκλάσκοου Τίνκερ υποσμηναγός της Δημοκρατικής Αεροπροίας. Στις ανταποκρίσεις του από την Ισπανία υπάρχουν προσωπικοί διάλογοι με αυτούς ακόμα και ποιήματα αφιερωμένα στους νεκρούς του φίλους.
Οι εμπειρίες του αυτές αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για το μυθιστόρημα του Για ποιόν χτυπά η καμπάνα, το οποίο ολοκλήρωσε στην Κούβα τον Ιούλιο του 1940. Το βιβλίο αναγνωρίζεται σήμερα ως ένα από τα σημαντικότερα έργα του Χέμινγουεϊ και όταν εκδόθηκε είχε μεγάλη εμπορική επιτυχία ενώ έλαβε και πολύ θετικές κριτικές. Πρόσωπα έμπνευσης για τους πρωταγωνιστούς του έργου αυτού ήταν , και με τα ίδια ακριβως ονόματα, το ζευγάρι Ρόμπερτ και Μάριον Μέριμμαν. Ο Ρόμπερτ του έργου όπως και ο αληθινός Ρόμπερτ Μέρριμαν θα πέσουν μαχόμενοι στην Ισπανία για το καθήκον , όπως αυτοί είχαν ορίσει στον ευατό τους


Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος

Μετά τη συμμετοχή των Ηνωμένων Πολιτειών στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, ο Χέμινγουεϊ οργάνωσε μία επιχείρηση ανακάλυψης γερμανικών υποβρυχίων στις ακτές της Κούβας και των ΗΠΑ. Συγκέντρωσε αρκετούς φίλους και γνωστούς του ενώ παράλληλα εξόπλισε κατάλληλα το αλιευτικό του σκάφος (γνωστό και ως Pilar). Ονόμασε την οργάνωση αυτή Crook Factory ωστόσο δεν είχε κανένα αποτέλεσμα. Σύμφωνα με την σύζυγό του Μάρθα, το εγχείρημα του Χέμινγουεϊ αποτελούσε δικαολογία ώστε να αποφύγει μία πραγματική δημοσιογραφική αποστολή αλλά και για να διασκεδάσει με τους φίλους του.
Την Άνοιξη του 1944, ο Χέμινγουεϊ αποφάσισε τελικά να ταξιδέψει στην Ευρώπη για την δημοσιογραφική κάλυψη του πολέμου, με πρώτο σταθμό το Λονδίνο. Στο διάστημα αυτό, επήλθε ρήξη στη σχέση του με τη σύζυγό του ενώ παράλληλα γνώρισε την δημοσιογράφο του Time Μαίρη Γουέλς, με την οποία παντρεύτηκε τελικά – συνολικά για τέταρτη φορά – το 1946. Ο Χέμινγουεϊ επέστρεψε στην Αμερική τον Μάρτιο του ίδιου έτους, μετά τη λήξη του πολέμου.


Τελευταία χρόνια

Το 1950 εκδόθηκε το πρώτο μυθιστόρημα από την εποχή του Για ποιον χτυπά η καμπάνα, με τον τίτλο Across the River and Into the Trees, το οποίο πραγματεύεται μία ρομαντική ιστορία που εκτυλίσσεται στην μεταπολεμική Βενετία. Το μυθιστόρημα έλαβε κακές κριτικές ενταγμένες σε μία γενικότερη αμφισβήτηση της ικανότητάς του να συνεχίσει να δημιουργεί σημαντικά έργα. Η θεώρηση αυτή ανατράπηκε δύο χρόνια αργότερα, με την ολοκλήρωση της νουβέλας Ο Γέρος και η Θάλασσα, το 1951 και την έκδοσή της το Σεπτέμβριο του 1952. Δημοσιεύτηκε αρχικά στο περιοδικό Life και προκάλεσε πολύ θετικά σχόλια, οδηγώντας τελικά στην βράβευση του Χέμινγουεϊ με το Βραβείο Πούλιτζερ (1953) και το Νόμπελ λογοτεχνίας (1954).
Αμέσως μετά την θερμή υποδοχή της νουβέλας, ταξίδεψε αρχικά στην Ισπανία και αργότερα στην Αφρική. Επί αφρικανικού εδάφους, συμμετείχε σε δύο αεροπορικά ατυχήματα τα οποία του προκάλεσαν σοβαρούς τραυματισμούς. Ενδεικτικό της σοβαρότητάς τους είναι το γεγονός πως αφού επέστρεψε στην Κούβα, του στάθηκε αδύνατο να παραστεί στην απονομή του Νόμπελ λογοτεχνίας, η οποία έλαβε χώρα στις 28 Οκτωβρίου του 1954. Αντ' αυτού, απέστειλε ένα γράμμα, το οποίο διάβασε ο Αμερικανός πρεσβευτής στη Σουηδία, Τζον Κάμποτ, ανακοινώνοντας την αποδοχή του βραβείου εκ μέρους του συγγραφέα.


Θάνατος

Τα επόμενα χρόνια αντιμετώπισε αρκετά προβλήματα υγείας που στάθηκαν εμπόδιο στην συνέχιση του έργου του. Η κατάστασή του επιδεινώθηκε επιπλέον από την υπερβολική χρήση αλκοόλ καθώς και από την κατάθλιψη που εμφάνιζε. Παρά τις αντιξοότητες, κατάφερε να ολοκληρώσει το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα Μία κινητή γιορτή (A Moveable Feast), έργο που τελικά εκδόθηκε μετά το θάνατό του. Αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Κούβα τον Ιούλιο του 1960 και εγκαταστάθηκε στην πόλη Ketchum του Άινταχο. Τον ίδιο χρόνο, νοσηλεύτηκε στην κλινική Mayo λόγω της υψηλής του πίεσης αλλά κυρίως της κατάθλιψής και της παράνοιας του. Εκεί υποβλήθηκε και σε θεραπείες με ηλεκτροσόκ (ECT). Σύμφωνα με τον βιογράφο του Jeffrey Meyers, δέχθηκε 11 εως 15 θεραπείες τέτοιου είδους, οι οποίες όμως, όχι μόνο δεν τον βοήθησαν αλλά αντιθέτως είχαν αρνητικά αποτελέσματα προκαλώντας του απώλεια μνήμης και επιταχύνοντας πιθανά και την μελλοντική του αυτοκτονία.
Αποπειράθηκε για πρώτη φορά να αυτοκτονήσει την Άνοιξη του 1961 και τελικά στις 2 Ιουλίου αυτοπυροβολήθηκε στο κεφάλι, λίγες ημέρες πριν τα εξηκοστά δεύτερα γενέθλιά του. Ο τάφος του βρίσκεται σήμερα στο καθολικό νεκτροταφείο του Ketchum.


Εργογραφία

(εντός παρενθέσεων παρατίθενται οι ελληνικές μεταφράσεις των τίτλων)
Μυθιστορήματα

(1925) The Torrents of Spring (Οι Χείμαρροι της Άνοιξης)
(1926) The Sun Also Rises (Ο ήλιος ανατέλλει ξανά)
(1929) A Farewell to Arms (Αποχαιρετισμός στα όπλα)
(1937) To Have and Have Not (Να έχεις και να μην έχεις)
(1940) For Whom the Bell Tolls (Για ποιον χτυπά η καμπάνα)
(1950) Across the River and Into the Trees
(1952) The Old Man and the Sea (Ο γέρος και η θάλασσα)
(1962) Adventures of a Young Man
(1970) Islands in the Stream (Νησιά της Καραϊβικής)
(1986) The Garden of Eden (Ο κήπος της Εδέμ)
(1932) Death in the Afternoon (Θάνατος το απομεσήμερο)
(1935) Green Hills of Africa (Πράσινοι λόφοι της Αφρικής)
(1960) The Dangerous Summer (Το επικίνδυνο καλοκαίρι)
(1964) A Moveable Feast (Αέναη γιορτή ή Μια κινητή γιορτή)
(2005) Under Kilimanjaro


Συλλογές διηγημάτων

(1923) Three Stories and Ten Poems
(1925) In Our Time
(1927) Men Without Women (Άντρες χωρίς γυναίκες)
(1932) The Snows of Kilimanjaro (Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο)
(1933) Winner Take Nothing
(1938) The Fifth Column and the First Forty-Nine Stories
(1947) The Essential Hemingway
(1953) The Hemingway Reader
(1972) The Nick Adams Stories
(1976) The Complete Short Stories of Ernest Hemingway
(1995) Collected Stories


Ελληνικές μεταφράσεις


Οι Χείμαρροι της Άνοιξης : Δ.Π.Κωστελένος ("Άγκυρα")
Ο ήλιος ανατέλλει ξανά : Ν.Σαρλής ("ΒΙΠΕΡ")
Αποχαιρετισμός στα όπλα : Β.Λιάσκας ("Δαμιανός")
Να έχεις και να μην έχεις : Δ.Π.Κωστελένος ("Κοράλλι")
Για ποιον χτυπά η καμπάνα :
Αλ.Καρρέρ ("Κλασσικά Παπύρου")
Γ.Κουχτσόγλου ("Βιβλιοθήκη για όλους")
Ο γέρος και η θάλασσα : Γ.Αλεξίου ("Δαμιανός")
Πράσινοι λόφοι της Αφρικής : Ψιλοπούλου & Γραμμένος ("Δαμιανός")
Άντρες χωρίς γυναίκες : Γραμμένος ("Δαμιανός")


ΠΗΓΗ
http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%88%CF%81%CE%BD%CE%B5%CF%83%CF%84_%CE%A7%CE%AD%CE%BC%CE%B9%CE%BD%CE%B3%CE%BF%CF%85%CE%B5%CF%8A



Έρνεστ Χέμινγουέι: “Στην προκυμαία της Σμύρνης”

«Το χειρότερο, είπε, ήταν οι γυναίκες με τα νεκρά παιδιά. Δε μπορούσαμε να τις πείσουμε να μας δώσουν τα πεθαμένα παιδιά τους. Είχαν τα παιδιά τους, νεκρά ακόμα και έξι μέρες, αλλά δεν τα εγκατέλειπαν. Δε μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα. Τελικά έπρεπε να τους τα πάρουμε με τη βία.» («Στην προκυμαία της Σμύρνης», από τη συλλογή διηγημάτων του με το γενικό τίτλο «Στην εποχή μας»-In Our Times).

Με τα παραπάνω λόγια κάποιος ήρωας του Χεμινγουέι, αξιωματούχος πολεμικού πλοίου των ΗΠΑ αγκυροβολημένου στη Σμύρνη, περιγράφει τη μεγάλη καταστροφή. Το απόσπασμα είναι από το πρώτο λογοτεχνικό κείμενο που εξέδωσε ο αμερικανός συγγραφέας το 1925, μόλις 26 χρονών τότε, και με το οποίο άρχισε να αποκτά παγκόσμια φήμη. Πρόκειται για τη συλλογή διηγημάτων του «Στην εποχή μας» (In Our Times), όπου το πρώτο του διήγημα, ουσιαστικά ο πρόλογος του βιβλίου, έχει τον τίτλο «Στην προκυμαία της Σμύρνης».

Όσο κι αν μιλάμε για διήγημα, ο συγγραφέας δεν γράφει από απλή φαντασία. Μόλις πριν τρία χρόνια ως πολεμικός ανταποκριτής της καναδικής εφημερίδας “Toronto Star” ο Χεμινγουέι είχε βρεθεί ως αυτόπτης μάρτυς στον τόπο της καταστροφής και την είχε περιγράψει σε μια σειρά άρθρων του, που εκδόθηκαν το 1985 σε βιβλίο με τον τίτλο: «Dateline: Toronto”.
Ως ανταποκριτής αυτής της εφημερίδας είχε ταξιδέψει από το Παρίσι στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλα μέρη της Τουρκίας στέλνοντας κατά την πορεία του τα άρθρα του στην καναδική εφημερίδα.

Στην έκδοση της 20ής Οκτωβρίου 1922 γράφει: «Ο άντρας σκεπάζει με μια κουβέρτα την ετοιμόγεννη γυναίκα του πάνω στον αραμπά για την προφυλάξει από τη βροχή. Εκείνη είναι το μόνο πρόσωπο που βγάζει κάποιους ήχους [από τους πόνους της γέννας]. Η μικρή κόρη τους την κοιτάζει με τρόμο και βάζει τα κλάματα. Και η πομπή προχωρά… Δεν ξέρω πόσο χρόνο θα πάρει αυτό το γράμμα να φτάσει στο Τορόντο, αλλά όταν εσείς οι αναγνώστες της Σταρ το διαβάσετε να είστε σίγουροι ότι η ίδια τρομακτική, βάναυση πορεία ενός λαού που ξεριζώθηκε από τον τόπο του θα συνεχίζει να τρεκλίζει στον ατέλειωτο λασπωμένο δρόμο προς τη Μακεδονία».

Τα λόγια αυτά δεν είναι γραμμένα από κάποιον που πρώτη φορά αντικρίζει τη φρίκη του πολέμου. Ο νεαρός Χεμινγουέι είχε ζητήσει να καταταγεί ως εθελοντής στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά δεν έγινε δεκτός λόγω της κακής όρασής του. Αυτό δεν τον εμπόδισε να γίνει εθελοντής νοσοκόμος, να τραυματιστεί σοβαρά δυο φορές στην Αυστρία και τελικά να αποσυρθεί αφού τιμήθηκε με το βραβείο ανδρείας. Κι αυτά πριν να βρεθεί στην Τουρκία ως πολεμικός ανταποκριτής της Toronto Star, μόλις 23 χρονών.
Μέσα από το λογοτεχνικό του ταλέντο, που φανερώθηκε μέσα στα επόμενα χρόνια, ο συγγραφέας δίνει συγκλονιστικές περιγραφές μιας περιόδου που έχει σημαδέψει την ψυχή του Νεοέλληνα, μ’ όλο που κοντεύει να περάσει σχεδόν ένας αιώνας από τότε.

Σ’ ένα από τα κείμενα αυτά, στο οποίο αναφερθήκαμε ήδη, «Στην προκυμαία της Σμύρνης», που θεωρείται αριστούργημα γραφής και διδάσκεται, καθώς είδαμε στο Ιντερνέτ, στους φοιτητές αγγλικής φιλολογίας σε πολλά πανεπιστήμια, γράφει:
«Είχαμε ρητές εντολές να μην επέμβουμε, να μη βοηθήσουμε… Το πλοίο μας είχε τόση δύναμη που θα μπορούσαμε να βομβαρδίσουμε όλη τη Σμύρνη και να σταματήσουμε το μακελειό, αλλά η εντολή ήταν να μην κάνουμε τίποτα… Το παράξενο ήταν, είπε [ο υποτιθέμενος αξιωματούχος του αμερικάνικου πολεμικού που διηγείται την ιστορία], πώς ούρλιαζαν κάθε νύχτα τα μεσάνυχτα. Δεν ξέρω γιατί ούρλιαζαν αυτή την ώρα. Ήμασταν στο λιμάνι κι αυτές στην προκυμαία και τα μεσάνυχτα άρχιζαν να ουρλιάζουν. Στρέφαμε πάνω τους τους προβολείς και κι αυτές τότε σταματούσαν. …».

Ο Χεμινγουέι ως πολεμικός ανταποκριτής είναι πιο σαφής. Ξέρει ότι 1.250.000 Έλληνες διώχτηκαν από τα σπίτια τους με την ανταλλαγή των πληθυσμών: «Ό,τι και να πει κανείς για το πρόβλημα των προσφύγων στην Ελλάδα δεν πρόκειται να είναι υπερβολή. Ένα φτωχό κράτος με μόλις 4 εκατομμύρια πληθυσμό πρέπει να φροντίσει για άλλο ένα τρίτο των κατοίκων. Και τα σπίτια που άφησαν οι Μουσουλμάνοι που έφυγαν δεν επαρκούν σε τίποτα, χώρια η διαφορά στο επίπεδο κουλτούρας που είχαν συνηθίσει οι Έλληνες στην Κωνσταντινούπολη».

Σε μια άλλη ανταπόκρισή του στη «Σταρ» γράφει:
«Βρίσκομαι σε ένα άνετο τρένο, αλλά με τη φρίκη της εκκένωσης της Θράκης όλα μου φαίνονται απίστευτα. Έστειλα τηλεγράφημα στη «Σταρ» από την Αδριανούπολη. Δεν χρειάζεται να το επαναλάβω. Η εκκένωση συνεχίζεται…. Ψιχάλιζε. Στην άκρη του λασπόδρομου έβλεπα την ατέλειωτη πορεία της ανθρωποθάλασσας να κινείται αργά στην Αδριανούπολη και μετά να χωρίζεται σ’ αυτούς που πήγαιναν στη Δυτική Θράκη και τη Μακεδονία. .. Δε μπορούσα να βγάλω από το νου μου τους άμοιρους ανθρώπους που βρίσκονταν στην πομπή γιατί είχα δει τρομερά πράγματα σε μια μόνο μέρα. Η ξενοδόχισσα προσπάθησε να με παρηγορήσει με μια τρομερή τούρκικη παροιμία: «Δε φταίει μόνο το τσεκούρι, φταίει και το δέντρο». (Toronto Star, 14 Νοέμβρη 1922)

«Η υποχώρηση του ελληνικού στρατού ήταν μια θλιβερή υπόθεση, αλλά δε χρειάζεται να κατηγορούμε γι’ αυτό τον απλό Έλληνα φαντάρο. Ακόμα και όταν γινόταν εκκενώσεις περιοχών οι Έλληνες δρούσαν ως πραγματικοί στρατιώτες. Ο Κεμάλ θα είχε μεγάλο πρόβλημα αν ήταν να τους αντιμετωπίσει στη Θράκη. Ο λοχαγός Wittal του Ινδικού Ιππικού, που βρισκόταν στην Ανατόλια ως παρατηρητής κατά τη διάρκεια του πολέμου των Ελλήνων με τον Κεμάλ, μου είπε: «Οι Έλληνες στρατιώτες ήταν μαχητές πρώτης κατηγορίας. Οι αξιωματικοί τους ήταν άριστοι…. Θα μπορούσαν να έχουν καταλάβει την Άγκυρα και να τελειώσουν τον πόλεμο αν δεν είχαν προδοθεί». Κατά τον Χεμινγουέι η προδοσία αυτή πήγασε και από τους συμμάχους, αλλά και από τον βασιλιά Κωνσταντίνο που αντικατέστησε τους έμπειρους –αλλά βενιζελικούς- αξιωματικούς, με δικούς του «που ποτέ δεν είχαν ακούσει τον κρότο της μάχης».

Και τελειώνει με μια πρόταση που δεν θα την έγραφε ποτέ ένας απλός δημοσιογράφος, αν δεν είχε μέσα του το ταλέντο του μεγάλου νομπελίστα συγγραφέα: «Όλη μέρα περνούν δίπλα μου, λεροί, εξαντλημένοι, αξύριστοι, ανεμοδαρμένοι στρατιώτες που βαδίζουν στη γκρίζα γυμνή ύπαιθρο της Θράκης. Χωρίς μπάντες, χωρίς [ανθρωπιστικές] οργανώσεις να τους ανακουφίσουν, χωρίς τόπο να ξαποστάσουν, παρά γεμάτοι ψείρες, με βρώμικες κουβέρτες και κουνούπια όλη τη νύχτα. Είναι οι τελευταίοι από αυτό που ήταν κάποτε η δόξα της Ελλάδας. Κι αυτό είναι το τέλος της δεύτερης πολιορκίας της Τροίας» (Toronto Star, 3 Νοεμβρίου 1922).

Μπορεί ο συγγραφέας να ήταν σκληραγωγημένος και από τη φύση του (πλην των άλλων ήταν και μποξέρ) ή από τη ζωή του ως πολεμικός ανταποκριτής, αλλά δε μπορεί αν μη συγκινηθεί με τόσο πόνο. Χρόνια αργότερα, αφού είχε καλύψει δημοσιογραφικά και τον εμφύλιο πόλεμο στην Ισπανία, μιλώντας μέσα από το στόμα ενός ήρωά του γράφει:
«Δε θέλω να κοιμηθώ γιατί έχω τη προαίσθηση ότι αν κλείσω τα μάτια μου στο σκοτάδι και αφεθώ στον εαυτό μου, η ψυχή μου θα βγει από το σώμα».

Σε ένα από τελευταία του άρθρα από την Τουρκία στην Τορόντο Σταρ γράφει:
«Ποιος θα θρέψει τόσο πληθυσμό; Κανένας δεν το ξέρει και μέσα στα επόμενα χρόνια ο χριστιανικός κόσμος θα ακούει μια σπαρακτική κραυγή που ελπίζω να φτάσει και ως τον Καναδά: «Μην ξεχνάτε τους Έλληνες!».

Σημείωση: Το άρθρο αυτό στηρίχτηκε κυρίως στα βιβλία του Hemingway «Dateline: Toronto”, 1985, “In Our Times”, 1925 και «On the Quai at Smyrna”, 1995. Είναι μια μικρή συμβολή στο θέμα του τι ακριβώς συνέβη στην προκυμαία της Σμύρνης.

Οι πιο συντηρητικές πηγές μιλούν για χιλιάδες ή δεκάδες χιλιάδες νεκρούς, Έλληνες και Αρμένιους, είτε από την πυρκαγιά, είτε από εκτελέσεις. Βλέπε: http://en.wikipedia.org/wiki/Great Fire of Smyrna “The number of casualties from the fire and accompanying massacres is not precisely known, with estimates of up to 100,000 Greeks and Armenians killed. U.S. historian Norman Naimark gives a figure of 10,000-15,000 dead, while historian Richard Clogg gives a figure of 30,000. Larger estimates include that of John Freely at 50,000 and Rudolf Rummel at 100,000″.

Σχόλιο: Ποιο είναι προτιμητέο; Να αποσιωπούμε τις ωμότητες των άλλων λαών εις βάρος του δικού μας για να μην καλλιεργούμε εχθροπάθεια εναντίον τους στις επόμενες γενιές ή να καταγράφουμε και να διδάσκουμε τα γεγονότα όπως έγιναν, ώστε να γνωρίζουν οι νεότεροι την Ιστορία, ανεξάρτητα από τα όποια αισθήματα προκληθούν εις βάρος των άλλων;

Η απάντηση βρίσκεται στην υπέρτατη αναγκαιότητα της ειρηνικής συνύπαρξης και συνεργασίας με όλους ανεξαιρέτως, πράγμα το οποίο προϋποθέτει καλή γνώση και σωστή διδασκαλία της Ιστορίας, ώστε μέσω αυτής να διδάσκονται οι νεότερες γενιές όχι πώς θα εκδικηθούν ή θα εξοντώσουν τους άλλους αλλά πώς δεν θα επιτρέψουν να επαναληφθούν τα σφάλματα του παρελθόντος. Αυτό επιτυγχάνεται με τη στενότερη επαφή και γνωριμία μεταξύ των απλών πολιτών και με την κοινή προσέγγιση στο λεπτό αυτό θέμα και την αμοιβαία εφαρμογή των προσταγμάτων του εκ μέρους των πολιτικών.

ΠΗΓΗ

http://www.novafm106.gr/articles/politic-history/1836-ernest-hemingway-the-quay-of-smyrna-.html

ΜΗΔΕΙΑ
ΜΗΔΕΙΑ
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Θηλυκό
Τόπος Τόπος : Θεσσαλονίκη
Ηλικία Ηλικία : 49
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 2153
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 64
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 41610

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty Απ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από ΜΗΔΕΙΑ Σαβ 27 Απρ - 18:25

ΜΙΛΑΝ ΚΟΥΝΤΕΡΑ (MILAN KUNDERA 1929)


ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Milan_Kundera


Ο Μίλαν Κούντερα (τσεχικά: Milan Kundera) είναι Τσέχος συγγραφέας με γαλλική υπηκοότητα. Γεννήθηκε στις 1 Απριλίου του 1929 στο Μπρνο της πρώην Τσεχοσλοβακίας και ζει στη Γαλλία από το 1975. Έγινε ιδιαίτερα γνωστός με τα έργα του "Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι", "Το Βιβλίο του Γέλιου και της Λήθης" και "Το Αστείο".

Έχει συγγράψει τόσο στην τσέχικη όσο και στη γαλλική γλώσσα ενώ επιμελείται προσωπικά όλες τις γαλλικές μεταφράσεις των βιβλίων του, προσδίδοντάς τους ισχύ πρωτοτύπου και όχι μεταφρασμένου έργου. Κατόπιν λογοκρισίας, η κυκλοφορία των έργων του ήταν απαγορευμένη στη γενέτειρά του έως και την πτώση της Κομμουνιστικής κυβέρνησης κατά τη Βελούδινη Επανάσταση του 1989.


Βιογραφία

Ο Κούντερα γεννήθηκε την 1η Απριλίου του 1929, σε μία μεσοαστική και ιδιαίτερα καλλιεργημένη οικογένεια στο Μπρνο της Τσεχοσλοβακίας. Ο πατέρας του, Λούντβιχ Κούντερα (1891-1971), ήταν σημαντικός μουσικολόγος και πιανίστας, μαθητής του μεγάλου συνθέτη Λέος Γιάνατσεκ (Leoš Janáček). Ο Μίλαν διδάχθηκε πιάνο από τον πατέρα του και αργότερα σπούδασε μουσικολογία και σύνθεση. Έτσι, μουσικολογικές επιρροές εμφανίζονται συχνά στο έργο του. όπως στο βιβλίο του "Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι" στο οποίο ενθέτει πεντάγραμμα με μελωδίες του Μπετόβεν ως εκφραστικό μέσο μιας συγκεκριμένης ψυχολογικής κατάστασης.

Ο Κούντερα ολοκλήρωσε τη Δευτεροβάθμια εκπαίδευσή του στο Μπρνο το 1948 και έπειτα σπούδασε Λογοτεχνία και Αισθητική στη Σχολή Τεχνών του Πανεπιστημίου του Καρόλου στην Πράγα. Έπειτα από δύο ακαδημαϊκούς κύκλους μετεγγράφηκε στη Σχολή Κινηματογράφου της Ακαδημίας Θεάματος της Πράγας και αρχικά παρακολούθησε διαλέξεις επάνω στη σκηνοθεσία και στη σεναριογραφία.
Ο ίδιος ανήκε σε μια γενιά νεαρών Τσέχων που διαθέτοντας ελάχιστη έως ανύπαρκτη τριβή με την προπολεμική Δημοκρατία της Τσεχοσλοβακίας, η ιδεολογία τους επηρεάστηκε δραστικά από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και τη Γερμανική κατοχή. Ήδη από τα εφηβικά του χρόνια ο Κούντερα εισήχθη στο Κομμουνιστικό Κόμμα τη Τσεχοσλοβακίας με ενεργή κοινωνική και πολιτική δράση η οποία, το 1950, οδήγησε στην απότομη παύση των ακαδημαϊκών σπουδών του.

Την ίδια χρονιά ο Μίλαν Κούντερα και ο συγγραφέας Ζαν Τρεφούλκα εκδιώχθηκαν από το Κομμουνιστικό Κόμμα με την κατηγορία των "αντικομματικών δραστηριοτήτων". Αργότερα, το 1962, ο Τρεφούλκα θα περιγράψει το γεγονός στη νουβέλα του Happiness Rained On Them ενώ το 1967 και ο ίδιος ο Κούντερα θα εμπνευστεί και θα βασίσει εκεί το κύριο θέμα του μυθιστορήματός του Το Αστείο.
Με την αποφοίτησή του, το 1952, ο Κούντερα, προσελήφθη από τη Σχολή Κινηματογράφου ως εισηγητής στην Παγκόσμια Λογοτεχνία. Το 1956 επανεντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα και απεβλήθη για δεύτερη φορά το 1970. Μαζί με άλλους συγγραφείς της κομμουνιστικής μεταρρύθμισης, όπως ο Πάβελ Κόχουτ, είχε μερική ανάμειξη στην Άνοιξη της Πράγας, του 1965. Η σύντομη αυτή περίοδος μεταρρυθμιστικής δράσης κατεστάλη βίαια από τη Σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία τον Αύγουστο του 1968.

Ο Κούντερα παρέμεινε για μερικά έτη ακόμα προσκείμενος στον μεταρρυθμιστικό τσέχικο κομμουνισμό και παράλληλα συγκρούστηκε σφόδρα, μέσω του τύπου, με τον συμπατριώτη του συγγραφέα Βάτσλαβ Χάβελ. Η συλλογιστική του Κούντερα πρότεινε κατά βάση ότι θα έπρεπε να κυριαρχήσει η ψυχραιμία, αναφέροντας ότι "κανένας δεν φυλακίζεται, ακόμα, για τις απόψεις του" και ισχυριζόμενος ότι "η σπουδαιότητα του Φθινοπώρου της Πράγας ίσως τελικά να αποβεί ιστορικά σημαντικότερη από εκείνη της Άνοιξης της Πράγας". Εν τέλει ο Κούντερα παραιτήθηκε από τα μεταρρυθμιστικό του όραμα και μετακόμισε στη Γαλλία το 1975. Δίδαξε για λίγα χρόνια στο Πανεπιστήμιο της Ρεν και πολιτογραφήθηκε ως Γάλλος το 1981.


Λογοτεχνική πορεία

Αρχικά, ο Κούντερα συνέγραψε στην τσέχικη γλώσσα αλλά από το 1993 και έπειτα χρησιμοποίησε τη γαλλική. Μεταξύ 1985 και 1987 ανέλαβε την επιμέλεια της μετάφρασης στη γαλλική των αρχικών έργων του με αποτέλεσμα, εκείνα να ενέχουν θέση αυθεντικού έργου και όχι μεταφρασμένου. Τα βιβλία του Κούντερα έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες.
Παρόλο που το πρώιμο ποιητικό του έργο θεωρείται ισχυρά προκομμουνιστικό, τα μυθιστορήματά του του δεν εγκλωβίζονται σε ιδεολογικές ταξινομήσεις. Ο πολιτικός σχολιασμός εκλείπει ολικά (εξαιρουμένης της βαθύτερης φιλοσοφικής στοχαστικής), με εφαλτήριο το βιβλίο του "Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι". Ο ίδιος έχει επανειλημμένα τονίσει τη λογοτεχνική του ταυτότητά του ως μυθιστοριογράφος παρά ως πολιτικός συγγραφέας. Η μυθοπλασία του, συνυφασμένη με φιλοσοφική παρέκβαση και ισχυρά επηρεασμένη από τη γραφή του Ρόμπερτ Μιούζιλ και τη φιλοσοφία του Νίτσε, απαντάται επίσης σε συγγραφείς όπως ο Αλέν Ντε Μποτόν και ο Άνταμ Θίργουελ. Ο Μίλαν Κούντερα, όπως συχνότατα σημειώνει, ανασύρει τις επιροές του όχι μόνο από αναγεννησιακούς συγγραφείς όπως ο Τζιοβάνι Μποκάτσιο και ο Φρανσουά Ραμπελέ αλλά επίσης από τους Λώρενς Στερν, Χένρι Φίλντινγκ, Ντενί Ντιντερό, Ρομπέρ Μιούζιλ, Βίτολντ Γκόμπροβιτς, Χέρμαν Βροχ, Φραντς Κάφκα, Μάρτιν Χάιντεγκερ και ίσως ισχυρότερα από τον Μιγκέλ ντε Θερβάντες με του οποίου την κληρονομιά θεωρεί ότι ταυτίζεται περισσότερο.


Το Αστείο

Στο πρώτο του μυθιστόρημα, "Το Αστείο", εξέθεσε σατυρικά τη φύση του ολοκληρωτισμού της κομμουνιστικής περιόδου. Το γεγονός αυτό τον οδήγησε στη "μαύρη λίστα" της Τσεχοσλοβακίας όπως και στην απαγόρευση του λογοτεχνικού του έργου.


Το Βιβλίο του Γέλιου και της Λήθης

Το 1975 ο Μίλαν Κούντερα μετακόμισε στη Γαλλία όπου και εξέδωσε το 1979 το μυθιστόρημα "Το Βιβλίο του Γέλιου και της Λήθης". Στο έργο του αυτό παροτρύνει του Τσέχους πολίτες να αντισταθούν στο κομμουνιστικό καθεστώς παραθέτοντας ποικίλους τρόπους. Λογοτεχνικά, πρόκειται για μια ασυνήθιστη μίξη μυθιστορήματος, συλλογής μικρών ιστοριών και προσωπικών ονειροπολήσεων του ίδιου και φέρεται ως χαρακτηριστικό του συγγραφικού του ύφος κατά τη διάρκεια της εξορίας του. Οι κριτικοί της λογοτεχνίας έχουν επισημάνει την ειρωνεία του γεγονότος πως η Τσεχοσλοβακία στην οποία αναφέρετο ο Κούντερα "λόγω του ιστορικού πολιτικού επαναπροσδιορισμού, δεν είναι ακριβώς εκεί" το οποίο ομοιάζει με το θέμα του "είδους εξαφάνισης κι επανεμφάνισης" το οποίο ο συγγραφέας εξερευνά στο βιβλίο.


Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι

Το 1984 εκδίδει το γνωστότερο δημιούργημα του, "Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι" στο οποίο χρονικογραφεί την εύθραυστη φύση της μοίρας του ατόμου ως μονάδα, ισχυριζόμενος πως η μοναδική ανθρώπινη ζωή είναι ασήμαντη υπό το Νιτσεϊκό πρίσμα της αυτούσιας αιώνιας επανάληψής της εντός ενός άπειρου σύμπαντος.
Το 1988, ο Αμερικανός σκηνοθέτης Φίλιπ Κάουφμαν δημιούργησε την κινηματογραφική εκδοχή του βιβλίου. Το αποτέλεσμα, ενώ θεωρήθηκε γενικά επιτυχημένο ενόχλησε αρκετά το συγγραφέα με αποτέλεσμα να απαγορεύσει τις διασκευές στα μυθιστορήματά του.


Άθανασία

Το 1990 ο Κούντερα κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά "Άθανασία", το τελευταίο γραμμένο στην τσέχικη γλώσσα. Πρόκειται για το περισσότερο κοσμοπολίτικο, σαφέστερα φιλοσοφικό και ελάχιστα πολιτικό σε σχέση με τα προηγούμενα έργα του ενώ παράλληλα ορίζει το ευρύτερο ύφος της μετέπειτα δημιουργίας του.


ΠΗΓΗ

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9C%CE%AF%CE%BB%CE%B1%CE%BD_%CE%9A%CE%BF%CF%8D%CE%BD%CF%84%CE%B5%CF%81%CE%B1



Ένα κείμενο του Μίλαν Κούντερα για τον έρωτα «που αρχίζει με μια μεταφορά»

Το 1984 ο Mίλαν Κούντερα εκδίδει το γνωστότερο δημιούργημα του «Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι» στο οποίο χρονικογραφεί την εύθραυστη φύση της μοίρας του ατόμου ως μονάδα και γράφει για τον έρωτα.

«Όλοι θεωρούμε αδιανόητο το ότι ο έρωτας της ζωής μας μπορεί να είναι κάτι ελαφρύ, κάτι που δεν ζυγίζει τίποτα, φανταζόμαστε ότι ο έρωτας μας είναι αυτό που έπρεπε να είναι, ότι χωρίς αυτόν η ζωή μας δεν θα ήταν η ζωή μας. Είμαστε πεπεισμένοι ότι ο Μπετόβεν αυτοπροσώπος, σκυθρωπός κι αναμαλλιασμένος, παίζει το δικό του "Es muss sein" (=πρέπει) για τον μεγάλο έρωτα μας.
Ο Τόμας θυμόταν την παρατήρηση της Τερέζας για τον φίλο του Ζ. και διαπίστωνε ότι η ερωτική ιστορία της ζωής του δεν στηριζόταν πάνω στο "Es muss sein", αλλά μάλλον στο "Es konnte auch anders sein": θα μπορούσε κιόλας να συμβεί διαφορετικά...»

Αλλά το εύθραυστο οικοδόμημα του έρωτα τους θα καταστρεφόταν μια και καλή, γιατί το οικοδόμημα στεκόταν στο ένα και μοναδικό υποστύλωμα της πίστης της και οι έρωτες είναι σαν τις αυτοκρατορίες: μόλις εξαφανίζεται η ιδέα πάνω στην οποία χτίστηκαν, εξαφανίζονται και αυτοί μαζί της.
Ήθελε να γίνει ένα μαζί του. Έτσι τον διαβεβαίωνε πεισματικά, κοιτάζοντας τον μες στα μάτια, ότι δεν ένιωθε ηδονή, παρ' όλο που το χαλί ήταν μουσκεμένο απ' τον οργασμό της: «Δεν ζητάω την ηδονή, ζητάω την ευτυχία, κι η ηδονή χωρίς ευτυχία δεν είναι ηδονή». Μ' άλλα λόγια, χτυπούσε στο κιγκλίδωμα της ποιητικής του μνήμης. Το κιγκλίδωμα όμως ήταν κλειστό. Δεν υπήρχε θέση γι' αυτήν στην ποιητική μνήμη του Τόμας. Δεν υπήρχε θέση γι' αυτήν παρά μόνον πάνω στο χαλί.
Έχω ήδη πει ότι οι μεταφορές είναι επικίνδυνες. Ο έρωτας αρχίζει από μια μεταφορά. Μ' άλλα λόγια: ο έρωτας αρχίζει από τη στιγμή που μια γυναίκα εγγράφεται με μια από τις κουβέντες της, στην ποιητική μας μνήμη.

Του διηγήθηκε: «Ήμουν θαμμένη. Από καιρό. Ερχόσουν να με δεις μια φορά την εβδομάδα. Χτυπούσες στον τάφο κι έβγαινα. Τα μάτια μου ήταν γεμάτα χώματα.
«Έλεγες: "Δεν μπορείς να δεις τίποτα", και μου έβγαζες τα χώματα απ' τα μάτια.
»Σου απαντούσα: Έτσι κι αλλιώς, τίποτα δε βλέπω. Έχω τρύπες στη θέση των ματιών".
»Μετά, έλειψες για πολύ καιρό και ήξερα ότι ήσουν με μια άλλη. Οι εβδομάδες περνούσαν και δεν ερχόσουν. Δεν κοιμόμουν πια καθόλου γιατί φοβόμουν μήπως έρθεις και δεν το καταλάβω. Μια μέρα, ήρθες επιτέλους και χτύπησες στον τάφο, άλλα ήμουν τόσο εξαντλημένη που είχα μείνει έναν ολόκληρο μήνα χωρίς να κοιμηθώ, ώστε μόλις που βρήκα τη δύναμη ν' ανέβω και να συρθώ έξω. Όταν πια τα κατάφερα, εσύ έμοιαζες απογοητευμένος. Μου είπες ότι η όψη μου ήταν κακή. Ένιωθα πως δεν σου άρεσα, ότι τα μάγουλα μου ήταν σκαμμένα, ότι έκανα κινήσεις σπασμωδικές.
»Για να δικαιολογηθώ, σου είπα: "Συγχώρεσε με δεν έχω κοιμηθεί όλον αυτόν τον καιρό".
»Κι εσύ είπες με μια καθησυχαστική φωνή που όμως έμοιαζε ψεύτικη: "Βλέπεις, πρέπει να ξεκουραστείς. Θα έπρεπε να πάρεις ένα μήνα διακοπές".
»Και ήξερα καλά τι ήθελες να πεις μιλώντας για διακοπές! Ήξερα ότι ήθελες να μείνεις έναν ολόκληρο μήνα χωρίς να με δεις επειδή θα ήσουν με μια άλλη. Έφυγες και ξανακατέβηκα στο βάθος του τάφου, και ήξερα ότι θα ήμουν ακόμα ένα μήνα χωρίς ύπνο, για να μην έρθεις και δεν το καταλάβω, κι ότι όταν θα ξαναρχόσουν, σ' ένα μήνα, θα ήμουν ακόμα πιο άσχημη και θα ήσουν ακόμα πιο απογοητευμένος».
Ποτέ του δεν είχε ακούσει τίποτα σπαρακτικότερο απ' τη διήγηση αυτή. Έσφιγγε την Τερέζα στην αγκαλιά του, αισθανόταν το κορμί της να τρέμει και νόμιζε ότι δεν είχε πια τη δύναμη να σηκώσει τον έρωτα τους.
Ο πλανήτης μπορούσε να συγκλονίζεται από τις εκρήξεις των βομβών, τη πατρίδα μπορούσε καθημερινά να τη λεηλατεί κι ένας καινούριος εισβολέας, όλοι οι κάτοικοι της συνοικίας μπορούσαν να οδηγηθούν στο εκτελεστικό απόσπασμα, όλα αυτά θα τα είχε υπομείνει πιο εύκολα απ' ό,τι θα τολμούσε να ομολογήσει στον εαυτό του. Αλλά η θλίψη ενός μονάχα ονείρου της Τερέζας τού ήταν ανυπόφορη».


ΠΗΓΗ

http://www.iefimerida.gr/news/90640/%CE%B5%CE%BD%CE%B1-%CE%BA%CE%B5%CE%AF%CE%BC%CE%B5%CE%BD%CE%BF-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%BC%CE%AF%CE%BB%CE%B1%CE%BD-%CE%BA%CE%BF%CF%8D%CE%BD%CF%84%CE%B5%CF%81%CE%B1-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%BF%CE%BD-%CE%AD%CF%81%CF%89%CF%84%CE%B1-%C2%AB%CF%80%CE%BF%CF%85-%CE%B1%CF%81%CF%87%CE%AF%CE%B6%CE%B5%CE%B9-%CE%BC%CE%B5-%CE%BC%CE%B9%CE%B1-%CE%BC%CE%B5%CF%84%CE%B1%CF%86%CE%BF%CF%81%CE%AC%C2%BB



Το πρώτο μυθιστόρημα του τσέχου συγγραφέα στα γαλλικά. Μια ερωτική ιστορία δημιουργεί το πλαίσιο για την υπαρξιακή αναζήτηση του «εγώ» και του «είναι».
ΜΙΛΑΝ ΚΟΥΝΤΕΡΑ


Φαντασία και λήθη

Ο αναγνώστης που διαβάζει τον Κούντερα μπορεί να μην προσέξει ότι ο συγγραφέας κινείται σε μεγάλο βαθμό στον χώρο του φανταστικού. Θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς πώς ορίζεται αυτός ο χώρος, ιδιαίτερα στη λογοτεχνία, όταν έχει ήδη τεθεί από τον Ντοστογέφσκι το ερώτημα: «Τι είναι πιο πραγματικό από τη φαντασία και τι πιο φανταστικό από την πραγματικότητα;». Πολύ απλά: το φανταστικό είναι αυτό που δεν είναι δυνατόν να συμβεί. Αλλωστε έτσι ορίζεται και από τον Κούντερα όταν, μιλώντας για την «Αμερική» του Κάφκα, λέει ότι «οι αναληθοφανείς (διάβαζε: αδύνατες) περιστάσεις εκτίθενται με τέτοια εξονυχιστική λεπτομέρεια, με τέτοια ψευδαίσθηση της πραγματικότητας, ώστε έχουμε την εντύπωση ότι μπαίνουμε σε έναν κόσμο που, αν και αναληθοφανής, είναι πιο πραγματικός από την πραγματικότητα».
Τα λόγια αυτά ισχύουν και για τον ίδιο, με τη διαφορά ότι σε αυτόν οι εξονυχιστικές λεπτομέρειες έχουν αντικατασταθεί από παρεκβάσεις που, διακόπτοντας την αφήγηση, αναφέρονται σε πραγματικότητες του εσωτερικού και εξωτερικού μας κόσμου, όπως διαρκώς τις ανακαλύπτει η ιδιότυπη και οξύτατη σκέψη του.
Πολλές φορές τέτοιου είδους σκέψεις αποδίδονται στους ήρωές του, με αποτέλεσμα να διαλύεται προς στιγμήν η προσωπικότητά τους, όπως και η πλοκή του έργου. Ωστόσο η πραγματική αξία του βρίσκεται σε αυτές τις σκέψεις ακριβώς, τόσο του ίδιου όσο και των ηρώων του, που συχνά μας αφήνουν άναυδους και γυμνούς από όλους τους προσδιορισμούς με τους οποίους εύκολα έχουμε περιβάλει τον εαυτό μας και τον κόσμο.

Στην «Ταυτότητα» έχουμε ένα ερωτευμένο ζευγάρι που ήδη έχει ζήσει αρκετά χρόνια μαζί, τον Ζαν-Μαρκ και τη Σαντάλ. Αν και αρχικά η υπόθεση μοιάζει να προχωρεί κανονικά, γρήγορα τα πράγματα διαφοροποιούνται όταν ο Ζαν-Μαρκ, ακούγοντας τη Σαντάλ να παραπονιέται ότι οι άντρες δεν την κοιτάζουν πια, αποφασίζει να της στείλει ένα ανώνυμο γράμμα θαυμασμού με σκοπό να την παρηγορήσει. «Σας παρακολουθώ σαν κατάσκοπος», της γράφει, «είστε όμορφη, πολύ όμορφη».
Το γράμμα αυτό ακολουθούν και άλλα και το παιχνίδι αρχίζει. Η Σαντάλ δεν του λέει τίποτα γι' αυτά, ενώ οι σχετικές αντιδράσεις της, τις οποίες ο Ζαν-Μαρκ αμέσως διακρίνει, τον κάνουν να αρχίσει να ζηλεύει τον ίδιο τον εαυτό του! Στο τέλος σχεδόν διαχωρίζεται σε αυτόν που γράφει τα γράμματα και σε αυτόν που ζει μαζί της. Είχε δημιουργήσει «έναν άντρα φάντασμα και, δίχως να το θέλει, υπέβαλε τη Σαντάλ σ' ένα τεστ που μετρούσε την ευαισθησία της απέναντι στη σαγήνη κάποιου άλλου». Ωστόσο κι εκείνη του είχε κάποτε ομολογήσει πως είχε δύο πρόσωπα: ένα γι' αυτόν και ένα άλλο για τον κόσμο των συναλλαγών, και είχε ήδη ζήσει στιγμές στις οποίες η Σαντάλ που ήξερε χανόταν και τη θέση της έπαιρνε κάποιο ομοίωμά της. Αλλά αν είναι ομοίωμα η Σαντάλ, σκεφτόταν, τότε είναι ένα ομοίωμα ολόκληρη η ζωή μου.

Η Σαντάλ καταλαβαίνει ότι αυτός είναι ο αποστολέας των γραμμάτων όταν της λέει ότι μπορεί να έχει κάνει λάθος για την ταυτότητά της, φράση που της θυμίζει εκείνη την άλλη φράση: «Σας παρακολουθώ σαν κατάσκοπος». Η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη. Στο τελευταίο γράμμα που είχε αποφασίσει να της στείλει της γράφει ότι φεύγει για το Λονδίνο. Η Σαντάλ αφήνοντάς τον, χωρίς να ξέρει πού πηγαίνει, του λέει, δείχνοντάς του ότι έχει καταλάβει, πως πάει στο Λονδίνο.
Οταν όμως φτάνει κανείς στο τέλος, ανακαλύπτει ότι τόσο η σκηνή της αναχώρησης, όπως και όλα όσα έχουν διαδραματιστεί στο Λονδίνο, όπου τελικά πήγαν και οι δύο, και ίσως και όλα όσα συνέβησαν πριν αποτελούν απλώς ένα όνειρο της Σαντάλ το οποίο ταυτόχρονα έχει βιώσει και ο Ζαν-Μαρκ. Απροσχημάτιστα εδώ πια βρισκόμαστε στον χώρο του φανταστικού, γιατί δεν είναι δυνατόν δύο άνθρωποι να έχουν ζήσει ταυτόχρονα, ο καθένας αποκλεισμένος στον δικό του νου, την ίδια περιπέτεια.
Από ποια στιγμή κι έπειτα, αναρωτιέται και ο ίδιος ο συγγραφέας, «μεταμορφώθηκε η πραγματική ζωή τους σε αυτή την απατηλή φαντασίωση»; Και πιο κάτω λέει: «Σε ποια στιγμή ακριβώς το πραγματικό μεταμορφώθηκε σ' εξωπραγματικό, η πραγματικότητα σε ονειροπόληση;».
Το βιβλίο θέτει πολλά ερωτήματα. Κυρίαρχο είναι το ερώτημα σχετικά με την ταυτότητα των προσώπων. Ανακαλεί το διήγημά του «Το παιχνίδι του οτοστόπ», όπου ένα ζευγάρι προσποιείται ότι μόλις γνωρίζει ο ένας τον άλλον, με τον νέο να διπλαρώνει το δήθεν άγνωστό του κορίτσι. Αλλά όπως εξελίσσεται το παιχνίδι οι ταυτότητές τους συγχέονται, αλλάζουν και η σχέση καταστρέφεται.
Ο Κούντερα αρνείται ότι τα μυθιστορήματά του είναι ψυχολογικά. Το θεμελιώδες ερώτημα γι' αυτόν είναι: τι είναι το εγώ; «Συλλαμβάνω ένα εγώ, πάει να πει συλλαμβάνω την ουσία της υπαρξιακής του προβληματικής» λέει. Και ακόμη λέει: «Το μυθιστόρημα δεν εξετάζει την πραγματικότητα, αλλά την ύπαρξη». Σκοπός του είναι να απαλλάξει το μυθιστόρημα, το οποίο ορίζει ως αντι-λυρική ποίηση, από τον αυτοματισμό της μυθιστορηματικής τεχνικής. «Κάθε μυθιστόρημα», λέει, «προτείνει μια απάντηση στο ερώτημα: τι είναι η ανθρώπινη ύπαρξη και πού έγκειται η ποίησή της;». Αν και δεν πρέπει να παραβλεφθεί ότι πάντα βλέπει την ύπαρξη μέσα στον κόσμο του οποίου την πραγματικότητα αντιμετωπίζει.

Δεν είμαι λάτρης του φανταστικού στο μυθιστόρημα. Ο Κούντερα όμως με αποζημιώνει με πολλούς τρόπους στα βιβλία του για την άλλωστε τόσο συχνά ασαφή ύπαρξή του. Τα μυθιστορήματά του παλεύουν με εκείνο το σκοτάδι που ο Χάιντεγκερ είχε αποκαλέσει «λήθη τού είναι». Φράση που επικαλείται και ο ίδιος λέγοντας ότι σε αυτό ακριβώς σκοπεύει το μυθιστόρημα: στο να μην αφήσει τη λήθη αυτή να απλωθεί και να μας καταβάλει.


ΠΗΓΗ

http://www.tovima.gr/books-ideas/article/?aid=110862
ΜΗΔΕΙΑ
ΜΗΔΕΙΑ
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Θηλυκό
Τόπος Τόπος : Θεσσαλονίκη
Ηλικία Ηλικία : 49
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 2153
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 64
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 41610

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty Απ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από ΜΗΔΕΙΑ Κυρ 28 Απρ - 19:01

ΠΑΜΠΛΟ ΝΕΡΟΥΔΑ (PABLO NERUDA 1904 - 1973 )


ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 16e09858f269d56665e12cacb11fc019_XL


Ο Πάμπλο Νερούδα, φιλολογικό ψευδώνυμο του Νεφταλί Ρικάρδο Ρέγιες Μπασοάλτο (12 Ιουλίου 1904-23 Σεπτεμβρίου 1973) ήταν Χιλιανός συγγραφέας και ποιητής. Θεωρείται ο σημαντικότερος ποιητής του 20ού αιώνα στη Λατινική Αμερική. Του απονεμήθηκε το 1971 το Νόμπελ Λογοτεχνίας, γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις λόγω της πολιτικής του δραστηριότητας. Εξέδωσε ποιητικές συλλογές ποικίλου ύφους, όπως ερωτικά ποιήματα, έργα που διέπονται από τις αρχές του σουρεαλισμού, ακόμα και κάποια που θα μπορούσαν να θεωρηθούν πολιτικό μανιφέστο. Τον Απρίλιο του 2013, ακριβώς 40 χρόνια μετά το θάνατό του, άρχισε η εκταφή του πτώματός του, με σκοπό να διακριβωθεί αν ο Νερούδα είχε πέσει θύμα δολοφονικής επίθεσης (δηλητηρίαση) από πράκτορες του δικτατορικού καθεστώτος.


Βιογραφία

Παιδικά χρόνια

Γεννήθηκε στις 12 Ιουλίου του 1904, στην πόλη Παράλ της Χιλής. Η μητέρα του πέθανε από φυματίωση ένα μήνα μετά τη γέννησή του κι έτσι ο πατέρας του, Χοσέ, σιδηροδρομικός υπάλληλος, μετακόμισε στην πόλη Τεμούκο, όπου ξαναπαντρεύτηκε.

Ξεκίνησε να γράφει ποίηση σε ηλικία 10 ετών, αλλά ο πατέρας του τον αποθάρρυνε κι έτσι άρχισε να υπογράφει τα έργα του το 1946 με το ψευδώνυμο Πάμπλο Νερούντα, υιοθετώντας το επώνυμο του γνωστού Τσέχου συγγραφέα και ποιητή Γιαν Νερούντα. Το μικρό του όνομα εικάζεται ότι το πήρε από το Γάλλο ποιητή Πωλ Βερλαίν.


Οι πρώτες ποιητικές συλλογές και η θητεία του στο Διπλωματικό Σώμα

Το 1921 μετακόμισε στην πρωτεύουσα, Σαντιάγο, για να σπουδάσει Γαλλική Φιλολογία. Κατά το διάστημα των σπουδών του, εξέδωσε δυο ποιητικές συλλογές: Crepusculario (1923) και Veinte poemas de amor y una cancion desesperada (Είκοσι ερωτικά ποιήματα και ένα απελπισμένο άσμα, 1924), συλλογή για την οποία έγινε περισσότερο γνωστός. Διαπιστώνοντας ότι τα έσοδά του από τα εκδιδόμενα έργα του δεν του αρκούσαν, αποφάσισε να μπει στο Διπλωματικό Σώμα, κάνοντας έτσι πολυάριθμα ταξίδια ανά τον κόσμο από το 1927 ως το 1935, ως πρόξενος στη Βιρμανία, στην Κεϋλάνη, στην Ιάβα, στη Σιγκαπούρη, στο Μπουένος Άιρες, στη Βαρκελώνη και τη Μαδρίτη.

Στην Ιάβα γνώρισε και παντρεύτηκε την Ολλανδέζα Μαρύκα Αντονιέτα Χάγκενααρ Βόγκελζανγκ, με την οποία χώρισε μετά από έξι χρόνια, κατά τη θητεία του στην Ισπανία. Εκεί, ερωτική του σύντροφος και μετέπειτα δεύτερη σύζυγός του υπήρξε επί δεκαέξι χρόνια η Αργεντίνα Δέλια ντελ Καρρίλ, είκοσι χρόνια μεγαλύτερή του.


Η πολιτικοποίησή του

Η εμπειρία του από τις άθλιες συνθήκες επιβίωσης των ανθρώπων στην Ασία, τα καταπιεστικά καθεστώτα και η φιλία του με το Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα τον οδήγησαν ακόμη πιο κοντά στον κομμουνισμό. Τα έργα του άρχισαν να γίνονται πιο πολιτικοποιημένα, με αποκορύφωμα το Κάντο Χενεράλ, το οποίο έχει μελοποιηθεί από το συνθέτη Μίκη Θεοδωράκη. Όταν ο Πρόεδρος Γκονσάλες Βιδέλα απαγόρευσε τον κομουνισμό στη Χιλή, βγήκε ένταλμα σύλληψης εις βάρος του. Για τέσσερις μήνες κρυβόταν στο υπόγειο κατοικίας στην πόλη Βαλπαραΐσο, αλλά κατάφερε να διαφύγει στην Αργεντινή και από εκεί στην Ευρώπη, όπου έζησε εξόριστος από το 1948 ως το 1952. Ανάμεσα στα μέρη που έζησε ήταν και το νησί Κάπρι της νότιας Ιταλίας, γεγονός από το οποίο είναι εμπνευσμένη η ταινία «Ο ταχυδρόμος».

Κατά την εξορία του, γνώρισε και ανέπτυξε ερωτική σχέση με τη Χιλιανή τραγουδίστρια Ματίλντε Ουρρούτια, η οποία αποτέλεσε τη "μούσα" του για τα έργα του. Μετά το τέλος της δικτατορίας επέστρεψε στη Χιλή, αφού είχε γίνει πλέον διάσημος παγκοσμίως από τα ποιήματά του. Μετά το δεύτερο διαζύγιό του, παντρεύτηκε τελικά με την Ουρρούτια το 1966.

Το 1971, του απονεμήθηκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας, το οποίο παρέλαβε όντας άρρωστος από καρκίνο. Βοήθησε το Σαλβαδόρ Αγιέντε στην προεκλογική του εκστρατεία, αλλά πέθανε στις 23 Σεπτεμβρίου 1973, λίγο μετά τη δολοφονία του Αγιέντε από τους πραξικοπηματίες του Πινοσέτ. Ο Πινοσέτ απαγόρευσε να γίνει δημόσιο γεγονός η κηδεία του Νερούντα, ωστόσο το πλήθος αψήφησε τη φρουρά και κατέκλυσε τους δρόμους, μετατρέποντας την κηδεία στην πρώτη δημόσια διαμαρτυρία ενάντια στη στρατιωτική δικτατορία της Χιλής. Το στρατιωτικό καθεστώς μέχρι το 1990 είχε απαγορεύσει τα έργα του ποιητή.


Ποιητικό έργο

Από το ποιητικό του έργο ξεχωρίζουν:

«Crepusculario»
«Veinte poemas de amor y una canciσn desesperada»
«Residencia en la tierra»
«Tercera residencia»
«Canto general»
«Los versos del capitαn»
«Odas elementales»
«Extravagario»
«Memorial de Isla Negra» και
«Confieso que he vivido»


Ο Νερούντα για το έργο του

Έχω για τη ζωή μιαν αντίληψη δραματική και ρομαντική. Ο,τι δεν αγγίζει βαθιά την ευαισθησία μου δεν με ενδιαφέρει. Όσον αφορά την ποίηση, στην πραγματικότητα καταλαβαίνω πολύ λίγα πράγματα. Γι' αυτό συνεχίζω με τις αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας. Ίσως απ' αυτά τα φυτά, τη μοναξιά, τη σκληρή ζωή, βγαίνουν οι μυστικές, αληθινά βαθιές "Ποιητικές Πραμάτειες" που κανείς δεν μπορεί να διαβάσει, γιατί κανείς δεν τις έγραψε. Η ποίηση διδάσκεται βήμα βήμα ανάμεσα στα πράγματα και στις υπάρξεις, χωρίς να τα χωρίσουμε, αλλά ενώνοντάς τα με την ανιδιοτελή απλωσιά της αγάπης.

ΠΗΓΗ

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A0%CE%AC%CE%BC%CF%80%CE%BB%CE%BF_%CE%9D%CE%B5%CF%81%CE%BF%CF%8D%CE%B4%CE%B1



ΠΑΜΠΛΟ ΝΕΡΟΥΔΑ – ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

Οταν μάθαμε πού την πάτησε ο Μαρξ

Τη στιγμή που η χιλιανή κυβέρνηση αποφασίζει την εκταφή των οστών του μεγάλου ποιητή, μια απίστευτη ιστορία που συνέβη πριν από είκοσι χρόνια στο μνήμα του, με ήρωα τον Ελληνα συνθέτη, δείχνει ότι όντως «τα όνειρα παίρνουν εκδίκηση»

Πέρασαν ακριβώς είκοσι χρόνια από τότε – ήταν τέλος Απριλίου του 1993. Αλλά ακόμα θυμάμαι την κουβέντα του Μίκη Θεοδωράκη: «Είδες που δεν πρέπει να περιφρονούμε αυτά τα πράγματα;» είπε, καθώς αφήναμε πίσω μας την Ισλα Νέγρα, ένα χωριουδάκι στη βορειοδυτική Χιλή, και μαζί το μνήμα και το εξοχικό σπίτι του Πάμπλο Νερούδα. «Τελικά, εκεί την πάτησε ο Μαρξ: δεν είχε σκεφθεί ότι ο άνθρωπος είναι κατά 70% ον μεταφυσικό…» πρόσθεσε, χαμογελώντας ακόμα μαγεμένος απ’ ό,τι ανεξήγητο είχε λίγο πριν συμβεί μπροστά μας, πλάι στον τάφο του μεγάλου Χιλιανού ποιητή.

Η φωτογραφία του μνήματος, που είναι χτισμένο με πέτρες από τη γειτονική ακτή του Ειρηνικού, έκανε την περασμένη εβδομάδα τον γύρο του κόσμου συνοδεύοντας την είδηση για την εκταφή των οστών του Νερούδα. Σκοπός, να ερευνηθεί αν όντως είχε πεθάνει από καρκίνο, τον μαρτυρικό για την πατρίδα του Σεπτέμβρη του 1973, ή αν είχε δολοφονηθεί νοσηλευόμενος, από τη χούντα, που είχε μόλις αρπάξει την εξουσία.

Πριν από το πραξικόπημα ο ποιητής σχεδίαζε μαζί με τον Θεοδωράκη να παρουσιάσουν το «Canto General» σε μια πανηγυρική συναυλία στο Σαντιάγο, που θα παρακολουθούσε και ο πρόεδρος Αλιέντε. Η συναυλία αυτή δεν έγινε ποτέ. Στη συνέχεια, ο Μίκης παρουσίασε το συναρπαστικό επικό έργο του σ’ όλο τον κόσμο, με σολίστ κυρίως τη Μαρία Φαραντούρη και τον Πέτρο Πανδή, καταγγέλλοντας τις δικτατορίες από τη Χιλή έως την Ελλάδα. Ομως, έπρεπε να περάσουν είκοσι χρόνια για να το παρουσιάσει πρώτη φορά στο ελεύθερο πλέον Σαντιάγο. Το 1993, βέβαια, η δημοκρατία εκεί ήταν πολύ ευάλωτη – ο ίδιος ο Πινοσέτ κορδωνόταν ακόμα ως υπουργός Εθνικής Αμυνας! Ετσι, ο κόσμος που κατέκλυσε στις 23 Απριλίου το στάδιο «Μονουμεντάλ», γνωρίζοντας μάλιστα ότι ο Θεοδωράκης είχε καταγγείλει στη συνέντευξη Τύπου την ύπαρξη λίγων ακόμα πολιτικών κρατουμένων, μετέτρεψε τη συναυλία σε συλλαλητήριο.

Ολα αυτά έως τη στιγμή που η μεσογειακή μουσικότητα και οι λατινοαμερικάνικοι ρυθμοί άρχισαν να ξεχειλίζουν από τη σκηνή, από τα χείλη της χορωδίας, του Πανδή και της Αρια Σαγιόνμαα, από την ανοιχτή αγκαλιά του ίδιου του συνθέτη, που διεύθυνε. Μετά, η βραδιά ανήκε στο «Canto General». Συγκινημένοι, φίλοι και δημοσιογράφοι τον συγχαρήκαμε στο τέλος. «Τα όνειρα παίρνουν εκδίκηση» απάντησε ευχαριστημένος. Η επιγραφή με το όνομά του στην πόρτα του καμαρινιού έγραφε: «Νikis Theodorakis». Αλλά αυτό το λάθος έμοιαζε συμβολικό: «Νίκη του Θεοδωράκη». Σαν να προοιωνιζόταν ό,τι θα συνέβαινε στην Ισλα Νέγρα…

Αντίθετα από το όνομά του, ούτε νησί είναι ούτε μαύρο. Μόνο ένα ψαροχώρι του Ειρηνικού, ειρηνικό κι αυτό, 100 χιλιόμετρα μακριά από το Σαντιάγο. Εδώ ξεκουραζόταν ο Νερούδα με τη γυναίκα του Μετίλντε Ουρούτια, εδώ αναπαύονται ακόμα – μέχρι τουλάχιστον την εκταφή…


Παράξενες συλλογές

Συνήθως τα μουσεία των προσωπικοτήτων εξακολουθούν να θυμίζουν σπίτια. Ομως, το δικό του έμοιαζε με μουσείο ακόμα και όταν ήταν σπίτι. Απ’ έξω είναι σαν φιλικό πέτρινο κάστρο. Πάνω από μια κάμαρα φρουρούν σαν αγάλματα δυο φιγούρες του σκακιού. Στον κήπο βρίσκεται παροπλισμένη μια παλιά γεννήτρια, βαμμένη σαν παιδικό τρενάκι. Πίσω από ένα παράθυρο στολισμένο με βότσαλα φαίνονται παράξενα μπουκάλια, που θυμίζουν άλλον πύργο, άλλον αργιλέ, άλλο χέρι που κρατά πιστόλι. Ομως, η πιο ασυνήθιστη συλλογή του Νερούδα είναι σπαρμένη στο σαλόνι: ξύλινες γοργόνες, σκαλιστά ακρόπρωρα από παλιά καράβια στέκουν ανάμεσα σε ναυτικούς χάρτες.

Δίπλα είναι το μπαρ. Ανάμεσα σε φλασκιά, παλιές αφίσες και δυο αγαλματίδια, του βασιλιά Γεωργίου και του Τζόνι Γουόκερ, ο οικοδεσπότης σέρβιρε τους φίλους του φορώντας μια κόκκινη ποδιά. Μερικοί, όπως ο Λουί Αραγκόν, είχαν χαράξει τις υπογραφές τους στα δοκάρια του παταριού. Εδώ φιλοξενήθηκε κάποτε και η Δανάη Στρατηγοπούλου, η πιστή φίλη του και μεταφράστρια των απάντων του Νερούδα στα ελληνικά. «Επειδή του άρεσαν τα λογοπαίγνια» μου είπε κάποτε η σπουδαία τραγουδίστρια «του είχα σκαρώσει ένα που έπαιζε με το όνομά του κι έλεγε: “Μουσική απ’ αυλό μαγικό, πνεύμα αθάνατου νερού, Δανάη”. Οταν του το εξήγησα, έβαλε τα γέλια. Ηταν πολύ ενθουσιώδης άνθρωπος. Και λυρικός. Μπορούσε ώρες να σού μιλά για γλαροπούλια και γοργόνες, να σου δείχνει μέρη ή τα χαρτικά του – είχε αδυναμία στο πράσινο μελάνι».

Στο διπλανό δωμάτιο, πάνω σ’ ένα τραπέζι φτιαγμένο από την τεράστια ρόδα ενός κάρου, βρίσκονται παραταγμένα μαντολίνα, κιθάρες και στο κέντρο μια κρυστάλλινη σφαίρα. Γύρω, αφρικανικά ειδώλια και άλλα πολύτιμα λάφυρα από τα ταξίδια του ποιητή. Μέχρι κι ένα ψεύτικο άλογο σε φυσικό μέγεθος είχε ζηλέψει κάποτε ο Νερούδα έξω από ένα κατάστημα παιχνιδιών και βάλθηκε να το αγοράσει. Τη δε τουαλέτα του την είχε στολίσει με τραπουλόχαρτα και ασπρόμαυρες φωτογραφίες προϊστορικού πορνό. Στο πάνω πάτωμα βρίσκεται η γκαρνταρόμπα του, με κρεμασμένα τακτικά καρό σακάκια και κάμποσα χαρούμενα καπέλα: ψαθάκια, πολύχρωμα παραδοσιακά, εκδρομικά, μέχρι κι ένα παλιοκαιρίτικο κράνος.


Το γραφείο του ποιητή

Δίπλα είναι το δεύτερο, μικρό γραφείο του, που βλέπει σε μια υαλογραφία με το Μάτσου Πίτσου στο Περού. Εκεί, μας είπαν, έγραψε το «Canto General». Τη μέρα της επίσκεψής μας ο Θεοδωράκης κάθισε για λίγο, χάιδεψε το ξύλο κι έπειτα σηκώθηκε να θαυμάσει από την τζαμαρία της μικρής κρεβατοκάμαρας τον φουρτουνιασμένο Ειρηνικό. Αυτή τη θέα βλέπει και ο κοινός τάφος του ποιητή και της συντρόφου του. Κι εκεί μπροστά του στάθηκε μετά ο Μίκης, σταθήκαμε όλοι για ένα μνημόσυνο δίχως ιερέα.

Πριν αρχίσει, ο συνθέτης περιεργάστηκε μια ξύλινη κατασκευή με καμπάνες που έχει στηθεί εκεί, για να ανακαλύψει έκπληκτος ότι ηχούν σύμφωνα με την εισαγωγή του «Canto General». Εβγαλε τότε από την τσέπη του ένα κασετοφωνάκι που είχε φέρει γι’ αυτόν τον σκοπό και το ακούμπησε πάνω στο μνήμα, για ν’ ακούσουμε όλοι μαζί το τραγούδι του που βασίζεται στο «Ερχονται τα πουλιά», ένα λυρικό ποίημα όπου ο Νερούδα κατονομάζει πλήθος φτερωτών ελπίδων. Και τότε έγινε κάτι που όσοι βρεθήκαμε εκεί δεν το έχουμε ξεχάσει: ένα μικρό πουλί με κόκκινο στήθος ήρθε κι έπεσε πλάι στο μνήμα. Ηταν ψόφιο όταν το σήκωσα και το έδωσα στον Θεοδωράκη. Το κράτησε για λίγο άναυδος, όπως ήταν και η Σαγιόνμαα και ο Πανδής και όλοι, κι έπειτα το ακούμπησε προσεκτικά ανάμεσα στα αγριολούλουδα.

Αργότερα τον ακολουθήσαμε σε μια γειτονική ψαροταβέρνα. Ενα ζευγάρι περιπλανώμενων τραγουδιστών άρχισε να λέει παθιασμένα χιλιανά τραγούδια, για να συνεχίσει ο Κώστας Θωμαΐδης με ελληνικά. Η παρεΐστικη ατμόσφαιρα μας συνεπήρε, μα κανείς δεν μπορούσε να ξεχάσει το περιστατικό στον τάφο του Νερούδα. Είχαμε μόλις μάθει πού την πάτησε ο Μαρξ…


ΠΗΓΗ

http://6meres.gr/2013/04/16/pamplo-nerouda-mikis-theodorakis-otan-mathame-pou-tin-patise-o-marx/



Χιλή: Με εκταφή συνεχίζονται οι έρευνες για το θάνατο του Πάμπλο Νερούδα

Για δολοφονία κάνουν λόγο οι οικείοι του και το ΚΚ Χιλής

Δευτέρα, 08 Απριλίου 2013


Άρχισε την Κυριακή στην Ίσλα Νέγρα, στις ακτές της κεντρικής Χιλής στον Ειρηνικό, η επιχείρηση εκταφής της σορού του χιλιανού ποιητή Πάμπλο Νερούδα, ο οποίος είχε πεθάνει τον Σεπτέμβριο του 1973, μερικές ημέρες μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα με επικεφαλής τον Αουγκούστο Πινοσέτ.

Η εκταφή διεξάγεται στα πλαίσια προσπάθειας να λυθεί το αίνιγμα σχετικά με τα αιτία του θανάτου του.

Ο Νερούδα, κατά την επίσημη εκδοχή, πέθανε από την επιδείνωση του καρκίνου του προστάτη από τον οποίο έπασχε την 23η Σεπτεμβρίου 1973, 12 ημέρες μετά την επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας του Πινοσέτ, η οποία ανέτρεψε τον σοσιαλιστή πρόεδρο της Χιλής Σαλβαδόρ Αλιέντε.

Ωστόσο, πρόσφατες μαρτυρίες θέτουν εν αμφιβόλω αυτή την εκδοχή, κάνοντας λόγο για δολοφονία η οποία διαπράχθηκε από τη δικτατορία προκειμένου να μην καταστεί ο κομμουνιστής Νερούδα ένας αντιφρονών με μεγάλο κύρος στο εξωτερικό.

Μετά τις πρώτες εργασίες της εκταφής, ομάδα χιλιανών και ξένων ιατροδικαστικών επρόκειτο να προχωρήσει εντός της Δευτέρας στη λήψη δειγμάτων από το λείψανο του ποιητή και διπλωμάτη καριέρας, υπό την επίβλεψη του δικαστή Μάριο Καρόσα, ο οποίος χειρίζεται την υπόθεση.

Η εκτίμηση ότι επρόκειτο για δολοφονία είχε υποστηριχτεί εξαρχής από οικείους και συνεργάτες του παγκοσμίως γνωστού λογοτέχνη και, αφού ανέκ υψαν και άλλες μαρτυρίες και ιατρικές εκθέσεις, η δικαιοσύνη της Χιλής διέταξε την εκταφή των οστών του Νερούδα.

Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Χιλής, το οποίο δηλώνει πεισμένο ότι ο ποιητής είχε δολοφονηθεί από τη στρατιωτική χούντα, είχε προσφύγει στην δικαιοσύνη τον Δεκέμβριο ζητώντας να γίνει εκταφή και έρευνα.

«Ο Νερούδα δολοφονήθηκε», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Μανουέλ Αράγια, 65 ετών, ένα νεαρό τότε μέλος του ΚΚ Χιλής, ο οποίος είχε οριστεί από τον κομματικό μηχανισμό οδηγός και προσωπικός βοηθός του συγγραφέα.

Σύμφωνα με τον ίδιο, ο Πάμπλο Νερούδα πέθανε μερικές ώρες αφού του έγινε μια μυστηριώδης ένεση στην κλινική Σάντα Μαρία στο Σαντιάγο, όπου νοσηλευόταν.

Ο Νερούδα, ο οποίος είχε τιμηθεί με βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας δύο χρόνια νωρίτερα, αισθανόταν ότι η ζωή του αντιμετώπιζε άμεση απειλή μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα και ήθελε να φύγει από τη χώρα.

«Δεν διέτρεχε άμεσο κίνδυνο»

Σύμφωνα με το πιστοποιητικό θανάτου του ποιητή το οποίο εξέτασε το Γαλλικό Πρακτορείο, ως αιτία αναφέρεται μια «καρκινική καχεξία», κατάσταση ακραίου πρωτεϊνο-θερμιδικού υποσιτισμού και μεγάλης αδυναμίας.

Ωστόσο άνθρωποι οι οποίοι είχαν δει τον Νερούδα τις ημέρες πριν τον θάνατό του ανέφεραν ότι τους δήλωσε πως δεν διέτρεχε άμεσο κίνδυνο.

«Ήξερα ότι ήταν ήδη άρρωστος, αλλά δεν ήταν σκελετωμένος, ούτε κατατονικός. Αλλιώς δεν θα επεδίωκα να του εξασφαλίσω μια θέση σε ένα αεροπλάνο εννιά ώρες αργότερα», είχε θυμηθεί ο μεξικανός πρώην πρεσβευτής Μαρτίνες σε συνέντευξη του τον Ιούνιο του 2011.

Ο πολυβραβευμένος χιλιανός λογοτέχνης βρίσκεται θαμμένος σε κρύπτη στο πλευρό της τρίτης και τελευταίας συζύγου του, Ματίλντα Ουρούτια, στον κήπο του σπιτιού του στην Ίσλα Νέγρα, 120 χιλιόμετρα δυτικά της πρωτεύουσας της Χιλής, Σαντιάγο.

Περισσότεροι από 3.000 άνθρωποι έχασαν επιβεβαιωμένα τη ζωή τους ή εξαφανίστηκαν στη Χιλή κατά την διάρκεια της 17χρονης χούντας υπό το στρατηγό Αουγκούστο Πινοσέτ, μεταξύ του 1973 και του 1990.


ΠΗΓΗ

http://www.naftemporiki.gr/story/636910




ΜΗΔΕΙΑ
ΜΗΔΕΙΑ
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Θηλυκό
Τόπος Τόπος : Θεσσαλονίκη
Ηλικία Ηλικία : 49
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 2153
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 64
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 41610

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. Empty Απ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ.

Δημοσίευση από ΜΗΔΕΙΑ Τρι 22 Οκτ - 18:02

ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΝΤΥΡΕΝΜΑΤ (FRIEDRICH DUERRENMATT 1921 - 1990)


ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 1


Ο Φρήντριχ Ντύρενματ (γερμανικά: Friedrich Dürrenmatt, 5 Ιανουαρίου 1921 – 14 Δεκεβρίου 1990) ήταν γερμανόφωνος Ελβετός θεατρικός συγγραφέας και πεζογράφος, ένας από σημαντικότερους εκπρόσωπους της ανανέωσης του γερμανικού θεάτρου.

Γιος προτεστάντη πάστορα, σπούδασε στα πανεπιστήμια της Ζυρίχης και της Βέρνης.

Επηρεασμένος από τον Μπρεχτ ως προς τις τεχνικές του, συνδυάζει το κωμικό με το τραγικό και στο έργο του κυριαρχεί το γκροτέσκο, το μακάβριο και το παράλογο. Χαρακτηριστικό δείγμα «Η επίσκεψη της γηραιάς κυρίας» που αρχίζει εύθυμα και συνεχίζεται εφιαλτικά.

Εκτός από θεατρικά έργα ο Ντύρενματ έγραψε αστυνομικά μυθιστορήματα και κριτικά δοκίμια.
Επιλογή έργων

(θεατρικά αν δεν αναφέρεται διαφορετικά)

   Es steht geschrieben (Είναι γραμμένο, 1947)
   Der Blinde (Ο τυφλός, 1948)
   Romulus der Große (Ρωμύλος ο Μέγας, 1950)
   Der Richter und sein Henker (Ο δικαστής και ο δήμιός του, 1950, αστυνομική νουβέλλα)
   Die Ehe des Herrn Mississippi (Ο γάμος του κυρίου Μισισιπί, 1952)
   Ein Engel kommt nach Babylon (Ένας άγγελος στην Βαβυλώνα, 1953)
   Grieche sucht Griechin (Έλληνας ζητά Ελληνίδα, 1955, μυθιστόρημα)
   Theaterprobleme (Προβλήματα του θεάτρου, 1955, δοκίμιο)
   Der Besuch der alten Dame (Η επίσκεψη της γηραιάς κυρίας, 1956)
   Die Physiker (Οι φυσικοί, 1962)
   Herkules und der Stall des Augias (Ο Ηρακλής και οι σταύλοι του Αυγεία, 1963)
   Der Meteor (Το μετέωρο, 1966)
   Play Strindberg (1969)
   Porträt eines Planeten (Το πορτραίτο ενός πλανήτη, 1970)
   Justiz (Δικαιοσύνη, μυθιστόρημα, 1985)


ΠΗΓΗ:

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A6%CF%81%CE%AE%CE%BD%CF%84%CF%81%CE%B9%CF%87_%CE%9D%CF%84%CF%8D%CF%81%CE%B5%CE%BD%CE%BC%CE%B1%CF%84



Ο Ντίρενματ και οι μύθοι του

Σειρά σχεδίων και χειρογράφων του Ελβετού συγγραφέα σε έκθεση στο Μπενάκη Πειραιώς

Ο Φρίντριχ Ντίρενματ (1921-1990) έγινε γνωστός σε όλο τον κόσμο μέσα από το λογοτεχνικό του έργο. Εκπρόσωπος της γενιάς του πολέμου και υπερασπιστής του επικού θεάτρου που υπηρέτησε ο Μπρεχτ, ο Ελβετός δραματουργός κληροδότησε στο ευρωπαϊκό θέατρο και τη λογοτεχνία ένα πυκνό έργο με έντονες πολιτικές και φιλοσοφικές διαστάσεις. Η «Επίσκεψη της Γηραιάς Κυρίας», ο «Ρωμύλος ο Μέγας», ο «Δικαστής και ο δήμιός του», οι «Φυσικοί», ο «Λαβύρινθος» είναι ορισμένα από τα διασημότερα έργα του που μεταφράστηκαν σε περισσότερες από σαράντα γλώσσες και του απέφεραν πλήθος λογοτεχνικών βραβείων (Βραβείο Γκέοργκ Μπύχνερ, Μεγάλο Βραβείο του ελβετικού ιδρύματος Σίλερ, Αυστριακό Βραβείο ευρωπαϊκής λογοτεχνίας).

Αλλά ο Φρίντριχ Ντίρενματ παράλληλα με το συγγραφικό του έργο ασχολήθηκε συστηματικά με τη ζωγραφική και το σχέδιο. Και την άγνωστη αυτή πτυχή διερευνά η έκθεση «Οι μύθοι του Φρίντριχ Ντίρενματ» που εγκαινιάζεται αύριο στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς και παρουσιάζει για πρώτη φορά στην Ελλάδα μια σειρά σχεδίων και χειρογράφων του Ελβετού δημιουργού.

Καρικατούρες

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Το 1983, ο Ντίρενματ γνωρίζει την ηθοποιό Σαρλότε Κερ, που γίνεται και η δεύτερη σύζυγός του. Την ίδια χρονιά επισκέπτεται για πρώτη φορά μαζί της την Ελλάδα. Στους Δελφούς, πραγματοποιεί μια σειρά σχεδίων με θέμα την Πυθία. Την επόμενη χρονιά, εμπνεόμενος από την ελληνική μυθολογία, δημιουργεί μια σειρά σχεδίων από μελάνι για να εικονογραφήσει το ποιητικό του κείμενο «La Ballade du Minotaure» (Η Μπαλάντα του Μινώταυρου) και το διήγημα «Midas» (Μίδας). «Ο Ντίρενματ δεν ανακάλυψε την ελληνική μυθολογία σε προχωρημένη ηλικία. Τον απασχόλησε ήδη από την παιδική του ηλικία και τα μυθολογικά του θέματα συναντώνται σε όλο το συγγραφικό και καλλιτεχνικό του έργο. Στο σκοτεινό, ονειρώδη κόσμο του Ντίρενματ κατοικούν χαρακτήρες τρομακτικά αληθινοί, οι οποίοι συχνά μεταλλάσσονται σε καρικατούρες. Θεωρούσε ότι η κωμωδία είναι ο καλύτερος τρόπος να προσεγγίσεις τον άνθρωπο. Και μέσω αυτής τα στοιχεία του τραγικού γίνονται αντιληπτά.

Υπογραφή Μπότα

Ενας γνωστός στο αθηναϊκό κοινό αρχιτέκτονας έστησε την έκθεση που πραγματοποιείται στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Πρόκειται για τον διάσημο, επίσης Ελβετό, Μάριο Μπότα, o οποίος σχεδίασε και το Κέντρο Ντίρενματ στο Νοσατέλ της Ελβετίας. Στο Μουσείο Μπενάκη κατασκεύασε έναν αιωρούμενο, γυάλινο λαβύρινθο μέσα στον οποίο θα κινείται το κοινό. Εκτός από σχέδια και χειρόγραφα, εκτίθενται λιθογραφίες, βιβλία καθώς και σημειωματάρια από τα ταξίδια που πραγματοποίησε στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Στις 15 Ιουνίου θα προβληθεί (στα γερμανικά) το τετράωρο ντοκιμαντέρ «Portrait eines Planeten», ενώ στις 11 Ιουλίου ο Βασίλης Παπαβασιλείου θα διαβάσει το έργο του Ντίρενματ «Ο Θάνατος του Σωκράτη». Η έκθεση θα παραμείνει ανοιχτή για το κοινό μέχρι τις 29 Ιουλίου.


ΠΗΓΗ:

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_1_30/05/2007_228676




"Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΗΣ ΓΗΡΑΙΑΣ ΚΥΡΙΑΣ"

Το τέλος του ανθρωπισμού Πηγή: www.lifo.gr


Ο Φρίντριχ Ντίρενματ (1921-1990) έγραψε την Eπίσκεψη της Γηραίας Κυρίας το 1956, όταν η διαλυμένη μετά το πόλεμο Ευρώπη είχε μπει πια για τα καλά σε τροχιά ανάπτυξης. Μία νέα εποχή ευημερίας είχε αρχίσει, το όνειρο μιας καλής ζωής έμοιαζε πλέον χειροπιαστό. Στη λογική του τρομακτικού, αν το καλοσκεφτείς, «η ζωή συνεχίζεται». Τα εγκλήματα, την οδύνη, την απώλεια εκατομμυρίων ανθρώπων είχε καλύψει ήδη μία ευεργετική λήθη. Αυτή την ανατριχιαστική αντίφαση αποτυπώνει ο Ντίρενματ στη Γηραιά Κυρία. Κατά το μπρεχτικό παράδειγμα (θυμηθείτε πώς λειτουργεί το παραμύθι στον Κύκλο με την κιμωλία), στήνει μια ιστορία ερωτικής εκδίκησης κάτω από την οποία ανελέητα ερωτήματα ζητούν την απάντησή μας. Υπάρχει τιμή εξαγοράς για τα πάντα, ακόμη και για τη συνείδηση; Μπορεί να παραγραφεί ένα έγκλημα και τι σημαίνει να επιβιώνεις πάνω στο θάνατο (πραγματικό ή ψυχολογικό) του άλλου; Μικρή, η Κλαιρ Τσαχανασιάν, από τη μικρή πόλη του Γκίλεν, γνώρισε τον έρωτα στο πρόσωπο ενός νέου, του Άλφρεντ Ιλλ. Πλην όμως, όταν έμεινε έγκυος, ο Ιλλ αρνήθηκε την ευθύνη και με μια δίκη που βασίστηκε σε δύο ψευδομάρτυρες, απαλλάχθηκε και επισήμως από το άχθος της πατρότητας. Η Κλαιρ εγκαταλείπει το Γκίλεν, καταλήγει πόρνη, αλλά στο μπορντέλο τη βρίσκει και την κάνει γυναίκα του ο μεγιστάνας Τσαχανασιάν. Περισσότερα από σαράντα χρόνια αργότερα, και μετά από επτά γάμους, η Κλαιρ επιστρέφει στη λιμοκτονούσα γενέτειρά της και χωρίς περιστροφές προσφέρει ένα αμύθητο ποσό στους κατοίκους, αν σκοτώσουν τον Ιλλ. Από το σημείο αυτό ξεκινά το έργο του ο Ντίρενματ και μέχρι να φτάσει στο τέλος του, εκθέτει αριστοτεχνικά το process που μεταμορφώνει την οικονομική εξαθλίωση σε ηθική. Η αρχική απόρριψη του εκβιαστικού διλήμματος σταδιακά χαλαρώνει και ο Ιλλ προσφέρεται στην Τσαχανασιάν. Ο Ντίρενματ εξελίσσει την ιστορία του σε δύο κατευθύνσεις: από τη μία κινεί το συλλογικό υπόκειμενο, την πόλη, και από την άλλη την ατομική συνείδηση (στο πρόσωπο του Ιλλ). Όσο η πόλη χάνει την ταυτότητά της, βυθιζόμενη στον ίλιγγο της υλικής ευημερίας και της κατανάλωσης, τόσο ο Ιλλ πλησιάζει στην έσχατη γνώση, αυτή που εντέλει δικαιώνει την ύπαρξη του ανθρώπου.


ΠΗΓΗ :  http://www.lifo.gr/mag/theater/30
ΜΗΔΕΙΑ
ΜΗΔΕΙΑ
Συντονιστής

Χώρα Χώρα : Greece
Φύλλο Φύλλο : Θηλυκό
Τόπος Τόπος : Θεσσαλονίκη
Ηλικία Ηλικία : 49
Δημοσιεύσεις Δημοσιεύσεις : 2153
Έλαβες ευχαριστώ Έλαβες ευχαριστώ : 64
Browser Browser : ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΡΓΟ ΚΛΠ. 41610

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

Επιστροφή στην κορυφή

- Παρόμοια θέματα

 
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης